Η Κατερίνα Ράιχε ήταν από τους πρώτους που έφτασαν στο ξενοδοχείο Erstel Hotel για το «μικρό συνέδριο» του CDU. Στην παγγερμανική συνδιάσκεψη 150 κορυφαίων στελεχών επρόκειτο να εγκριθεί η προγραμματική συμφωνία με το SPD και να παρουσιαστούν από τον μελλοντικό καγκελάριο Φρίντριχ Μερτς οι επτά υπουργοί του CDU. Mπήκε στην αίθουσα ως επιχειρηματίας και βγήκε ως υπουργός Οικονομίας και Ενέργειας της Γερμανίας.
«Επιτέλους, η Γερμανία θα αποκτήσει ξανά πολιτική για την οικονομία», είπε ο Φρίντριχ Μερτς καλωσορίζοντας την Κατερίνα Ράιχε με μια παρατεταμένη χειραψία. Για την επιλογή της, εξήγησε ο Μερτς, βασικό κριτήριο ήταν πρωτίστως οι ικανότητες της Ράιχε «έπειτα από μία επιτυχημένη περίοδο στην ιδιωτική οικονομία». Η 51χρονη Ράιχε έχει πίσω της μία δεκαετία επιχειρηματικής πορείας. Το 2015, όταν εγκατέλειψε την πολιτική σκηνή, ανέλαβε διευθύνουσα σύμβουλος του Συνδέσμου Δημοτικών Επιχειρήσεων (VKU). Στην οικογένειά της ανήκει εδώ και δεκαετίες η επιχείρηση πλαστικών υλών Hesco στο Λούκενβαλντε, στην πόλη του Βρανδεμβούργου όπου γεννήθηκε, 20 χιλιόμετρα νότια του Βερολίνου.
Η ίδια είναι διπλωματούχος χημικός με σημαντική εμπειρία στον ενεργειακό τομέα από διευθυντικές θέσεις. Από το 2020 είναι πρόεδρος της επιχείρησης Westenergie AG, της μεγαλύτερης θυγατρικής του γερμανικού ενεργειακού κολοσσού Εon. Από το 2020 είναι επίσης πρόεδρος στο Εθνικό Συμβούλιο Υδρογόνου.
Για τον καγκελάριο Μερτς, η επιλογή της Ράιχε αποτυπώνει την ελπίδα ότι η επιτυχημένη μάνατζερ θα ανατάξει τη γερμανική οικονομία, η οποία το 2025 βρίσκεται για τρίτη συνεχή χρονιά σε στασιμότητα. Πρόσφατα, ο απερχόμενος υπουργός Οικονομίας, ο Πράσινος Ρόμπερτ Χάμπεκ, παρουσίασε την εαρινή έκθεση του υπουργείου του, που προβλέπει μηδενική ανάπτυξη του ΑΕΠ της Γερμανίας για το 2025, και μόνο από την επόμενη χρονιά προβλέπεται αναιμική ανάπτυξη, αν προχωρήσουν γρήγορα οι εκταμιεύσεις από το Ειδικό Ταμείο μισού τρισεκατομμυρίου ευρώ για τις δημόσιες επενδύσεις στις υποδομές που ενέκρινε ήδη η απερχόμενη Ομοσπονδιακή Βουλή.
«Η Κατερίνα Ράιχε καλείται να φέρει την αλλαγή. Θα καταφέρει να βγάλει τη Γερμανία από τη στασιμότητα;», τιτλοφορούσε το σχετικό δημοσίευμα η οικονομική εφημερίδα «Χάντελσμπλατ». Η προγραμματική συμφωνία της επόμενης κυβέρνησης Χριστιανικής Ενωσης και Σοσιαλδημοκρατών στοχεύει σε δυναμική ανάπτυξη της γερμανικής οικονομίας «εμφανώς πάνω από 1%». Την υλοποίηση του στόχου αυτού επωμίζεται η Κατερίνα Ράιχε. Θα χρειαστεί για αυτό και την εμπειρία που έχει τόσο στον επιχειρηματικό κόσμο όσο και στην πολιτική σκηνή. Στο κόμμα της, τη συντηρητική Χριστιανοδημοκρατική Ενωση (CDU), φοβούνται ότι οι Σοσιαλδημοκράτες, έχοντας πάρει ήδη τη χαλάρωση του «φρένου χρέους», θα μπλοκάρουν δομικές αλλαγές, π.χ. στο Ασφαλιστικό, ενώ θα αυξάνεται το χρέος της χώρας.
Η Κατερίνα Ράιχε δεν φέρνει μόνο επιχειρηματικό αέρα στην πολιτική. Για τον καγκελάριο Μερτς, λύνει ταυτόχρονα ένα διπλό πρόβλημα που είχε στο κόμμα του με τη σύνθεση της κυβέρνησής του: πρώτον, είναι γυναίκα και με την επιλογή της απαντά στην κριτική για την περιορισμένη εκπροσώπηση των γυναικών στη νέα κοινοβουλευτική ομάδα του CDU. Δεύτερον, είναι Ανατολικογερμανίδα από το κρατίδιο του Βρανδεμβούργου και ενισχύει το επιχείρημά του ότι δεν άφησε χωρίς κυβερνητική εκπροσώπηση τους Χριστιανοδημοκράτες των νέων κρατιδίων της Ανατολικής Γερμανίας.
Μολονότι η ίδια δεν αυτοπροσδιορίζεται ως «ανατολικογερμανίδα» πολιτικός, έχει διαγράψει σημαντική πολιτική πορεία από το 1992, όταν σε ηλικία 19 χρονών εντάχθηκε στην οργάνωση νεολαίας του CDU. Από το προεδρείο του CDU Βρανδεμβούργου πέρασε το 2000 στο ομοσπονδιακό προεδρείο του CDU. Στις εκλογές του 2002 ο υποψήφιος καγκελάριος της Χριστιανικής Ενωσης, Εντμουντ Στόιμπερ, τη συμπεριέλαβε στην εκλογική του ομάδα, υπεύθυνη για θέματα γυναικών, νεολαίας, οικογένειας. Για το τελευταίο, βρέθηκε αντιμέτωπη με ενστάσεις και επιθέσεις από συντηρητικούς κύκλους του κόμματός της, επειδή, ανύπαντρη ούσα, περίμενε το δεύτερο παιδί της. Στο μεταξύ παντρεύτηκε, έχει τρία παιδιά, είναι σε διάσταση με τον σύζυγό της και σε σχέση με τον πρώην υπουργό Αμυνας Καρλ Τέοντορ τσου Γκούτενμπαργκ.
Από το 1998 μέχρι το 2015 ήταν βουλευτής του Μπούντεσταγκ στις κυβερνήσεις της Ανγκελα Μέρκελ, ανέλαβε το 2009 υφυπουργός Περιβάλλοντος και το 2013 υφυπουργός Συγκοινωνιών και Ψηφιακών Υποδομών μέχρι το 2015 που μεταπήδησε στην οικονομία. Με την επιστροφή της στην πολιτική, η κυβερνητική εμπειρία θα της είναι χρήσιμη στο υπουργείο Οικονομίας και Ενέργειας. Μολονότι μειώθηκαν οι αρμοδιότητες που είχε συγκεντρώσει σ΄ αυτό ο προκάτοχός της Ρόμπερτ Χάμπεκ, μένει η βασική της αποστολή: να δώσει πνοή στην ασθμαίνουσα γερμανική οικονομία.