Είναι το εμβληματικό στοιχείο του νεοκλασικού ρυθμού. Η ανορθωμένη διακόσμηση με την ανάγλυφη σύνθεση, που γίνεται αντιληπτή ως «ακροκέραμο» ακόμα και από περαστικούς που δεν είναι ειδήμονες στις διαστρωματώσεις της αρχιτεκτονικής μέσα στην πόλη.

Στα νεοκλασικά ακροκέραμα και την εποχή τους (1830-1930) είναι αφιερωμένος ο τόμος που επιμελήθηκαν οι Αναστάσης Παπαληγούρας και Στέφανος Νομικός, βασισμένοι στις προσωπικές συλλογές τους, από τις μεγαλύτερες με ακροκέραμα στην Ελλάδα, όπως πιστοποιεί το φωτογραφικό corpus στο τέλος του ομότιτλου βιβλίου (εκδ. Ολκός).

Και εδώ κρύβεται μία πρωτοτυπία: από τις περίπου 400 ωφέλιμες σελίδες οι άνω των 150 αποτυπώνουν ακριβώς διαφορετικούς τύπους ακροκεράμων από την Αθήνα και τον Βόλο, το Ζάππειο και το Εθνικό Θέατρο έως την Τήνο και την Αστυπάλαια.

Στο πρώτο μέρος, από την άλλη, ο αναγνώστης εισέρχεται ομαλά στο ιστορικό πλαίσιο που οδήγησε στην εμφάνιση του συγκεκριμένου διακοσμητικού στοιχείου μέσα στον αστικό ιστό.

Στην εισαγωγή αυτή ο αναγνώστης μαθαίνει αρκετές αθέατες όψεις για την ιστορική περίοδο.

Το γεγονός, για παράδειγμα, ότι «τα νεοκλασικά ακροκέραμα χρωστούν σε μεγάλο βαθμό, αν όχι την ίδια την ύπαρξή τους, πάντως την πλατιά διάδοση της μεγάλης ποικιλίας τους και την υιοθέτησή τους ως κατεξοχήν συμβόλων του νέου ρυθμού, στο Α’ Νεκροταφείο Αθηνών!», όπως αναφέρει ο Α. Παπαληγούρας στο σχετικό κεφάλαιο ύστερα από μια σύντομη σύνοψη για την εποχή του νεοκλασικισμού στην Ελλάδα.

Μια αντίστροφη διαδρομή επιχειρεί ο ακαδημαϊκός Μιχάλης Τιβέριος περιγράφοντας διεξοδικά τους «ηγεμόνες κεράμους» της αρχαιότητας, ενώ ο ομότιμος καθηγητής της Ιστορίας της Αρχιτεκτονικής (Μετσόβιο Πολυτεχνείο) Μάνος Μπίρης συμπληρώνει με το κεφάλαιο «Ο κλασικισμός στην ευρωπαϊκή αρχιτεκτονική».

Ξεχωριστή θέση μέσα στον τόμο αποκτά η ενότητα «Είκοσι χαρακτηριστικά κτίρια του αθηναϊκού νεοκλασικισμού» των Μ. Μπίρη – Αν. Παπαληγούρα, η οποία μαζί με την εικονογραφική τεκμηρίωση – σε λήψεις του Λεωνίδα Κουργιαντάκη – διαβάζεται και ως αυτόνομη συνεισφορά.

Περιγραφή γίνεται ακόμη για τα αγγειοπλαστεία και κεραμοποιεία της Αθήνας (1850-1930), τα ανθεμωτά ακροκέραμα και τις απολήξεις των επιτύμβιων στηλών (Μάρω Καρδαμίτση – Αδάμη), τα συγγενή με τα ακροκέραμα μέλη του νεοκλασικού κτιριακού διακόσμου, την κεραμική στην αθηναϊκή κατοικία της πρώιμης οθωμανικής περιόδου (Ειρήνη Φατσέα), τεχνικά χαρακτηριστικά και διαδικασία κατασκευής (Νίκος Λιάρος), τη λαογραφική πτυχή των ακροκεράμων και τη νεοελληνική παραδοσιακή κεραμική (Α. Παπαληγούρας).

Πόσα χρειάζονταν

Ακολουθώντας κανείς το «αφήγημα» γύρω από το μεμονωμένο αυτό διακοσμητικό στοιχείο αντιλαμβάνεται ότι εισέρχεται σε μία ρωγμή μέσα από την οποία ανοίγεται η μεγάλη εικόνα για την εποχή, τα ήθη και τις πρακτικές που συνδέονταν με τον συγκεκριμένο κλάδο της βιοτεχνίας και την αστική τάξη.

Σημειώνει σχετικά ο Α. Παπαληγούρας: «Υπολογίζεται ότι το τυπικό μέσο αστικό σπίτι χρειαζόταν για τη διακόσμηση της στέγης του μερικές δεκάδες μετωπικών ακροκεράμων, τέσσερα ή πάντως μονοψήφιο αριθμό γωνιακών και ενδεχομένως τριάδα ακρωτηρίων – ένα κορυφαίο και δύο γωνιακά – για κάθε αέτωμα.

Περίοπτα δημόσια κτίρια, ανάλογα με το μέγεθός τους, μπορούσαν να φιλοξενήσουν αντίστοιχα πολλαπλάσια διακοσμητικά, μέχρι και δύο εκατοντάδες περίπου συνολικά. Ετσι, για τον ίδιο λόγο που τα γωνιακά ακροκέραμα είναι σπανιότερα των μετωπικών, τα κορυφαία ακρωτήρια είναι σπανιότερα των γωνιακών».

info

Αναστάσης Παπαληγούρας – Στέφανος ΝομικόςΤα νεοκλασικά ακροκέραμα και η εποχή τους (1830 – 1930)Εκδ. Ολκός, σελ. 410Φωτογραφίες: Λεωνίδας Κουργιαντάκης