«Μερικές φορές», γράφει ο Ιταλο Καλβίνο, «διαφορετικές πόλεις διαδέχονται η μία την άλλη στον ίδιο χώρο και με το ίδιο όνομα, γεννιούνται και πεθαίνουν χωρίς να γνωρίσει η μία την άλλη, χωρίς να επικοινωνήσουν μεταξύ τους». Αυτή τη φράση διάλεξε ο ιστορικός Μαρκ Μαζάουερ ως προμετωπίδα της εισαγωγής στο κλασικό πια βιβλίο του «Θεσσαλονίκη, η πόλη των φαντασμάτων». Θα μπορούσε να είναι και κάτι σαν επίλογος στη θητεία του Γιάννη Μπουτάρη ως δημάρχου της πόλης.

Στη Θεσσαλονίκη του Μπουτάρη, όπως λέει ο Καλβίνο, «τα ονόματα των κατοίκων παρέμειναν ίδια, όπως και η προφορά των λέξεων». Αλλά «οι θεοί που κατοικούν πίσω από τα ονόματα και πάνω από τους τόπους» είχαν αλλάξει. Η Θεσσαλονίκη του Μπουτάρη ήταν μια πόλη που οι κάτοικοί της εξακολουθούσαν να γκρινιάζουν για τις υποδομές που γερνούν, τα άθλια λεωφορεία, τα σπασμένα πεζοδρόμια ή τα σκουπίδια. Αλλά δεν ήταν η ίδια πόλη με εκείνη που διαδέχθηκε. Δεν ήταν πια η πόλη του άμβωνα και του σκυλάδικου, περίκλειστη, έμφοβη, εσωστρεφής και φοβισμένη, με την πλάτη της στραμμένη στη φυσική της ενδοχώρα και με τα τείχη της να την προστατεύουν από τον έξω κόσμο, μια πόλη που μύριζε λιβάνι και κατηχητικό, μοιρολογούσε την εις βάρος της προαιώνια αθηναϊκή αδικία, και έκρυβε τα σκάνδαλα της κακοδιαχείρισής της κάτω από ένα χαλί, που το είχαν υφάνει πατριωτικοί και θεοσεβούμενοι λόγοι.

Στα χρόνια αυτά, με πολλά λάθη και κουσούρια, η Θεσσαλονίκη διέπλευσε την κρίση με μεγαλύτερη ευρηματικότητα και ευελιξία, με λιγότερο πόνο απ’ ό,τι η Αθήνα. Και προπάντων άλλαξε «θεούς». Ξαναβρήκε τον ιστορικό της εαυτό, συμφιλιώθηκε με τα φαντάσματά της, τους λημσονημένους Εβραίους της, το οθωμανικό παρελθόν της, το καταραμένο τέκνο της, τον Κεμάλ. Αναδέχθηκε τον ρόλο της κοσμοπολίτικης μητρόπολης για τους βαλκάνιους γείτονές της. Καλοδέχθηκε τους επισκέπτες της. Μπήκε στον παγκόσμιο χάρτη ως πνευματικός και τουριστικός προορισμός. Ξεμούχλιασε.

Και το ερώτημα τώρα είναι αν, με το αναμενόμενο και αναπόφευκτο τέλος της θητείας Μπουτάρη, θα δούμε πάλι μια διαδοχή πόλεων στον ίδιο χώρο, με τα ίδια ονόματα αλλά με διαφορετικούς θεούς. Αν η Θεσσαλονίκη του Μπουτάρη – ας τη βαφτίσουμε έτσι για λόγους ευκολίας – θα πεθάνει μαζί του για να γεννηθεί μια νέα παραλλαγή της Θεσσαλονίκης του Ανθιμου ή μια Θεσσαλονίκη του Ιβάν, με νέα, φωτογενή πρόσωπα να αναλαμβάνουν τους παλιούς ρόλους, του Ψωμιάδη ή του Παπαγεωργόπουλου. Αν μια νέα πόλη με το ίδιο όνομα θα πάρει τη θέση της προηγούμενης, χωρίς να γνωρίσει η μία την άλλη, χωρίς να επικοινωνήσουν.

Το ερώτημα αφορά τη Θεσσαλονίκη την ίδια, φυσικά. Αλλά μ’ έναν τρόπο ξεπερνά την πόλη και το θέατρο των επόμενων δημοτικών εκλογών. Η Θεσσαλονίκη μπορεί να είναι και κάτι σαν πρότυπο η δοκιμαστικός σωλήνας για τη χώρα ολόκληρη. Εχει πολλές φορές τεθεί στο παρελθόν το ίδιο ερώτημα: αν κάποια στιγμή, σε κάποια συγκυρία, στις τοπικές ή τις εθνικές υποθέσεις, συμπέσει, σαν από θαύμα, μια μικρή μετατόπιση στο κοινωνικό κλίμα, μια μικρή αλλαγή στη συντηρητική κοινωνική πλειοψηφία με την εμφάνιση ενός ηγετικού προσώπου ή ενός πολιτικού φορέα που έχει ένα όραμα, την τόλμη να ρισκάρει για χάρη του, μια ελάχιστη διαχειριστική ικανότητα και κυρίως την ικανότητα να «γειώνει» τις ιδέες του στην κοινή συνείδηση, να κάνει «κοινό τόπο» ό,τι ήταν ως χθες μειοψηφικό, εξωτικό, κι αν από αυτή τη σύμπτωση, από αυτή τη συνάντηση προκύψει ένα βήμα εμπρός, μια αλλαγή χειροπιαστή, μπορεί αυτή η αλλαγή να αντέξει στον χρόνο; Μπορεί ο σπόρος να συνεχίσει να δίνει καρπούς ακόμη κι όταν τα πρόσωπα αλλάξουν, το πολιτικό εκκρεμές μετακινηθεί, το κοινωνικό κλίμα μεταβληθεί; Μπορεί να γίνει, έστω, ένα βήμα πίσω, μα να συνεχίσουν κατόπιν τα πράγματα να κινούνται στην ίδια κατεύθυνση; Ή είναι της μοίρας γραφτό, έπειτα από ένα προοδευτικό, με την αυθεντική έννοια του όρου, απαλλαγμένη από την τρέχουσα πολιτική παραφθορά του, διάλειμμα ένα βαθύ κύμα να έρχεται να σαρώσει τα πάντα; Να εξαφανίσει ακόμη και τα ίχνη των αλλαγών που είχαν γίνει; Ιδίως των αλλαγών που ήταν άυλες – στα μυαλά, τις νοοτροπίες και τις αντιλήψεις των ανθρώπων;

Προγειωμένο στο επίπεδο της Θεσσαλονίκης, το ερώτημα μεταφράζεται περίπου ως εξής: υπάρχει τρόπος μια νέα δημοτική Αρχή να μείνει πιστή στο πνεύμα αυτών των 8 χρόνων, να το υπερασπιστεί από τη ρεβανς των αντιπάλων του και – αν είναι τυχερή – να κάνει πιο σωστά, όσα μικρά και κάποια μεγάλα που ο Μπουτάρης έκανε λάθος; Μου φαίνεται δύσκολο. Αλλά αν συμβεί, δεν θα αφορά τη Θεσσαλονίκη μόνο. Θα μας αφορά όλους.