Ο Ντόναλντ Τραμπ ισχυρίστηκε ότι βρήκε την «απάντηση στον αυτισμό». Μιλώντας σε εκδήλωση και στη συνέχεια από τον Λευκό Οίκο, ο πρόεδρος των ΗΠΑ κατηγόρησε το γνωστό παυσίπονο Tylenol —γνωστό και ως παρακεταμόλη στην Ευρώπη— ότι αυξάνει σημαντικά τον κίνδυνο εμφάνισης αυτισμού όταν λαμβάνεται στην εγκυμοσύνη. Ο ίδιος, μαζί με τον υπουργό Υγείας Ρόμπερτ Κένεντι Τζούνιορ, συμβούλευσαν τις εγκύους να αποφεύγουν τη λήψη του φαρμάκου, διατυπώνοντας μάλιστα πρόθεση να εκδοθούν επίσημες συστάσεις προς τους γιατρούς.
Η δήλωση προκάλεσε αίσθηση, αλλά και αντιδράσεις. Διότι, όπως τονίζουν οι επιστήμονες, ένας τόσο πολύπλοκος νευροαναπτυξιακός μηχανισμός όπως ο αυτισμός δεν μπορεί να αποδοθεί σε έναν και μόνο παράγοντα. «Η μεγάλη έρευνα των τελευταίων δεκαετιών δείχνει πως ο αυτισμός έχει πολυπαραγοντική βάση», επισημαίνει η ψυχίατρος παιδιών και εφήβων Κριστίνε Μ. Φράιταγκ από το Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο της Φρανκφούρτης. «Ούτε ένα γονίδιο, ούτε ένα χημικό συστατικό ευθύνονται από μόνα τους. Χρειάζεται σωρευτική επίδραση εκατοντάδων ή και χιλιάδων παραλλαγών γονιδίων, ενδεχομένως σε συνδυασμό με περιβαλλοντικούς παράγοντες».
Τα στοιχεία των αμερικανικών Κέντρων Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων (CDC) δείχνουν ότι το 2020 καταγράφηκε αυτισμός σε 1 στα 36 παιδιά, έναντι 1 στα 150 το 2000. Η αύξηση αυτή, λένε οι ειδικοί, δεν εξηγείται από κάποιον φαρμακευτικό παράγοντα. Αντιθέτως, αποδίδεται στις ευρύτερες και πιο περιεκτικές διαγνωστικές κατηγορίες, στην καλύτερη ανίχνευση των συμπτωμάτων σε κορίτσια, αλλά και στην αυξημένη κοινωνική επίγνωση μέσα από το κίνημα της νευροδιαφορετικότητας που βοηθά περισσότερους ανθρώπους να αναζητούν διάγνωση.
Ο γνωσιακός νευροεπιστήμονας Τζεφ Μπερντ, από το Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, τονίζει: «Οι επιστήμονες γνωρίζουν με βεβαιότητα ότι υπάρχει ισχυρή γενετική βάση. Περίπου το 80% των περιστατικών αυτισμού συνδέονται με κληρονομικές γονιδιακές μεταλλάξεις. Δεν μπορούμε να πούμε ότι ένα παυσίπονο είναι ο ένοχος». Σημειώνει επίσης ότι η ιδέα να βρεθεί η «αιτία» μέχρι τον Σεπτέμβριο, όπως είχε ανακοινώσει η κυβέρνηση, είναι απλώς μη ρεαλιστική.
Στην πραγματικότητα, ο αυτισμός εκδηλώνεται με διαφορετικό τρόπο σε διαφορετικά άτομα: σε άλλους κυριαρχεί η δυσκολία στην κοινωνική επικοινωνία, σε άλλους η υπερευαισθησία σε ερεθίσματα ή οι μαθησιακές προκλήσεις. Αυτό δείχνει τη μεγάλη ποικιλομορφία της διαταραχής και επιβεβαιώνει ότι δεν μπορεί να ερμηνευτεί με απλές αιτιώδεις σχέσεις.
Περιβαλλοντικοί και κοινωνικοί παράγοντες
Οι επιστήμονες μελετούν επίσης τις πιθανές επιδράσεις της ρύπανσης, των μικροπλαστικών ή ακόμη και της μικροβιακής χλωρίδας του εντέρου στον εγκέφαλο. Μέχρι τώρα όμως κανένας από αυτούς τους παράγοντες δεν έχει αποδειχθεί καθοριστικός. «Δεν υπάρχει πειστική ένδειξη ότι οι ρύποι αυξάνουν τα ποσοστά αυτισμού», σημειώνει ο Μπερντ.
Η βασική αιτία της ανόδου στις διαγνώσεις παραμένει η διεύρυνση των κλινικών ορισμών και η βελτίωση της πρόσβασης στη διάγνωση. Όπως εξηγούν οι ειδικοί, ο αυτισμός στις γυναίκες παρουσιάζεται διαφορετικά από ό,τι στους άνδρες και οι σύγχρονες κατευθυντήριες γραμμές λαμβάνουν περισσότερο υπόψη αυτές τις διαφοροποιήσεις.
Οι δηλώσεις Τραμπ θυμίζουν τις ψευδείς θεωρίες του παρελθόντος που συνέδεσαν τα εμβόλια με τον αυτισμό — μια υπόθεση που έχει καταρριφθεί πλήρως. Μετά από δύο δεκαετίες εκτεταμένων ερευνών, δεν βρέθηκε καμία συσχέτιση μεταξύ εμβολιασμών και αυτισμού. Το διαβόητο άρθρο του 1998 που πρότεινε σύνδεση του εμβολίου MMR με αναπτυξιακές διαταραχές έχει εδώ και χρόνια ανακληθεί, αλλά η ζημιά της παραπληροφόρησης συνεχίζει να επηρεάζει την κοινή γνώμη.
Το γεγονός ότι ο υπουργός Υγείας Κένεντι Τζούνιορ έχει μακρά ιστορία αντιεμβολιαστικής ρητορικής κάνει πολλούς αυτόκλητους «υπερασπιστές» του αυτισμού να ανησυχούν ότι η έρευνα εργαλειοποιείται πολιτικά. Η Εθνική Εταιρεία Αυτισμού του Ηνωμένου Βασιλείου χαρακτήρισε τις δηλώσεις «διασπορά ψευδών ειδήσεων με πολιτικά κίνητρα» και στηλίτευσε τον «αντι-επιστημονικό λόγο» της κυβέρνησης.
Εκπρόσωποι συλλόγων αυτισμού, όπως η Suzy Yardley από τον οργανισμό Child Autism UK, υπογραμμίζουν ότι η δημόσια συζήτηση δεν πρέπει να γίνεται με στόχο την «εξάλειψη» του αυτισμού, σαν να πρόκειται για ασθένεια, αλλά με στόχο τη στήριξη και την κατανόηση των ανθρώπων που βρίσκονται στο φάσμα. «Αυτό που χρειάζεται είναι επένδυση στην εκπαίδευση, τις υπηρεσίες και την ενημέρωση της κοινωνίας, όχι αναζήτηση εχθρών σε κοινά φάρμακα», λέει χαρακτηριστικά.
Η συζήτηση για τον αυτισμό είναι, και θα παραμείνει, πολυδιάστατη. Επιστήμονες, οικογένειες και άτομα στο φάσμα μιλούν εδώ και δεκαετίες για την ανάγκη κατανόησης αντί για εύκολες ερμηνείες. Σε αυτό το πλαίσιο, η δήλωση ότι «ένα παυσίπονο φταίει» φαντάζει απλοϊκή και επικίνδυνη. Η επιστήμη δείχνει έναν διαφορετικό δρόμο: συνεργασία, έρευνα και ενσυναίσθηση, με σκοπό όχι να «θεραπευτεί» αλλά να γίνει πιο κατανοητή η νευροδιαφορετικότητα.