Καμιά σύγκρουση στη Μέση Ανατολή δεν είναι τόσο σύνθετη όσο εκείνη που μαίνεται στη Συρία. Τα δύο αντίπαλα στρατόπεδα είναι μια κυβέρνηση που αντιτίθεται στις δυτικές αξίες και ένα σουνιτικό εξτρεμιστικό αντάρτικο που κάποια στιγμή κατέλαβε τις μεθοριακές ζώνες με το Ιράκ και άρχισε να προελαύνει. Τα διακυβεύματα του πολέμου είναι τόσο μεγάλα, ώστε έχει εμπλακεί σειρά ξένων χωρών, όπως η Ρωσία, η Τουρκία και το Ιράν. Στη Συρία όμως διεξάγονται διάφοροι πόλεμοι. Ο ένας, που έχει στόχο το Ισλαμικό Κράτος, είναι γνωστός στην αμερικανική κοινή γνώμη. Λιγότερο γνωστός είναι ο πόλεμος για τη διαδοχή του Οίκου των Ασαντ, που κυβερνά τη χώρα ως κοσμική δυναστεία εδώ και 50 χρόνια. Μια τρίτη σύγκρουση περιλαμβάνει τους Κούρδους της Βόρειας Συρίας, οι οποίοι πολέμησαν τον ISIS μαζί με τις αμερικανικές δυνάμεις αλλά δημιούργησαν φόβους στην τουρκική ηγεσία ότι θα αποτελέσουν παράδειγμα για τους Κούρδους της Τουρκίας. Στην πολύπλευρη αυτή σύγκρουση πρέπει να προστεθεί ο αμερικανός πρόεδρος, του οποίου η πρόσφατη απόφαση να αποσύρει τις αμερικανικές δυνάμεις από τη Συρία είναι ασυγχώρητη. Η απόφαση αυτή θα αποθρασύνει τον πρόεδρο Ασαντ, η διακυβέρνηση του οποίου ήταν καταστροφική για τη Συρία. Η παρέμβαση της Ρωσίας, του Ιράν και σιιτικών οργανώσεων ήταν αρκετή για να αντιστρέψει την έκβαση του πολέμου και να δώσει στο καθεστώς του σύρου προέδρου νέα ζωή. Ομως ο Ασαντ, όπως οι γάλλοι Βουρβόνοι, φαίνεται ότι δεν έμαθε τίποτα. Και είναι ανίκανος να θεσπίσει τις ομόσπονδες και αποκεντρωμένες δομές που απαιτούνται για την αποτελεσματική διακυβέρνηση της Συρίας.

Η αμερικανική πολιτική στη Συρία, την οποία ο Τραμπ έχει τώρα επισήμως εγκαταλείψει, στηριζόταν σε δύο θεμέλια: σταθερότητα στο Ιράκ και ήττα του ISIS. Αντίθετα με τις εξαγγελίες του αμερικανού προέδρου, ο τελευταίος δεν έχει ηττηθεί. Αν δεν υπάρξουν βιώσιμοι θεσμοί και σταθερές πολιτικές διευθετήσεις στη Συρία, είναι πιθανό να επιστρέψει στο προσκήνιο. Στην κοσμοθεωρία του Τραμπ, δεν υπάρχει χώρος για την ιδέα ότι η Ιστορία μπορεί τόσο να διδάσκει όσο και να επαναλαμβάνεται.

Ο Κρίστοφερ Χιλ υπήρξε πρεσβευτής των Ηνωμένων Πολιτειών στο Ιράκ, τη Νότια Κορέα, την ΠΓΔΜ και την Πολωνία, διαπραγματευτής των ειρηνευτικών συμφωνιών του Ντέιτον και διαπραγματευτής με τη Βόρεια Κορέα από το 2005 ώς το 2009. Σήμερα διδάσκει Πρακτική της Διπλωματίας στο Πανεπιστήμιο του Ντένβερ