Ο Adam Nicolson είναι ένας Άγγλος συγγραφέας που γράφει για την ιστορία, το τοπίο, τη λογοτεχνία και τη θάλασσα. Σε άρθρο γνώμης στην New York Times γράφει για ένα ταξίδι με ιστιοπλοϊκό στο Αιγαίο και πώς αυτό του αναθεώρησε τη γνώμη του για την θεμελιώδη φύση των πραγμάτων.

«Πριν από λίγα χρόνια, η σύζυγός μου, η Sarah, και εγώ πήγαμε ένα ταξίδι με ιστιοπλοϊκό στο ανατολικό Αιγαίο. Ήταν παράδεισος: Εμείς οι δύο στη θάλασσα, χαρτογραφώντας μια διαδρομή μεταξύ των ελληνικών νησιών και της ακτής της Τουρκίας.

Καθώς πηγαίναμε από λιμάνι σε λιμάνι, δεν μπορούσα να μην παρατηρήσω ότι τα ονόματα πολλών από τα μέρη που περνούσαμε μου ήταν γνωστά, καθώς τα είχα συναντήσει στη δουλειά μου ως ιστορικός.

Τριάντα ή σαράντα μίλια νότια από εκεί που βρισκόμασταν με το σκάφος, βρισκόταν η Μίλητος, η γενέτειρα μερικών από τους πρώτους καταγεγραμμένους θεωρητικούς του κόσμου. Είκοσι μίλια ανατολικότερα, στην Έφεσο, ήταν η πατρίδα του Ηράκλειτου, του πρώτου ανθρώπου του οποίου οι προβληματισμοί για την αλληλοσυσχέτιση των πραγμάτων έχουν φτάσει σε εμάς. Απέναντι βρισκόταν η Λέσβος, το νησί της Σαπφούς και του Αλκαίου, των μεγαλύτερων πρώιμων λυρικών ποιητών. Στα νότια, η Σάμος,  η γενέτειρα του Πυθαγόρα.

Μου έκανε εντύπωση το γεγονός ότι όχι τόσο μακριά από το μικρό μας σκάφος απλωνόταν ολόκληρη η ελληνική φιλοσοφία. Αυτές οι γκριζογάλανες μάζες των νησιών και της ηπειρωτικής χώρας έκρυβαν μέσα τους τις πόλεις των στοχαστών.

Εκεί, εν πλω, άρχισα να αναρωτιέμαι για τη σχέση των τόπων και των ιδεών – πώς οι τόποι μπορούν να ανοίξουν τον τρόπο με τον οποίο σκεφτόμαστε και αισθανόμαστε. Τότε συνειδητοποίησα ότι η φιλοσοφία έχει γεωγραφία. Το να βρίσκεσαι στους τόπους που γνώριζαν αυτοί οι στοχαστές, να επισκέπτεσαι τις πόλεις τους, να πλέεις στις θάλασσές τους και να βλέπεις τα τοπία τους σημαίνει ότι γνωρίζεις κάτι γι’ αυτούς.

Αρκετούς αιώνες νωρίτερα, οι μεγάλοι πολιτισμοί της Εποχής του Χαλκού, στη Μεσοποταμία, την Αίγυπτο, την ανατολική Τουρκία και την Κρήτη, είχαν όλοι καταρρεύσει ή σχεδόν καταρρεύσει. Είχε ακολουθήσει μια άναρχη περίοδος βασιλείας και θαλάσσιων πειρατών – ο κόσμος, ουσιαστικά, που περιγράφει ο Όμηρος στην «Ιλιάδα». Αλλά στη συνέχεια, από το 650 π.Χ. περίπου και μετά, υπήρξε μια αναγέννηση, καθώς ένας αστερισμός ανεξάρτητων πόλεων άρχισε να αναδύεται στο ανατολικό Αιγαίο.

Ήταν κυρίως ολιγαρχίες, εξαρτημένες περισσότερο από το εμπόριο παρά από τη γεωργία, απορροφώντας την αρχαία σοφία από τους προηγούμενους πολιτισμούς στα ανατολικά, αλλά κυρίως χωρίς να κυριαρχούνται από αυτούς. Οι Έλληνες μπορούσαν να πάρουν ό,τι ήθελαν (μαθηματικά, αστρονομία, γλυπτική, ναούς, γραφή, κατασκευή χρυσών και ασημένιων κοσμημάτων) αλλά να παραμείνουν ανεξάρτητοι. Ήταν περιπετειώδεις, έμπειροι ναυτικοί και ναυπηγοί, μετέφεραν ελιές στη νότια Γαλλία, έφερναν καράβια με ασήμι από τα μεγάλα ορυχεία της νότιας Ισπανίας.

Αυτές λοιπόν οι πόλεις ήταν τα σπίτια των ανθρώπων που θεωρούνται γενικά οι πρώτοι φιλόσοφοι, με τη ζωή τους να εξαρτάται από τη θάλασσα και από αυτά που μπορούσε να προσφέρει η θάλασσα. Αυτή η εκδοχή της Ελλάδας δεν βασιζόταν στη γη. Υπήρχε ουσιαστικά στη θάλασσα και, όπου άγγιζε τη στεριά, εμφανίζονταν ως οι πόλεις από τις οποίες προέρχονταν αυτοί οι φιλόσοφοι.

Ποιος θα μπορούσε λοιπόν να φανταστεί ότι λίγες μέρες ιστιοπλοΐας σε ελληνικά νερά κολυμπώντας σε καταγάλανους κόλπους θα μπορούσαν να αρχίσουν να μου αλλάζουν γνώμη για τη θεμελιώδη φύση των πραγμάτων; Αλλά αυτό έγινε.

Και αν κάποιος με ρωτήσει γιατί σκέφτομαι τώρα όπως σκέφτομαι, μπορώ να απαντήσω: Επειδή κάποτε έκανα ιστιοπλοΐα στη θάλασσα όπου ξεκίνησε η φιλοσοφία».