Συμφώνησαν ότι έχουν «σοβαρές διαφορές», αλλά και ότι μπορούν και πρέπει να συνεχίσουν να συνομιλούν. Παράλληλα, άφησαν να εννοηθεί πως ο δρόμος που οδηγεί σε μια συνάντηση κορυφής ανάμεσα στους προέδρους των δύο χωρών είναι ανοιχτός και μένει στους ίδιους και τα επιτελεία τους να αποφασίσουν το πότε και πού. Οσο για τους βαρύτατους χαρακτηρισμούς που αντάλλαξαν πρόσφατα οι Τζο Μπάιντεν και Βλαντίμιρ Πούτιν – ο πρώτος είχε χαρακτηρίσει «δολοφόνο» τον δεύτερο λίγο μετά την ορκωμοσία του, για να λάβει μιαν απάντηση με σαφή υπονοούμενα αναφορικά με την… πνευματική του υγεία – ανήκουν μάλλον στο παρελθόν, καθώς δείχνει να επικρατεί η ρεαλπολιτίκ.

Σε αυτά τα λίγα λόγια θα μπορούσε να συνοψιστεί το αποτέλεσμα της πρώτης συνάντησης που είχαν, στο περιθώριο της συνόδου του Συμβουλίου της Αρκτικής στο Ρέικιαβικ, οι υπουργοί Εξωτερικών των Ηνωμένων Πολιτειών και της Ρωσίας. Μιας συνάντησης η οποία χαρακτηρίστηκε από τον Αντονι Μπλίνκεν και αξιωματούχους του Στέιτ Ντιπάρτμεντ ως «καλή εξέλιξη για όλο τον κόσμο», καθώς και ως βάση εκκίνησης για τις σχέσεις ανάμεσα στις δύο χώρες κατά «τις εβδομάδες, τους μήνες και τα χρόνια που θα έρθουν». Η Μόσχα είναι έτοιμη να συζητήσει τα πάντα «στον καμβά του αμοιβαίου σεβασμού», είπε από την πλευρά του ο Σεργκέι Λαβρόφ – ένας πολιτικός ο οποίος έχει βρεθεί απέναντι σε επτά αμερικανούς ομολόγους του στα 17 χρόνια που κατέχει τη συγκεκριμένη θέση. Η αλήθεια, μάλιστα, είναι ότι οι δηλώσεις συνοδεύτηκαν και από συγκεκριμένες κινήσεις προς την κατεύθυνση του συμβιβασμού, τουλάχιστον από την αμερικανική πλευρά. Πρόκειται για κινήσεις, μάλιστα, που αφορούν ένα από τα κύρια μέτωπα τριβής και ενδιαφέρουν άμεσα την Ευρώπη και ειδικά το Βερολίνο: Τον αξίας 11 δισ. δολαρίων αγωγό Nord Stream 2, που θα μεταφέρει απευθείας και μέσω της Βαλτικής ρωσικό φυσικό αέριο σε γερμανικό έδαφος και τη βόρεια Ευρώπη, όπως κάνει ήδη ο Nord Stream.

Οχι κυρώσεις

Πράγματι, παρά τις περί του αντιθέτου δηλώσεις που έχουν κατά καιρούς – και πρόσφατα – κάνει τόσο ο Μπάιντεν όσο και ο Μπλίνκεν, οι ΗΠΑ αποφάσισαν χθες να μην επιβάλλουν κυρώσεις στην κοινοπραξία που έχει αναλάβει την κατασκευή του αγωγού (η πλειοψηφία της οποίας ανήκει στην Gazprom) και τον διευθύνοντα σύμβουλό της. Σημειώνεται πως η σχετική πληροφορία είχε διαρρεύσει αρκετά πριν από τη συνάντηση, με τις «πηγές» να αναφέρουν πως η Ουάσιγκτον εκτίμησε πως εάν επέμενε, θα έθετε σε σοβαρή δοκιμασία τις σχέσεις της με το Βερολίνο, όπου το σύνολο σχεδόν του πολιτικού κόσμου (και οι Πράσινοι, όπως επιβεβαίωσε χθεσινή δημοσκόπηση) και η πλειονότητα της κοινωνίας εμφανίζονται να στηρίζουν τον Nord Stream 2.

Ετσι, μετά και από αυτή την εξέλιξη, η ολοκλήρωση του έργου φαίνεται πλέον πως είναι ζήτημα λίγων εβδομάδων ή μηνών, καθώς απομένει μόλις ένα 5%. Είναι αναμφισβήτητο, ωστόσο, ότι η υποχώρηση των ΗΠΑ σε αυτό το ζήτημα – που σύντομα θα πρέπει λογικά να βρει την απάντησή της από ρωσικής πλευράς – δεν σημαίνει ότι εκλείπουν τα αίτια που μπορούν να προκαλέσουν εντάσεις ή ακόμη και σύγκρουση ανάμεσα στις δύο πλευρές.

Η ανατολική Ουκρανία και η Κριμαία, η τύχη του Αλεξέι Ναβάλνι, η δράση ρώσων χάκερ στις ΗΠΑ, ακόμη και το μέλλον της Αρκτικής είναι ορισμένα από αυτά.