Στο μισοσκόταδο διακρίνεται ένα μικρόφωνο. Μια σταθερή μα και συνάμα φορτισμένη φωνή ακούγεται να λέει: «Κυπριακέ λαέ, γνώριμη είναι η φωνή που ακούεις. Γνωρίζεις ποιος ομιλεί». Το πλάνο στρέφεται στο πρόσωπο του άνδρα που μιλάει και στις κινήσεις των χεριών του που γίνονται πιο έντονες όσο συνεχίζει τον λόγο του. «Είμαι ο Μακάριος. Είμαι εκείνος που συ εξέλεξες να είναι ηγέτης σου. Δεν είμαι νεκρός, είμαι ζωντανός και είμαι μαζί σου, συναγωνιστής και σημαιοφόρος εις τον κοινόν αγώνα». Η αναφορά στη χούντα, στην απόπειρα δολοφονίας εναντίον του και στο πραξικόπημα αρχίζει να τον πιέζει, ενώ παρακινεί όσους τον ακούν να αντισταθούν, καταλήγοντας σε μια έκρηξη συναισθημάτων με τον λυγμό του στη φράση «Ζήτω ο κυπριακός ελληνικός λαός. Ζήτω η ελευθερία. Νυν υπέρ πάντων αγών». Η εξαιρετική αυτή υποκριτική διαχείριση της πρώτης μόλις σκηνής της «Famagusta» σε συνδυασμό με την εντυπωσιακή εξωτερική του μεταμόρφωση έκαναν τον Γρηγόρη Βαλτινό να ξεχωρίσει με την ερμηνεία του στην πρεμιέρα της σειράς. Στη νέα μεγάλη παραγωγή του Mega σε σκηνοθεσία Αντρέα Γεωργίου, με φόντο την τουρκική εισβολή στην Κύπρο το 1974, ο έμπειρος ηθοποιός υποδύεται τον αρχιεπίσκοπο Μακάριο και πρόεδρο της Δημοκρατίας. Ο ρόλος του βασίζεται σε ιστορικά στοιχεία και πλαισιώνεται από τη ζωηρή μυθοπλασία ενός οικογενειακού δράματος, ανασύροντας από τη μνήμη τραυματικά βιώματα και εσωτερικές φωτιές που δεν λένε να σβήσουν. Από το αυριανό επεισόδιο, η παρουσία του Μακάριου θα είναι έντονη στη σειρά και γι’ αυτήν μίλησε ο Γρηγόρης Βαλτινός στα «Πρόσωπα».

Πώς αντιμετωπίσατε τον ρόλο του Μακάριου;

Είναι μια πολύ σημαντική στιγμή για μένα, γιατί είναι η πρώτη φορά που ενσαρκώνω ένα ιστορικό πρόσωπο, και μάλιστα τόσο προβεβλημένο. Υπάρχουν μαρτυρίες, ηχητικά, οπτικά ντοκουμέντα, κι αυτό έκανε την αγωνία μου να φτάσει στο κατακόρυφο, γιατί μπορεί να εκθέσεις κατ’ αρχάς αυτό το ιστορικό πρόσωπο και να εκτεθείς κι εσύ ανεπανόρθωτα. Ημουν εξαιρετικά μελετημένος και εξαιρετικά προσεκτικός. Τον πλησίασα σιγά σιγά, βδομάδα τη βδομάδα, μήνα τον μήνα. Τον μελετούσα, έβλεπα βίντεο, φωτογραφίες, τον άκουγα να μιλάει. Επέλεξα να μην κάνω μια φωτογραφική αναπαράσταση γιατί θα ήταν μια σχεδόν μίμηση ανώφελη και άχρηστη, σχεδόν επιχειρησιακή. Επέλεξα λοιπόν, επειδή ακριβώς υπάρχει αυτή η κυπριακή διάλεκτος, κάτι πιο ήπιο ώστε να μην επικεντρωθεί όλη η προσοχή στο «κοίταξε να δεις πώς μιμείται τη φωνή και την ομιλία». Γιατί αν το φτάσεις στην υπερβολή, ακόμα και στην ακριβή αναπαράσταση, δεν παύει να έχει στοιχεία επιχειρησιακά σάτιρας. Ετσι λοιπόν στόχευσα περισσότερο στην ουσία του πράγματος, στην ψυχή αυτού του ανθρώπου, στην ιστορική αλήθεια, όσο μπορούμε να την αντιληφθούμε και να τη γνωρίζουμε. Γιατί όταν ένας πολιτικός, ένας στρατιωτικός, ένας οποιοσδήποτε ηγέτης βρίσκεται σε παρόμοιες καταστάσεις επί αρκετά χρόνια, δεκαετίες, και όποιος δρα, πράττει, είναι αδύνατον να μην κάνει λάθη. Είναι αδύνατον να μη δημιουργήσει εχθρούς και φίλους. Δεν μπορείς, παριστάνοντας ένα πρόσωπο, να τους ικανοποιήσεις όλους. Υπάρχουν κάποιοι που πιστεύουν ότι σε όλες αυτές τις μάχες που έδωσε ο Μακάριος, πιθανόν να μην ήταν απόλυτα σωστές οι κινήσεις του. Αν όμως κοιτάξουμε τα ιστορικά γεγονότα εκείνης της εποχής, θα δούμε ότι ο καθένας θα μπορούσε να κάνει παρόμοιες κινήσεις, οι οποίες αργότερα στην Ιστορία μπορεί να αποδειχθούν είτε λανθασμένες είτε σωστές. Μπήκα λοιπόν μέσα σε όλη αυτή την κατάσταση, με πολύ σεβασμό, με πολλή προσοχή. Η Βάνα Δημητρίου με βοήθησε πάρα πολύ, ο Ανδρέας Γεωργίου επίσης, όπως και όλοι οι ιστορικοί σύμβουλοι ώστε να είμαστε ιδιαίτερα σεβαστικοί και προσεκτικοί.

Η εμφάνισή σας στο πρώτο επεισόδιο έκανε αίσθηση. Ηταν πολύ συγκινητική.

Ηταν αμέσως μετά το πραξικόπημα, τότε που διαδόθηκε η είδηση ότι σκοτώθηκε ο Μακάριος. Εκείνη την ημέρα δεν μπορούσε να πλησιάσει τα κρατικά ραδιόφωνα, τα κρατικά μέσα ενημέρωσης, και έπρεπε να βρει έναν τρόπο να μιλήσει στον λαό. Ο τρόπος αυτός βρέθηκε με έναν ερασιτεχνικό ραδιοφωνικό σταθμό. Το μαγνητόφωνο που φαίνεται στη σκηνή αυτή είναι το μαγνητόφωνο όπου γράφτηκε η εξαγγελία του Μακάριου. Το αυθεντικό, όπως αυθεντικό είναι και το μικρόφωνο που έχει μπροστά του. Από εκεί μίλησε και καταλαβαίνετε γιατί το ηχογράφησε, αφού στο ζωντανό θα μπορούσαν να τον εντοπίσουν και να τον συλλάβουν. Το ηχογράφησε, έφυγε και μεταδόθηκε μετά. Αυτό είναι πολύ συγκινητικό, γιατί τη στιγμή που γύριζα τη σκηνή ήταν μπροστά ο γιος αυτού που είχε τον ραδιοφωνικό σταθμό κι ένιωθα ότι είμαι ο Μακάριος. Γιατί ο ηθοποιός πρέπει κατά κάποιον τρόπο να ταυτίζεται, έχοντας πάντα τον έλεγχο. Με τον γιο να είναι παρών, ένιωθα ότι είμαι μπροστά στον άνθρωπο που του παραχώρησε το στούντιό του με κίνδυνο της ζωής του. Ηταν μια στιγμή για μένα σημαντική, ιστορική.

Θα σας δούμε και σε επόμενα επεισόδια;

Εννοείται. Αυτή η σκηνή γυρίστηκε για λίγο αργότερα, αλλά ο Ανδρέας Γεωργίου θέλοντας να ξεκινήσει δυναμικά και να δώσει το στίγμα της εποχής, ότι το σίριαλ εφορμάται από αυτή την περίοδο, την έβαλε σαν intro, πριν από τους τίτλους, και τελικά για μία ακόμη φορά αποδείχθηκε σωστός. Το ένστικτό του και το ταλέντο του λειτούργησαν σωστά. Εδωσε το στίγμα, την εποχή, το γεγονός, την αφορμή για την οποία έγινε το σίριαλ. Επίσης, πρέπει να πούμε ότι η εξυπνάδα της Βάνας Δημητρίου να μπλέξει τα ιστορικά γεγονότα με μυθοπλασία είναι απόλυτα σωστή, γιατί εδώ κάνουμε σειρά και όχι ντοκιμαντέρ ιστορικό. Είναι έξυπνη επιλογή το να μπλέξεις μια φόρμα δραματουργικής μυθοπλασίας και να περάσεις μέσα από αυτήν και ιστορικά γεγονότα. Ολος ο ρόλος του Μακάριου στηρίζεται σε πραγματικά γεγονότα, σε μαρτυρίες, σε ιστορικά ντοκουμέντα. Ολοι οι λόγοι που θα βγάλει, ακόμα και όταν πήγε στον ΟΗΕ και μίλησε στα αγγλικά σε όλα τα έθνη, είναι παρμένοι από τον πραγματικό λόγο του.

Η συμμετοχή σας στη «Famagusta» σημαίνει την επιστροφή σας στην τηλεόραση έπειτα από αρκετά χρόνια.

Δεν έκανα ποτέ συχνά τηλεόραση. Ηθελα να τελειώνει το προηγούμενο σίριαλ που έκανα και μετά να κάνω κάτι καινούργιο. Αυτό βέβαια έχει και το κόστος του, γιατί πάντα η τηλεόραση βοηθάει το θέατρο οικονομικά, βιοποριστικά, αλλά έχω αποφασίσει πάρα πολλά χρόνια πριν ότι δεν θα βγάλω χρήματα από αυτή την τέχνη. Αντίθετα, κινδυνεύω κάθε χρόνο να χάσω λεφτά κάνοντας και θεατρική παραγωγή. Οπότε αυτό με έχει ηρεμήσει πάρα πολύ. Επίσης, για λόγους καθαρά δραματουργικούς, θα ήθελα να τελειώνει ο προηγούμενος ρόλος και να «ξεπλένεται», γιατί η τηλεόραση είναι ένα μέσον μεγάλης και μαζικής επιρροής και δημοτικότητας. Ενας ρόλος στην τηλεόραση καρφώνεται στο μυαλό και στην ψυχή των θεατών, ειδικά όταν είναι σε ένα πετυχημένο σίριαλ. Τώρα μάλιστα με τις επαναλήψεις ή με τη δυνατότητα που έχει ο καθένας να μπει και να τα βλέπει στο Διαδίκτυο, είναι σαν να παίζουμε στην τηλεόραση κάθε μέρα. Δεν θα ήθελα λοιπόν. Με ενοχλεί. Πιστεύω ότι η τηλεόραση ναι μεν κάνει καλό, σε κάνει δημοφιλή και βοηθάει στο θέατρο, αλλά σε καίει κιόλας. Μπορεί να εκτεθείς και να καείς.

Εκεί όμως που πραγματικά εσείς έχετε επενδύσει είναι το θέατρο.

Ναι. Βασικά παίζω στο θέατρο, σπάνια παίζω στην τηλεόραση. Παρόλο που έχω κάνει και καθημερινή σειρά, την έχω κάνει σε μια περίοδο που χρειαζόμουν χρήματα γιατί παίρνοντας το θέατρο Ιλίσια, στην αρχή χρειάστηκαν πολλά χρήματα. Ξεκινώντας μια τέτοια επιχείρηση, η οποία είναι χειρότερη από το καζίνο, χρειάζεσαι αρκετά χρήματα, τα οποία στην πορεία μπορεί να τα χάσεις ή μπορεί να βάλεις κάποια στην άκρη και να τα χάσεις μέσα σε τρεις μήνες, κάνοντας μια παραγωγή η οποία θα κοστίσει 300.000 ή 400.000 και θα αποτύχει. Οπότε τα χρήματα που έχεις μέσα στην εταιρεία αλλά και πολλά άλλα στη συνέχεια θα σου χρειαστούν για να πληρώσεις την ατυχία, το λάθος, τη ζημιά.

«Το καλό γεννάει καλό, το κακό γεννάει κακό»

Τα τελευταία δύο χρόνια ανεβάζετε και πρωταγωνιστείτε στο «Da» με μεγάλη επιτυχία. Τώρα το μεταφέρετε στη Θεσσαλονίκη. Ποια στοιχεία σας γοητεύουν σε αυτό το έργο;

Το «Da» μου έδωσε πολλά μαθήματα και έδωσε πολλά μαθήματα σε όλους μας, ηθοποιούς, σκηνοθέτες, συντελεστές, παραγωγή. Επιβεβαιώθηκε για μια ακόμα φορά αυτό το αξεπέραστο πράγμα που έχει το θέατρο, όταν ασχολείται με την ψυχή του ανθρώπου, με αξίες αξεπέραστες και απόλυτα αναγκαίες για να υπάρξει ο άνθρωπος, όπως είναι η αγάπη, η τρυφερότητα, η αλληλεγγύη, η άδολη δοτικότητα, οι σχέσεις των παιδιών με τους γονείς. Το συγκεκριμένο έργο είναι η βιογραφία του συγγραφέα του Χιου Λέοναρντ που είναι υιοθετημένος. Υπάρχει μια φράση που λέει «Είσαι περισσότερο παιδί μου, γιατί δεν είσαι δικό μου». Αυτή η φράση τα λέει όλα, είναι μια επιλογή αγάπης εντελώς ελεγχόμενη. Μια επιλογή που την έχει ανάγκη η καρδιά, η ψυχή, και η οποία μας λέει ότι όλα τα παιδιά του κόσμου, πέρα από το αν είναι βιολογικά ή όχι, είναι παιδιά μας γιατί είναι η συνέχεια της ζωής, του ανθρώπου. Φανταστείτε να μη γεννηθεί κανένα παιδί. Μέχρι να περάσουν εκατό χρόνια και να πεθάνει και το τελευταίο μωρό που γεννήθηκε σήμερα τελείωσε το ανθρώπινο γένος, αυτό το υπέροχο πλάσμα που λέγεται άνθρωπος, που μπορεί να κάνει το μεγαλύτερο καλό, τη μεγαλύτερη πρόοδο αλλά και τη μεγαλύτερη καταστροφή. Για όλους αυτούς τους λόγους το αγαπήσαμε το «Da». Μας δίδαξε πολλά πράγματα. Αλλά είναι τεράστια ικανοποίηση και ευλογία για τους ίδιους λόγους να επικοινωνήσει και με το κοινό με επιτυχία.

Το «Da» μας θυμίζει ότι η καλοσύνη και η αγάπη μπορούν να διώξουν τα σκοτάδια. Εσείς το πιστεύετε αυτό;

Απόλυτα. Ο,τι βιώνουμε, ακόμα και τα πιο έντονα πράγματα, είναι της καθημερινότητάς μας, του σπιτιού μας, δηλαδή των γονιών μας, του μεγαλώματός μας. Το πώς μεγαλώσαμε, το πώς γαλουχηθήκαμε, τι ακούσαμε, πόσο βασανιστήκαμε, πόσο αγαπηθήκαμε. Είναι αυτά τα πράγματα που θα κουβαλάμε για πάντα. Γι’ αυτό πρέπει να είμαστε προσεκτικοί στο πώς συμπεριφερόμαστε στα παιδιά μας, στους γονείς μας, στους φίλους μας, στον γείτονά μας, στον άνθρωπο που συναντάμε. Το λέω και θα το λέω πάντα ότι το καλό γεννάει καλό και το κακό γεννάει κακό. Μια καλοσύνη, ένα άγγιγμα, μια τρυφερότητα, μια ευεργεσία μπορεί να μαλακώσει ακόμα και τον πιο σκληρό άνθρωπο, να του αλλάξει τη ζωή και τη συμπεριφορά. Ετσι, λοιπόν, εκείνο που πρέπει να επιδιώκουμε είναι το καλό και δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι το παιδί θα κουβαλάει για πάντα αυτά που έχει ζήσει, που είτε θα το καταστρέψουν είτε θα το σώσουν. Και πρέπει να είμαστε προσεκτικοί γιατί το παρόν μας είναι το παρελθόν. Αυτό κουβαλάμε πάντα και μας βοηθάει να επιβιώσουμε, να ζήσουμε, να μεταδώσουμε.

Θεωρείτε ότι άνθρωποι σαν τον «Da» υπάρχουν σήμερα γύρω μας; Γιατί δεν τους βλέπουμε εύκολα.

Υπάρχουν. Ας μην είμαστε αφοριστικοί. Ας μην είμαστε τόσο απαισιόδοξοι. Υπάρχουν οι άνθρωποι. Πρέπει να τους εντοπίσουμε. Να τους ενθαρρύνουμε, να τους επαινέσουμε, να μην τους πληγώσουμε, γιατί θα απογοητευτούν και οι ίδιοι από τον άνθρωπο και δεν είναι σωστό. Οι σοφοί εντέλει άνθρωποι ξέρουν τις αδυναμίες του άλλου και τις συγχωρούν. Μια συγχώρεση όπως και μια ευεργεσία και ένα τρυφερό χάδι μπορεί να αλλάξουν τον άνθρωπο. Ενα άλλο πράγμα που έχει αυτό το θεάρεστο έργο είναι ότι μας λέει ότι μπορεί να είμαστε ευτυχισμένοι με πολύ λίγα πράγματα γύρω μας. Να μη μας αγχώνουν τα υλικά αγαθά, ο πλούτος, να μην τοποθετούμε την ευτυχία μας ψηλά και ακριβά. Γιατί αν την τοποθετήσουμε γύρω σε πράγματα που αγγίζουμε και ελέγχουμε, θα είμαστε κάθε μέρα ευτυχισμένοι. Μια παρέα, ένα χάδι, ένα άγγιγμα, ένα τραπέζι με φίλους, ένα σινεμά, μια βόλτα, ο ήλιος, ένα ζώο που αγαπάμε και που μας αγαπάει. Πόσα πράγματα είναι γύρω μας χωρίς χρήματα κι έτσι μπορούν να μας κάνουν ευτυχισμένους.