Τα social media μπορεί να μην πυροβολούν, έχουν όμως τη δύναμη να σκοτώσουν…

Η κατάρρευση της Credit Suisse ήταν το αποτέλεσμα διαφόρων παραγόντων, ωστόσο ο «πυροκροτητής» για την τραπεζική αυτή  «έκρηξη» στην Ευρώπη ήταν ένα tweet.

Για του λόγου το ασφαλές την 1η Οκτωβρίου του 2022 ο Αυστραλός δημοσιογράφος του επιχειρηματικού ρεπορτάζ, Ντέιβιντ Τέιλορ, του ABC έγραψε στο Twitter ότι σύμφωνα με πηγές του μια μεγάλη επενδυτική τράπεζα βρισκόταν στο χείλος του γκρεμού.

Ο ίδιος μπορεί να μην την «φωτογράφισε», όμως η ανάρτηση του έγινε viral και σύντομα οι φήμες έβαζαν στοίχημα ότι επρόκειτο για την Credit Suisse, τη δεύτερη μεγαλύτερη τράπεζα της Ελβετίας. Μάλιστα, οι κακές γλώσσες προχωρούσαν ένα βήμα παραπάνω και προέβλεπαν τον αιφνίδιο θάνατο της μέσα στο επόμενο Σαββατοκύριακο, γράφει το Foreign Policy.

Για όλα φταίει ένα tweet;

Μέχρι τη Δεύτερα ο Τέιλορ είχε κατεβάσει το επίμαχο tweet, ωστόσο με το άνοιγμα των αγορών εκείνη την ημέρα η μετοχή της Credit Suisse  είχε χάσει ήδη το 12% της αξίας της. Και η αλήθεια είναι ότι δεν συνήλθε ποτέ έκτοτε, γιατί παρά τις διαβεβαιώσεις των ιθύνοντων της περί επαρκούς ρευστότητας οι καταθέτες της δεν σταμάτησαν να αποσύρουν τις αποταμιεύσεις τους μέχρις ότου οι ελβετικές αρχές υποχρεώθηκαν να αναγκάσουν την άλλη μεγάλη ελβετική τράπεζα, την UBS, να συμφωνήσει στην εξαγορά της.

Η Credit Suisse αντιμετώπιζε προβλήματα για πολλά χρόνια, τα οποία ουσιαστικά ήταν δικό της δημιούργημα. Όλοι το ήξεραν αυτό. Με το πέρασμα των χρόνων, η τράπεζα έχασε χρήματα και αξιοπιστία λόγω των αλόγιστων επενδύσεων της σε ένα hedge fund (αντισταθμιστικό αμοιβαίο κεφάλαιo υψηλού κινδύνου) και μια χρηματοοικονομική εταιρεία, των υπερβολικών μπόνους που έδινε και ενός CEO που κατασκοπεύει τη δική του διοίκηση και πολλά άλλα.

Ωστόσο, όσοι γνώριζαν καλά την κατάσταση εκ των έσω έλεγαν ότι η κατάσταση τον τελευταίο ενάμιση χρόνο, είχε βελτιωθεί αισθητά. Η διοίκηση της τράπεζας ήταν σταθερή, η οικονομική κατάσταση είχε βελτιωθεί και τα σκάνδαλα έμοιαζαν να είναι τελειωμένη υπόθεση.

Στις 19 Μαρτίου, οπότε η Credit Suisse απορροφήθηκε από την UBS, η Μαρλέν Άμσταντ, πρόεδρος της Finma, επιβεβαιώσε ότι την εκροή καταθέσεων και επενδύσεων από την Credit Suisse είχαν πυροδοτήσει οι φήμες που κυκλοφορούσαν από το περασμένο φθινόπωρο σε μια ευθεία αναφορά στο επίμαχο tweet από την Αυστραλία. Όπως συνόψισε ο πρόεδρος της ελβετικής τράπεζας, Άλεξ Λέχμαν, τα social media και η ψηφιοποίηση είχαν «θεριέψει τις φλόγες του φόβου».

Το πριν και το μετά

Η προηγούμενη τραπεζική κρίση, το 2007-08, ήταν μια πιστωτική κρίση. Οι τραπεζίτες, καθοδηγούμενοι από την έντονη αδρεναλίνη μπροστά στην προοπτική τεράστιων μπόνους, έπαιζαν με ριψοκίνδυνα νέα προϊόντα, όπως οι εγγυημένες χρεωστικές υποχρεώσεις. Εκείνη την εποχή οι σχετικές ρυθμίσεις ήταν λίγες και η εποπτεία μηδενική. Αυτή τη φορά, ωστόσο, δεν ήταν τα «κόκκινα» δάνεια που απείλησαν ορισμένες τράπεζες, αλλά οι αυξήσεις επιτοκίων από τις κεντρικές τράπεζες σε όλο τον κόσμο.

Μετά την κατάρρευση της Credit Suisse, άρχισαν να μπαίνουν στοιχήματα για το ποια άλλη μεγάλη ευρωπαϊκή τράπεζα θα ακολουθήσει τον ίδιο δρόμο της καταστροφής. Το πρώτο όνομα που έπεσε στο τραπέζι ήταν η Deutsche Bank, αλλά σύντομα οι σχετικές ανησυχίες έσβησαν. Δεκαπέντε χρόνια μετά την τελευταία τραπεζική κρίση, λένε οι καλοί γνώστες του χρηματοπιστωτικού τομέα, η ευρωπαϊκή τραπεζική εποπτεία έχει βελτιωθεί.

Οι κανόνες είναι αυστηρότεροι από ότι το 2007-08, τόσο αυστηροί που οι ευρωπαϊκές τράπεζες διαμαρτύρονται σήμερα ότι η «δουλειά» τους διοχετεύεται στον σκιώδη τραπεζικό τομέα, όπου απουσιάζει ο έλεγχος. «Οι τράπεζες, ειδικά στην Ευρώπη, είναι σε καλύτερη κατάσταση από ότι πριν από 15 χρόνια», λέει ο Νίκολας Βέρον, ειδικός στον τραπεζικό τομέα από τη δεξαμενή σκέψης Bruegel με έδρα τις Βρυξέλλες. «Δεν νομίζω ότι βρισκόμαστε σε τραπεζική κρίση», υπογραμμίζει.

Ωστόσο, είναι μεγάλη αλήθεια αυτό που λέγεται ότι οι άνθρωποι προετοιμάζονται για τις προηγούμενες κρίσεις, χωρίς να δίνουν καμιά προσοχή στους νέους κινδύνους. Ένας τέτοιος κίνδυνος είναι η άνοδος των social media, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι, στις μέρες μας, οι πελάτες συναλλάσσονται ψηφιακά 24/7. Πριν από την Credit Suisse, η μοίρα της οποίας σφραγίστηκε από ένα tweet, η Silicon Valley Bank (SVB) από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού κατέρρευσε μέσα σε δύο ημέρες μόνο.

Την πάτησε και η Silicon Valley Bank

Πως έγινε αυτό στο άψε σβήσε; Οι διαχειριστές κεφαλαίων συμβούλεψαν τους πανικόβλητους πελάτες τους να αδειάσουν τους λογαριασμούς τους. Στη συνέχεια, οι πελάτες αυτοί μοιράστηκαν τις εμπειρίες τους σε Twitter και WhatsApp και μέσα σε λίγες ώρες 42 δισεκατομμύρια δολάρια από τα ταμεία της SVB έκαναν φτερά.

Η κατάσταση ήταν «ένα τραπεζικό σπριντ, όχι ένας τραπεζικός πανικός», είχε εξηγήσει τότε στον Guardian, ο Μάικλ Ίμερμαν, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Ιρβάιν της Καλιφόρνια, τονίζοντας ότι «τα social media έπαιξαν κομβικό ρόλο στην κατάρρευση της».

Τα τελευταία χρόνια, η σχέση ανάμεσα στις τράπεζες και τους πελάτες τους έχει αλλάξει δραστικά. Μέχρι χθες οι πελάτες έδιναν σημασία σε αυτά που τους έλεγαν οι τραπεζίτες. Τώρα, λαμβάνουν την πληροφόρηση τους από τα sites και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.

Σύμφωνα με τον Βρετανό κοινωνιολόγο με ειδίκευση στα χρηματοοικονομικά, Ντόναλντ ΜακΚένζι, τα social media δεν είναι απλώς μια «κάμερα» των γεγονότων (δηλαδή ένας τρόπος να δεις όσα συμβαίνουν γύρω σου), αλλά περισσότερο μια «μηχανή», που σπρώχνει τις εξελίξεις.

Ta social media ρίχνουν μετοχές

Απόδειξη αυτού είναι ότι όπως συμπέρανε μια ομάδα Αμερικανών οικονομολόγων που μελέτησε την επίδραση 5.4 εκατομμυρίων tweets τα οποία δημοσιεύτηκαν από το 2020 μέχρι πρόσφατα, οι «αρνητικές αποδόσεις (για τις τιμές των μετοχών των τραπεζών) προκύπτουν κατά κανόνα μετά από περιόδους έντονης συνομιλίας στο Twitter».

Σχολιάζοντας σχετικά ο Τσαρλς Χένρι Μονσό, διευθύνων σύμβουλος επενδύσεων της ελβετικής Syz, έκανε λόγο για το… σύνδρομο Ikea, δηλαδή καντ’ το μόνος σου, αλλά στον τραπεζικό τομέα. Με άλλα λόγια «γιατί να εμπιστευτείτε την τράπεζά σας, όταν κάποιος έχει κάνει μια έξυπνη ανάλυση στο Twitter;»…

Αυτό που αποδείχθηκε μοιραίο για την Credit Suisse, είπε ο Monchau, είναι ότι η τράπεζα –όπως και η SVB– δεν συνειδητοποίησε ότι με την άνοδο των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, η αρχή του «γνωρίζεις τον πελάτη σου» (οι τράπεζες παρακολουθούν τους πελάτες τους) έχει ανατραπεί. «Σήμερα, είναι «γνώρισε την τράπεζά σου», είπε: οι πελάτες παρακολουθούν τις τράπεζες.