Μια νέα έρευνα από το Πανεπιστήμιο του Σίδνεϊ έφερε στο φως συναρπαστικά στοιχεία, που μας φέρνουν πιο κοντά στην επίλυση του μυστηρίου ενός από τους πιο ενδιαφέροντες ιστορικούς χώρους των Άνδεων. Το Μόντε Σιέρπε (που μεταφράζεται ως «Βουνό του Φιδιού» και είναι γνωστό με την ονομασία «Band of Holes») βρίσκεται στην Κοιλάδα Πίσκο του νότιου Περού και αποτελείται από πάνω από 5000 τρύπες, που είναι ευθυγραμμισμένες με μαθηματική ακρίβεια.
«Γιατί οι άνθρωποι, που έζησαν εκείνη την εποχή, έκαναν πάνω από 5000 τρύπες στους πρόποδες του νότιου Περού; Ήταν κήποι; Συλλέγαν νερό; Είχαν γεωργική λειτουργία; Δεν γνωρίζουμε γιατί βρίσκονται εδώ, αλλά έχουμε συγκεντρώσει κάποια πολλά υποσχόμενα νέα δεδομένα, που παρέχουν σημαντικές ενδείξεις και υποστηρίζουν νέες θεωρίες σχετικά με τη χρήση του χώρου», υποστήριξε ο Τζέικομπ Μπόνγκερς, αρχαιολόγος στο Πανεπιστήμιο του Σίδνεϊ, καθώς και ερευνητής στο Australian Museum Research Institute.
Οι νέες θεωρίες
Σύμφωνα με τους ειδικούς, αυτό το μοναδικό μνημείο ίσως χρησιμοποιήθηκε ως χώρος εμπορίου και ανταλλαγών, σαν «παζάρι».
Ο σχεδιασμός του μπορεί επίσης να αντικατοπτρίζει τα khipus – που σημαίνει «κόμπος» στα Κετσουά και αναφέρεται στα συρματόσχοινα, που χρησιμοποιούνταν για την καταγραφή αριθμητικών στοιχείων.
«Τα ευρήματά μας είναι απροσδόκητα και συμβάλουν στο να κατανοήσουμε καλύτερα [τις συνθήκες]», ανέφερε ο Jacob Bongers, μιλώντας στην εφημερίδα “The Art Newspaper”.
Αυτό το μοναδικό μνημείο χτίστηκε πιθανώς από το Βασίλειο της Τσίντσα από το 1000 – 1400 μ.Χ. και συνέχισε να υφίσταται υπό την Αυτοκρατορία των Ίνκας από το 1400 έως το 1532.
Έγινε γνωστό για πρώτη φορά το 1933, όταν η National Geographic Society έδωσε στην δημοσιότητα αεροφωτογραφίες της περιοχής. Έκτοτε, οι ειδικοί έχουν προτείνει πολλές θεωρίες για το πώς οι Περουβιανοί μπορεί να χρησιμοποίησαν τη σειρά των ανοιγμάτων: από άμυνα, αποθήκευση, λογιστική και συλλογή νερού, έως κηπουρική, εξόρυξη και ως τόπος ταφής.
Με βάση τα τρέχοντα στοιχεία, που δημοσιεύτηκαν στο περιοδικό “Antiquity”, ο Μπόνγκερς και οι συνεργάτες του υποθέτουν ότι πριν από τους Ίνκας, η σειρά από τρύπες ήταν μια πολυσύχναστη αγορά, όπου άνθρωποι από τις παράκτιες και ορεινές περιοχές συναντιόνταν και αντάλλασσαν αγαθά. Έφταναν με προϊόντα, όπως καλαμπόκι σε καλάθια, και τα τοποθετούσαν στις τρύπες, οι οποίες πιθανόν ήταν επενδεδυμένες με φυτικά υλικά.
Μετά την άφιξη των Ίνκας, γύρω στο 1400, το μνημείο πιθανότατα μετατράπηκε σε μέσο λογιστικής για τη συλλογή φόρων. Κάθε τμήμα μπορεί να ήταν συνδεδεμένο με μια συγκεκριμένη κοινωνική ομάδα και να χρησιμοποιούνταν για την πληρωμή φόρων και την αναδιανομή εμπορευμάτων.
Νέα επιστημονικά ερωτήματα
«Συνολικά, η μελέτη [εξερευνά] την περίπτωση των Άνδεων σε ότι αφορά τον τρόπο με τον οποίο οι κοινότητες του παρελθόντος τροποποίησαν τα τοπία του παρελθόντος για να φέρουν τους ανθρώπους κοντά και να προωθήσουν την αλληλεπίδραση», λέει ο ]Μπόνγκερς.
«Τα ευρήματα μας δίνουν [πολύτιμα στοιχεία] για τις αγορές μέσω ανταλλαγής και θέτουν νέα ερωτήματα σχετικά με την προέλευση και την ποικιλομορφία των λογιστικών πρακτικών των αυτοχθόνων εντός και εκτός των Άνδεων», καταλήγει.