Η ιστορία της Πριγκίπισσας Μαργαρίτας και του Πίτερ Τάουνσεντ παραμένει ένα από τα πιο συναρπαστικά κεφάλαια στη βρετανική βασιλική ιστορία. Το 1955, η αδελφή της βασίλισσας Ελισάβετ Β΄ ανακοίνωσε ότι τερματίζει τον αρραβώνα της με τον ήρωα της RAF, βάζοντας τέλος σε μια ερωτική υπόθεση που είχε μαγνητίσει το ενδιαφέρον του κοινού. Σύμφωνα με τον μύθο, η πριγκίπισσα βρέθηκε μπροστά σε ένα σκληρό δίλημμα: να διαλέξει ανάμεσα στα βασιλικά της προνόμια ή την αγάπη της ζωής της.

Σε συνέντευξή του στο BBC το 1978, ο Τάουνσεντ δήλωσε: “Πιστεύω πως η απόφασή της ήταν απολύτως σωστή υπό τις περιστάσεις”. Ωστόσο, έγγραφα που δημοσιοποιήθηκαν μετά τον θάνατο της Μαργαρίτας αποκάλυψαν ότι οι επιλογές της ίσως δεν ήταν τόσο περιορισμένες όσο πίστευε η κοινή γνώμη.

Ο Τάουνσεντ, γεννημένος το 1914, υπήρξε πολεμικός ήρωας με διακρίσεις από τη Μάχη της Βρετανίας. Ως πιλότος της RAF, συμμετείχε στην κατάρριψη του πρώτου γερμανικού βομβαρδιστικού πάνω από βρετανικό έδαφος. Μετά το τέλος του πολέμου, ανέλαβε καθήκοντα ιπποκόμου του βασιλιά Γεωργίου ΣΤ΄, αποκτώντας στενή σχέση με τη βασιλική οικογένεια. Εκεί γνώρισε τη νεαρή Μαργαρίτα, η οποία τον ξεχώρισε ήδη από το ταξίδι τους στη Νότια Αφρική το 1947.

Η σχέση τους εξελίχθηκε σιωπηλά, με φίλους της πριγκίπισσας να θυμούνται τη χημεία ανάμεσά τους. Όμως, μετά τον θάνατο του βασιλιά το 1952, η νέα βασίλισσα Ελισάβετ Β΄ βρέθηκε αντιμέτωπη με ένα δύσκολο ζήτημα: ο Τάουνσεντ ήταν διαζευγμένος, κάτι ασύμβατο με τους αυστηρούς κανόνες του Παλατιού και της Εκκλησίας της Αγγλίας.

Η εξορία στις Βρυξέλλες και το τέλος του έρωτα

Με εντολή του ισχυρού ιδιωτικού γραμματέα της βασίλισσας, σερ Άλαν Λάσελς, ο Τάουνσεντ στάλθηκε ως αεροπορικός ακόλουθος στις Βρυξέλλες. Η απομάκρυνσή του θεωρήθηκε “πειθαρχικό μέτρο”, όπως ο ίδιος ανέφερε χρόνια αργότερα. Παρά την απόσταση, το ζευγάρι συνέχισε να επικοινωνεί τακτικά, και όταν η Μαργαρίτα έγινε 25 ετών, μπορούσε πλέον να παντρευτεί χωρίς τη συγκατάθεση της βασίλισσας.

Ωστόσο, ο γάμος θα είχε βαρύ τίμημα: απώλεια του τίτλου, του εισοδήματος από τη Civil List και των δικαιωμάτων διαδοχής. Οι πιέσεις από τα μέσα ενημέρωσης και την κοινωνία ήταν τεράστιες. Τελικά, στις 31 Οκτωβρίου 1955, η πριγκίπισσα ανακοίνωσε δημόσια την απόφασή της να μην παντρευτεί τον Τάουνσεντ, επικαλούμενη το καθήκον της προς την Εκκλησία και την Κοινοπολιτεία.

Τα άγνωστα έγγραφα και οι χαμένες ευκαιρίες

Αποχαρακτηρισμένα κυβερνητικά έγγραφα, που ήρθαν στο φως το 2004, δείχνουν ότι υπήρχε πιθανότητα συμβιβασμού. Η Μαργαρίτα θα μπορούσε να διατηρήσει τον τίτλο και το εισόδημά της, εφόσον παραιτούνταν από τη σειρά διαδοχής και τελούσε πολιτικό γάμο. Μια επιστολή της προς τον τότε πρωθυπουργό Άντονι Ήντεν υποδηλώνει ότι η ίδια δεν ήταν απολύτως αποφασισμένη να προχωρήσει στον γάμο.

Ο Τάουνσεντ αργότερα παραδέχτηκε ότι η απόφασή της ήταν ίσως η σωστή. “Θα έχανε σχεδόν τα πάντα”, είπε χαρακτηριστικά. Μετά τον χωρισμό, επέστρεψε στο Βέλγιο, όπου παντρεύτηκε τη Μαρί-Λους Ζαμάν. Η Μαργαρίτα, από την πλευρά της, νυμφεύθηκε το 1960 τον φωτογράφο Άντονι Άρμστρονγκ-Τζόουνς, με τον οποίο χώρισε το 1978.

Παρά την απόσταση και τα χρόνια που πέρασαν, ο Τάουνσεντ διατήρησε τρυφερά συναισθήματα για την πριγκίπισσα. Όταν ρωτήθηκε πώς θα ένιωθε αν την έβλεπε ξανά, απάντησε: “Θα χαιρόμουν να τη δω, και φαντάζομαι πως κι εκείνη θα ένιωθε το ίδιο.”

Πηγή: BBC