Σήμερα, εκατομμύρια εργαζόμενοι έχουν συνηθίσει να χρησιμοποιούν το αυτοκίνητό τους -ακόμα και για μικρές αποστάσεις- για να μεταβούν στην εργασία τους. Πριν 70 χρόνια περίπου, όμως, κάποιοι πεισματάρηδες ταξιτζήδες αποφάσισαν να μετακινήσουν συμπολίτες τους σχεδόν δωρεάν, για να μην περπατάν χιλιόμετρα, καθημερινά.

Τον Δεκέμβρη του 1955, στο Μοντγκόμερι των ΗΠΑ, περίπου 40.000 εξοργισμένοι μαύροι επιβάτες λεωφορείων -τουλάχιστον το 75% των επιβατών λεωφορείων της πόλης- αρνήθηκαν να ξαναπάρουν λεωφορείο για να μετακινηθούν.

Λίγες μέρες πριν, ένας οδηγός λεωφορείου είχε ζητήσει από την μοδίστρα Ρόζα Παρκς, που επέστρεφε σπίτι της, να σηκωθεί από τη θέση της για να κάτσει ένας λευκός. Η άρνηση της Παρκς να το πράξει πυροδότησε μια από τις σημαντικότερες στιγμές του κινήματος για τα πολιτικά δικαιώματα στις ΗΠΑ.

Μέσα σε λίγες μέρες, οι εκκλήσεις για μποϊκοτάζ εξαπλώθηκαν σε όλο το Μοντγκόμερι. Το Μποϊκοτάζ των Λεωφορείου του Μοντγκόμερι όχι μόνο προσέδωσε πανεθνική εμβέλεια σε προσωπικότητες όπως ο Παρκς και ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ, αλλά ώθησε την αφροαμερικανική κοινότητα της πόλης να δράσει.

Αφού οι μαύροι ηγέτες αναγνώρισαν την επιτυχία του μποϊκοτάζ της πρώτης ημέρας, σκέφτηκαν πώς θα μπορούσαν να συνεχίσουν το μποϊκοτάζ μέχρι η πόλη να ικανοποιήσει τα αιτήματά τους για τον τερματισμό των ρατσιστικών νόμων περί διαχωρισμού στα λεωφορεία.

Για να συνεχιστεί λοιπόν, το μποϊκοτάζ, χρειαζόταν εναλλακτική μεταφορά. Σύμφωνα με τον ακτιβιστή πολιτικών δικαιωμάτων Bayard Rustin υπήρχαν άνδρες που περπατούσαν έως και 14 μίλια κάθε μέρα! «Καταλάβαμε ότι, μακροπρόθεσμα, είναι πιο τιμητικό να περπατάς με αξιοπρέπεια παρά να οδηγείς με ταπείνωση», είπε ο Κινγκ.

Τη λύση δίνουν οι… γενναίοι «ταρίφες»

Τότε λοιπόν, οι μαύροι ταξιτζήδες του Μοντγκόμερι έδωσαν τη λύση. Οι εταιρίες ταξί που ανήκανε σε μαύρους, -περίπου 210 ταξί-, προσφέρθηκαν εθελοντικά να μειώσουν τα ναυάλα τους σε μόλις 10 σεντς, δηλαδή την ίδια τιμή που κόστιζε ένα εισιτήριο λεωφορείου.

Οι μεταφορές της πόλης βίωναν μια τρομερή κρίση χάνοντας ημερησίως 30.000 με 40.000 ναύλους λεωφορείων. «Χωρίς το αυτοκίνητο, το μποϊκοτάζ των λεωφορείων στο Μοντγκόμερι δεν θα ήταν δυνατό», δήλωσε στο περιοδικό Smithsonian Magazine η συγγραφέας Γκρέτσεν Σόριν, συγγραφέας του βιβλίου «Driving While Black: African American Travel and the Road to Civil Rights».

Τότε, η φιλελεύθερη οικονομικά Αμερική κατάλαβε ότι δεν μπορείς να αφήσεις την αγορά και τόσο «ελεύθερη», αποφασίζοντας να δράσει. Έτσι, η αστυνομία του Μοντγκόμερι θέσπισε νόμο για τα ελάχιστα κόμιστρα, συλλαμβάνοντας ακόμη και οδηγούς ταξί που βοηθούσαν τους μαύρους κατοίκους της πόλης.

Ασφαλιστικές εταιρείες αυτοκινήτων πιέστηκαν ακόμα και να ανακαλέσουν ή να αρνηθούν την ασφάλιση σε ιδιοκτήτες μαύρων αυτοκινήτων.

Παρ’ όλα αυτά, οι μαύροι διοργανωτές αρνήθηκαν να υποχωρήσουν στην πίεση. Οι διαδηλωτές απλώς επέλεξαν ακόμα και να περπατήσουν. Περισσότερα από 200 άτομα προσέφεραν εθελοντικά τα αυτοκίνητά τους για να σταματήσουν σε περίπου 100 στάσεις λεωφορείων σε όλη την πόλη.

«Αναρωτήθηκα ποια θα ήταν η απάντηση των οδηγών, αφού μόλις 28 από αυτούς είχαν συλληφθεί με την κατηγορία της συνωμοσίας για την καταστροφή της εταιρείας λεωφορείων», έγραψε ο Bayard Rustin στο ημερολόγιό του. «Ένας ένας δεσμεύτηκαν ότι, αν χρειαστεί, θα συλλαμβάνονταν ξανά και ξανά».

Στις 5 Ιουνίου 1956, ένα ομοσπονδιακό δικαστήριο του Μοντγκόμερι έκρινε ότι οι νόμοι που απαιτούσαν φυλετικό διαχωρισμό στα λεωφορεία παραβίαζαν την 14η Τροποποίηση. Έξι μήνες αργότερα, στις 21 Δεκεμβρίου, τα λεωφορεία του Μοντγκόμερι ενσωματώθηκαν. Τότε, έληξε και το μποϊκοτάζ.

Μια σπάνια ένδειξη αλληλεγγύης, αγωνιστικότητας και αποφασιστικότητας στην πράξη και όχι μόνο στα λόγια, που για τις σημερινές κοινωνίες -και φυσικά την ελληνική- είναι μάλλον κάτι άγνωστο.

Μη πληροφορίες από Business Insider