Ήταν Μάρτιος του 2020 όταν άρχισαν να εφαρμόζονται στην Ελλάδα σταδιακά τα πρώτα μέτρα για την αναχαίτιση της πανδημίας του κοροναϊού.

Στις 22 Μαρτίου ανακοινώνεται η απαγόρευση κυκλοφορίας. Οι πολίτες καλούνται να παραμείνουν στα σπίτια τους ενώ εφαρμόζεται η τηλεργασία.

Όχι όμως όλοι. Υπήρχαν εκείνοι που βρέθηκαν στην πρώτη γραμμή της μάχης κατά του κοροναϊού και που δεν κατάφεραν να νιώσουν την ασφάλεια του να βρίσκεσαι ή να εργάζεσαι στο σπίτι.

Εκείνοι που δεν έβγαλαν ποτέ την μάσκα και η μόνη τους συντροφιά ήταν οι συνάδελφοί τους και οι ήχοι των μηχανημάτων οξυγόνου.

Εκείνοι που για κάποιους ήταν οι τελευταίοι άνθρωποι που θα έβλεπαν οι ασθενείς τους και η τελευταία τους ελπίδα.

Μια από αυτές τις περιπτώσεις είναι και η ιστορία της Ελένης Γρηγοροπούλου, νοσηλεύτριας στο Νοσοκομείο του Ευαγγελισμού, η οποία βρέθηκε να εργάζεται και στα δύο κύματα της πανδημίας στις ΜΕΘ για ασθενείς με κοροναϊό.

«Δεν ήξερε κανένας μας τι γινόταν. Είχα στην αρχή σοκαριστεί, ήμουν πολύ αγχωμένη. Γνωρίζαμε ότι προσληφθήκαμε λόγω κοροναϊού σαν επικουρικό προσωπικό, οπότε ήταν κάτι που περιμέναμε. Ωστόσο, όταν γίνεται, δεν μπορείς να το πιστέψεις» περιγράφει στο in.gr η Ελένη, η οποία μόλις είχε αρχίσει να εργάζεται ως νοσηλεύτρια.

«Φοράγαμε την στολή για τις ΜΕΘ μαζί με την ασπίδα και τη μάσκα, οπότε δεν φαινόταν τίποτα ουσιαστικά από τα πρόσωπά μας. Ήταν λίγο περίεργο για τους ασθενείς, όταν ξυπνούσαν, να σε βλέπουν έτσι ντυμένη. Νιώθεις και ο ίδιος περίεργα» αναφέρει.

Πιο ασφαλείς στην μονάδα, παρά έξω

Όπως αναφέρει και η ίδια ήταν αρκετά αγχωτικό για εκείνη τις πρώτες μέρες, καθώς όλη αυτή η κατάσταση της ήταν πρωτόγνωρη. «Καθώς ήταν η πρώτη μου δουλειά ως νοσηλεύτρια, ήταν πιο μεγάλο το σοκ».

«Μετά που προσαρμόστηκα ήμουν πιο ήρεμη, καθώς ήξερα ότι είμαι πιο ασφαλής εκεί μέσα, εφόσον ήμουν ντυμένη και εφαρμόζονταν όλα τα απαραίτητα μέτρα, παρά έξω, που μπορούσα να έρθω σε επαφή με κάποιο κρούσμα ανά πάσα στιγμή χωρίς να το ξέρω».

Χωρίς ένα τελευταίο αντίο

Περισσότεροι από 18.000 έχουν χάσει μέχρι τώρα τη ζωή τους από τον φονικό ιό. Μόλις 3.500 ήταν εκείνοι που κατάφεραν από αποδιασωληνωθούν, ενώ 690 βρίσκονται διασωληνωμένοι αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα.

Η Ελένη δεν θα ξεχάσει την περίπτωση ενός ασθενή της, ο οποίος μόλις 43 ετών εισήχθη σε ΜΕΘ. Ωστόσο δεν κατάφερε να βγει νικητής από την άνιση αυτή μάχη.

«Παλιά ήταν στα ΟΥΚ και ήταν υγιέστατος. Ωστόσο είχε πολλές επιπλοκές από τον κοροναϊό. Δεν άντεξε και έφυγε από τη ζωή. Πριν διασωληνωθεί ήθελε να δει την κόρη του, γιατί ένιωθε ότι δεν θα άντεχε μετά, κάτι που ήταν αρκετά επώδυνο. Ήταν από τους πιο νέους που έζησα να φεύγουν. Η γιατροί το πάλεψαν αρκετά, όπως και για όλους, αλλά όπως και να το κάνεις, για έναν νέο άνθρωπο, είναι ακόμα πιο σοκαριστικό».

«Να βλέπεις τους ανθρώπους να μην μπορούν να αποχαιρετήσουν τις ίδιες τους τις οικογένειες» αναφέρει η Ελένη.

«Αυτές τις εικόνες που βλέπουμε με ασθενείς που μιλούσαν μέσω Skype, κανονικά δεν επιτρέπεται ούτε αυτό, απλώς το κάνουν χαριστικά. Δεν επιτρέπεται καν να τους χαιρετίσουν από την τζαμαρία. Έφευγαν χωρίς κανέναν ουσιαστικά, είχαν μόνο εμάς».

«Οι περισσότεροι που έμπαιναν ήταν μεγάλης ηλικίας όποτε ήταν σε καταστολή, και ‘’έφευγαν’’ χωρίς να καταλάβουν κάτι. Αλλά και μόνο στη σκέψη ότι μπαίνουν χωρίς να τους ξαναδεί κανένας άλλος άνθρωπος, είναι ένα αίσθημα περίεργο».

Ανάσα ελευθερίας

Υπήρχαν ημέρες που έπρεπε να είναι στις 7 το πρωί στο Νοσοκομείο, να ολοκλήρωνε τη βάρδιά της το μεσημέρι και να έπρεπε να ξαναγυρίσει ώστε να δουλέψει στην εφημερία μέχρι τις 7 το επόμενο πρωί.

Όλες τις ώρες που εργαζόταν, η μάσκα δεν αποχωριζόταν το πρόσωπό της.

«Καμιά φορά τύχαινε να είμαστε όλο το 8ωρο μέσα στη μονάδα ή να βγαίνουμε μόνο για μία ώρα για λάβουμε καινούργιες οδηγίες που μας έγραφαν οι γιατροί. Όταν έβγαινες και έβγαζες τη μάσκα ένιωθες μια ελευθερία. Ένιωθες όμως ότι τουλάχιστον έκανες κάτι εκεί που ήσουν».

«Ας έρθουν μια βόλτα από τα νοσοκομεία…»

Στις μονάδες κυκλοφορούν μόνο οι νοσηλευτές και οι γιατροί. Στην περιοχή που βρίσκονται τα περιστατικά κοροναϊό είναι όλα κλειστά με τζαμαρία.

Στον διάδρομο ξεχωρίσει μονάχα ένας μικρός χώρος που υπάρχουν οι μάσκες και οι στολές, όπου εκεί ντύνονται οι νοσηλευτές και γιατροί πριν μπουν στα περιστατικά.

«Ακόμα και τα ρούχα που φορούσα για να πάω απλώς για δουλειά εννοείται ότι μετά γυρνούσα και τα έπλενα σε υψηλές θερμοκρασίες» περιγράφει η Ελένη.

«Είχαμε συγκεκριμένο τρόπο που ξεντυνόμασταν μετά τις κλίνες covid. Την στολή την αφαιρούσαμε μέσα στο δωμάτιο πριν βγούμε και εννοείται δεν βγάζαμε τη μάσκα. Αφαιρούσαμε τη στολή, τα ποδονάρια και όταν βγαίναμε από την τζαμαρία πια αφαιρούσαμε πρώτα τα γυαλιά ή την ασπίδα, το σκουφάκι και την χειρουργική μάσκα. Υπήρχε συγκεκριμένος τρόπος και να ντύνεσαι ώστε να μην μπει κάτι στο στόμα ή στα μάτια αλλά και συγκεκριμένος τρόπος να αφαιρείς τη στολή. Μπορεί για παράδειγμα να έχει πεταχτεί κάτι στην ασπίδα πάνω, αρά θα πρέπει να προσέξεις πώς να τη βγάλεις».

«Όσο και να θέλουν να το καταλάβουν κάποιοι, δεν γίνεται να νοσούν και να πεθαίνουν τόσοι άνθρωποι και να μην υπάρχει πανδημία. Και κοροναϊό να μην θέλουν να το ονομάσουν υπάρχει μια πανδημία» ξεσπά για τους αρνητές η Ελένη, η οποία τους προκαλεί «να έρθουν μια βόλτα από ένα νοσοκομείο να μπουν να δουν τι γίνεται. Δεν μπορούν να το νιώσουν αν δεν το έχουν ζήσει».