Υπάρχει μεγάλη διαφορά ανάμεσα σε μια βιβλιοκρισία επιστημονικού ακαδημαϊκού βιβλίου και μιας επιφυλλίδας. Η πράξη απευθύνεται στους ειδικούς, υπακούει σε ορισμένα στερεότυπα του κώδικα επικοινωνίας των ειδικών, θέτει και λύνει, επικρίνει ή επαινεί προτάσεις, οπτικές που συνήθως απασχολούν χιλιάδες χρόνια τους ειδικούς ανάλογα με τα προτάγματα της εποχής, τα ιδεολογικά κριτήρια και τα εν τω μεταξύ νέα δεδομένα της έρευνας. Οσα γράφω παραπάνω ισχύουν κυρίως για βιβλιοκρισίες για έργα που αφορούν στον κλασικό κόσμο (Αρχαία Ελλάδα και Ρώμη) και τα γεννήματα της Αναγέννησης έως και τους νέους χρόνους. Σ’ αυτές τις εποχές που μας κληροδότησαν μείζονα κείμενα (από τον Ομηρο ώς τον Σενέκα, και από τον Σαίξπηρ ώς τον Γκαίτε) υπάρχει τόση συσσώρευση μελετών, ύμνων, επικρίσεων, αμφισβητήσεων και επαναστατικών συχνά προσεγγίσεων ώστε κάθε μελέτη που αναδύεται στα ύστερα χρόνια πρέπει, οφείλει να προσκομίζει μια νέα διείσδυση, αδιανόητη έως τώρα, ή να προχωρεί με πειστικότητα, σε ανατροπές, αμφιβολίες, διαπίστωση κενών στα επιχειρήματα ώστε να προστεθεί η καινούργια οπτική στο κόρπους της παράδοσης των κριτικών αποτιμήσεων.

Αν υπάρξει κάποτε (και είναι πλέον δυνατόν με τα σύγχρονα μέσα) μια πλήρης σ’ όλες τις γλώσσες αναζητημένη βιβλιογραφία π.χ. για έργα που αποτιμούν, σχολιάζουν, συμπληρώνουν, αναδομούν τη γραμματεία της Αρχαίας Ελληνικής Λογοτεχνίας θα είχαμε να διατρέξουμε εκατομμύρια σελίδων με τίτλους εργασιών!!

Κάποτε ζήτησα βιβλιογραφία μόνο για την αρχαία τραγωδία και μόνο στα ιαπωνικά και έλαβα πάνω από 10.000 τίτλους!

Σκέφτεται λοιπόν κανείς τι άλλο έχει ακόμη να ερευνηθεί, να διατυπωθεί, να προταθεί ή να προστεθεί; Και όμως είναι ανεξάντλητες οι οπτικές γωνίες που εστιάζουν σε απροσδόκητα σημεία των αρχαίων κειμένων (επικών, ρητορικών, φιλοσοφικών, δραματικών, ιατρικών, γεωγραφικών, λυρικών κ.τ.λ.).

Ενώ αγνοούμε τελείως την αρχαία μουσική, υπάρχει πολυσέλιδο πόνημα για τη «Μουσική στον Αισχύλο», εξετάζοντας μέτρα, ρυθμούς γλωσσικούς, αναφορές σε μοιρολόγια (π.χ. Ασιατικά), είδη θρήνων ή άσματα πολεμικά ή γαμήλια.

Πίσω από πολλά τέτοια μελετήματα διαπιστώνει ο αναγνώστης και όχι μόνο ο ειδικός μελετητής αυτό που είναι σύμφυτο με όλη την εξέλιξη των ανθρωπίνων κοινωνιών. Την τελετουργία. Εδώ σπεύδω να σημειώσω πως η τελετουργία (σύνθετη λέξη από το τέλος και έργον) δηλώνει μια διαδικασία, ένα έργο, μια δράση που έχει ορισμένο τέλος, δηλαδή σκοπό. Σίγουρα σήμερα στη γλώσσα μας έχει αλλοιωθεί η πραγματική σημασία της λέξης: τέλος. Δεν είναι βέβαια το πέρας μιας πράξης, μιας ενέργειας, αλλά η κατάληξη μιας διαδικασίας που επιδιώκει να κατακτήσει έναν ορισμένο και συχνά προκαθορισμένο σκοπό. Οταν ο Αριστοτέλης ορίζοντας την τραγωδία γράφει πως είναι μίμησις πράξεως σπουδαίας και τελείας, δηλώνει πως η μιμητική διαδικασία σπεύδει προς τον ορισμένο της σκοπό και όταν περαίνεται εκπληρώνει ή, τουλάχιστον, φιλοδοξεί να εκπληρώσει τον τεθέντα στόχο της.

Πριν από σαράντα περίπου χρόνια για μία και μοναδική φορά διοργανώθηκε στην Αθήνα (στις αίθουσες του Παντείου) παγκόσμιο συνέδριο για το αρχαίο δράμα. Πρόεδρος της πρώτης συνεδρίας ήταν ο μέγας έλληνας φιλόλογος, ακαδημαϊκός και για λίγο υπουργός Παιδείας, ο έξοχος εκδότης με διεθνή αναγνώριση των ύμνων του Ρωμανού του Μελωδού, Κ. Τρυπάνης.

Σε εκείνο το παγκόσμιο συνέδριο έλληνες εισηγητές ήταν ο αείμνηστος Τάσος Λιγνάδης και η ταπεινότης μου. Η δική μου εισήγηση (που δημοσιεύτηκε τότε στο «Θέατρο» του Νίτσου και αργότερα σε τόμο με τα δοκίμιά μου) ήταν «Τυπικό και τελετουργικό στο αρχαίο δράμα» (1975).

Στις θαυμάσιες εκδόσεις του Μορφωτικού Ιδρύματος Εθνικής Τραπέζης πριν χρόνια (2003) κυκλοφόρησε το έξοχο έργο του φίλου καθηγητή στο Πανεπιστήμιο του Εξετερ Ρίτσαρντ Σίφορντ «Ανταπόδοση και τελετουργία – Ο Ομηρος και η τραγωδία στην αναπτυσσόμενη πόλη – κράτος». Δυστυχώς, όπως συμβαίνει πάντα, για ποικίλους λόγους, στα εκδοτικά μας πράγματα, μόλις τώρα στην ίδια θαυμάσια σειρά του ΜΙΕΤ κυκλοφορεί από τον ίδιο μεταφραστή – καθηγητή στο Πανεπιστήμιο της Κύπρου, παλαιού μου μαθητή, Βάιο Λιαπή το προγενέστερο του Σίφορντ έργο με ανθολόγηση σπουδαίων μελετών: «Αρχαία ελληνική τραγωδία και τελετουργία» του Τζον Γκουλντ!

Ο Σίφορντ στο έργο του παραπέμπει σε μια θεμελιώδη μελέτη του Γκουλντ με τίτλο «Ικεσία», που πραγματεύεται το τελετουργικό και το τυπικό των ικετών, όσων δηλαδή άμεσα – πρόσωπο με πρόσωπο – ή έμμεσα (κυρίως στην περίπτωση ικεσίας προς το θείον) προσφεύγει με ορισμένο τυπικό να ζητήσουν έλεος, συγχώρηση, άσυλο, προστασία, κ.τ.λ.

Στο προγενέστερο λοιπόν από τον Σίφορντ έργο με δέκα αυτοτελή μελετήματα ο μέγας φιλόλογος Γκουλντ μελετά με τρόπο εξαντλητικό αλλά και καθαρό ύφος, χωρίς επίδειξη, τεράστια προβλήματα που αφορούν σε θέματα της τραγικής ποίησης, της θρησκείας, των δημόσιων εορτών του διονυσιακού στοιχείου ειδικότερα, της ιστορίας και της τραγικής χαρακτηρολογίας.

Σημείωσα και παραπάνω για την πληθώρα των αρχαιογνωστικών μελετών που, στις μέρες μας, αντί να ελαττώνονται 2.500 χρόνια τώρα πυκνώνουν, ίσως γιατί διαπιστώνουμε καθημερινά πως ζώντας στην εποχή του Διαστήματος, του DNA, των πυραύλων, του Διαδικτύου κ.ά. ο άνθρωπος ως ήθος, ως πάθη, ως εμμονές, ως σχέδιο βίου, ως μελέτη προς θάνατον έμεινε ο ίδιος. Γι’ αυτό και μας αφορά ο ομηρικός ήρωας, ο Οιδίποδας, η αλαζονεία του Αγαμέμνονα, η παραφορά της Μήδειας και η απαισιοδοξία για την έκπτωση των θεσμών του Αριστοφάνη.

Εχοντας λοιπόν τώρα οι φιλομαθείς συμπολίτες μας την ευκαιρία να καταδυθούν στον ερευνητικό και διεισδυτικό οίστρο του Γκουλντ (1922 – 2001) θα μεταλάβουν ήθη, ύφος, ιδεολογίες, αξίες, υπαρκτικά ερωτήματα, τελετές μύησης, τρόπους επικοινωνίας με τον Θεό και με τον Αλλον όπως τα διατύπωσαν με αξεπέραστο εκφραστικό κώδικα εκείνοι οι παλιοί Ελληνες και τα παρέδωσαν ως κληρονομιά στο παγκόσμιο κοινό.

Αυτά εξάλλου δεν είναι η ουσία του κλασικού; Διαχρονική αξία και πανανθρώπινη έγνοια.

Σήμερα που η ανθρωπότητα παρακολουθεί με δέος τη νέα μετακίνηση πληθυσμών, όπως τόσες άλλες φορές τάραξε την Ιστορία του πλανήτη, τώρα που φυγάδες και αλήτες (περιπλανώμενοι) γέροι, νέοι και νήπια θαλασσοπνίγονται αναζητώντας μια λωρίδα γης να πλαγιάσουν, είναι παρήγορο και διδακτικό να μελετήσουμε στο πόνημα του Γκουλντ τις 100 σελίδες που αφιερώνει στις αρχαίες καταθέσεις στον Ομηρο και στους τραγικούς με τις ελπιδοφόρες και συχνά απέλπιδες καταφυγές στον θεσμό της ικεσίας, είτε σε βωμούς είτε φίλια εδάφη είτε στο έλεος των εχθρών είτε στη θεϊκή παρέμβαση.

Επίσης ο Γκουλντ σ’ ένα επίσης εξαντλητικό του δοκίμιο μελετά τη διαγραφή του χαρακτήρα στην τραγωδία. Και είναι εξόχως διαφωτιστική η διάκριση που κάνει ανάμεσα στη ζωή και στην τέχνη, όσον αφορά την αποτίμηση μιας συμπεριφοράς, αφού στη ζωή γνωρίζουμε, αν αναζητήσουμε με ενδιαφέρον, τη συνέχεια και τη συνέπεια των πράξεων ενός προσώπου διά βίου, ενώ στην τραγωδία, όταν το πρόσωπο βγει από τη σκηνή ή όταν φτάσει στο προσκήνιο, αγνοούμε (εκτός αν μας το δηλώσει) το υπόλοιπο των πράξεων, των κινήσεων και των προθέσεών του εκτός σκηνής.

Πρωτότυπη ως σύλληψη είναι η μελέτη του Γκουλντ που προσεγγίζει τον διονυσιακό θίασο με το κίνημα των χίπηδων, όπως και την εις βάθος μελέτη της λειτουργίας του τραγικού χορού.

Σ’ αυτό το θέμα θα σταθμεύσω. Διαπιστώνει ο σπουδαίος φιλόλογος πως υπάρχει έλλειμμα ενδιαφέροντος στους συναδέλφους του μελετητές για τη λειτουργία, τη φύση και τον ειδικό ρόλο του Χορού στο αρχαίο δράμα και προσπαθεί να παρέχει το ερευνητικό κενό.

Είναι μια απορία και ένα αδιέξοδο που δεν το έχει στην Επίδαυρο ούτε ο τυχαίος πρωτάρης απόφοιτος δημοτικού θεατής.

Ο ευρωπαίος άνθρωπος δεν μπορεί να αντιληφθεί πώς μία παιδοκτόνος, ένας μοιχός, ένας πατροκτόνος, μία συζυγοκτόνος εκτίθεται, απολογείται, κρίνεται και δικάζεται από τον λαό – Χορό, δημόσια. Εμαθαν ποτέ οι γείτονες της Εντα Γκάμπλερ, της Μπερνάντα Αλμπα, της Στέλλας Βιολάντη ή του Κόστια του «Γλάρου» από τι και πώς και γιατί πέθαναν οι ήρωες εντός των κεκλεισμένων θυρών;

John Gould

Αρχαία ελληνική τραγωδία και τελετουργία

Δέκα μελετήματα

Μτφ. Βάιος Λιαπής

Εκδ. ΜΙΕΤ, 2018,

σελ. 385

Τιμή: 28 ευρώ