Ο 61ος γύρος των διερευνητικών επαφών στην Κωνσταντινούπολη δεν έκρυβε εκπλήξεις που να γίνονται αντιληπτές σε κοινή θέα. Οι δύο αντιπροσωπείες με τον ένα ή τον άλλο τρόπο κινήθηκαν στις πάγιες θέσεις όπου δείχνουν οι πρώτες πληροφορίες που έγιναν γνωστές για το περιεχόμενο των τρίωρων συνομιλιών μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας και το ραντεβού ανανεώθηκε για την Αθήνα χωρίς πάντως να έχει διευκρινιστεί η ημερομηνία της νέας συνάντησης.

Πρωτοβουλία

Ωστόσο υπήρξε μια ενδιαφέρουσα εξέλιξη με τη σύνθεση της τουρκικής αντιπροσωπείας, η οποία έδωσε τροφή για σενάρια και προβληματισμό για την μετέπειτα πορεία των διερευνητικών επαφών. Το γεγονός ότι συμμετείχε στις συνομιλίες το δεξί χέρι του Ερντογάν, Ιμπραήμ Καλίν και το ραντεβού τελικά δεν έγινε σε ξενοδοχείο αλλά μεταφέρθηκε στο γραφείο της τουρκικής προεδρίας έχει πυροδοτήσει ερμηνείες που κατατείνουν στην άποψη ότι ο Τούρκος πρόεδρος αναβάθμισε τις συνομιλίες.

Το ερώτημα συνίσταται στο τι σημαίνει αυτή η αναβάθμιση από πλευράς Ερντογάν των συνομιλιών των δύο αντιπροσωπειών. Η Αθήνα απέφυγε να σχολιάσει το εν λόγω ζήτημα. Ο  κυβερνητικός εκπροσώπος Χρήστος Ταραντίλης όταν κλήθηκε να σχολιάσει αν επιχειρείται «μια μονομερής αναβάθμιση των συζητήσεων από την πλευρά της Τουρκίας» αρκέστηκε να απαντήσει ότι «όσον αφορά τον κ. Καλίν, δεν ορίζουμε εμείς τον τρόπο σύνθεσης της τουρκικής ομάδας».

Μία πιθανή ερμηνεία της κίνησης Ερντογάν θα μπορούσε να είναι ότι η τουρκική πλευρά αναλαμβάνει την πρωτοβουλία των κινήσεων προκειμένου να δώσει πολιτική βαρύτητα κανονικών διαπραγματεύσεων και όχι απλώς άτυπων επαφών σε αυτές τις συναντήσεις με την ελληνική πλευρά, επιταχύνοντας έτσι τις εξελίξεις.

Οιωνεί συναντήσεις κορυφής

Σε κάθε περίπτωση είναι σαφές ότι από τη στιγμή που ο Ιμπραήμ Καλίν πήρε μέρος στις συνομιλίες, η Τουρκία δείχνει πρόθεση οι συζητήσεις να μην μείνουν στο επίπεδο των διπλωματικών αντιπροσωπειών μεταξύ υπηρεσιακών παραγόντων, αλλά να πάρουν χαρακτηριστικά οιωνεί συναντήσεων κορυφής μεταξύ των πολιτικών ηγεσιών των δύο χωρών.

Άλλωστε δεν πρέπει να διαφεύγει της προσοχής ότι ο Ιμπραήμ Καλίν και η Ελένη Σουράνη υπήρξαν τα πρόσωπα που κρατούσαν ανοιχτό το δίαυλο επικοινωνίας Μητσοτάκη – Ερντογάν και στις πιο δύσκολες στιγμές των ελληνοτουρκικών σχέσεων όταν φτάσαμε ακόμα και ένα βήμα πριν από το θερμό επεισόδιο το περασμένο καλοκαίρι.

«Η λύση όλων των προβλημάτων, συμπεριλαμβανομένων και εκείνων του Αιγαίου, είναι εφικτή υπό την ισχυρή ηγεσία του προέδρου μας. Η βούλησή μας για αυτό είναι πλήρης. Η περιφερειακή ειρήνη και σταθερότητα είναι προς όφελος όλων» δήλωσε μετά την ολοκλήρωση της συνάντησης στην Κωνσταντινούπολη ο Ιμπραήμ Καλίν.

Άτυπες και μη δεσμευτικές

Απέναντι στην κίνηση Ερντογάν να αναβαθμίσει πολιτικά τις διερευνητικές επαφές, αξίζει να επισημανθεί ότι η Αθήνα επιμένει να υποβαθμίζει τις συναντήσεις αυτές μιλώντας για άτυπες συνομιλίες και σε καμία περίπτωση για διάλογο και διαπραγματεύσεις με δεσμευτικά χαρακτηριστικά.

«Όπως έχουμε πει οι διερευνητικές επαφές δεν είναι διαπραγματεύσεις. Είναι συζητήσεις οι οποίες δε δεσμεύουν κάποιον. Είναι άτυπες και ο στόχος είναι να διερευνηθούν σημεία σύγκλισης σε τυχόν διαπραγμάτευση για το θέμα που έχουμε θέσει, στο γνωστό πλαίσιο που έχουμε θέσει ως χώρα, που είναι η οριοθέτηση Α.Ο.Ζ. και υφαλοκρηπίδας στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο στη βάση του Διεθνούς Δικαίου» αντέτασσε μονότονα σήμερα κατά την ενημέρωση των πολιτικών συντακτών ο Χρήστος Ταραντίλης.

Γκρίζες ζώνες και αποστρατιωτικοποίηση στο τραπέζι

Με βάση όλα αυτά θα πρέπει να τονιστεί ότι από τα λιγοστά που έχουν διαρρεύσει μέχρι στιγμής, κυρίως από την τουρκική πλευρά, στο τραπέζι των διερευνητικών επαφών στην Κωνσταντινούπολη σήμερα η αντιπροσωπεία της Τουρκίας έθεσε με τον ένα ή τον άλλο τρόπο το σύνολο των διεκδικήσεών της για το Αιγαίο. Αποστρατιωτικοποίηση νησιών, γκρίζες ζώνες, εναέριος χώρος ετέθησαν όπως αναφέρουν οι πληροφορίες που έρχονται από την Άγκυρα.

Υπό την έννοια αυτή μένει να φανεί αν ο Ταγίπ Ερντογάν θέλει να δημιουργήσει διπλωματικά τετελεσμένα και να κατοχυρώσει τις διεκδικήσεις του στο Αιγαίο υποχρεώνοντας την Ελλάδα να μπει σε συζητήσεις ή αν θέλει να τορπιλίσει τις παραπέρα συνομιλίες. Το σίγουρο είναι ότι επιχειρεί να κινηθεί έχοντας κατοχυρώσει την πολιτική πρωτοβουλία των κινήσεων. Μένει να φανεί αν ελπίζει σε κάτι εδώ στην Αθήνα.

Γερμανικός πάγος

Από την άλλη πλευρά ο Ταγίπ Ερντογάν δεν ελπίζει απλά, αλλά έχει κερδίσει κάτι από τη μέχρι τώρα στάση του δίνοντας το αναγκαίο άλλοθι στο Βερολίνο για να μεταθέσει για μετά τον Μάρτιο τη διαμόρφωση της «λίστας Μπορέλ», δηλαδή να ενταφιάσει οριστικά την προοπτική των κυρώσεων της ΕΕ ως απειλής για να μπει τέρμα στην τουρκική επιθετικότητα στην Ανατολική Μεσόγειο.

Αν και ελληνικές διπλωματικές πηγές είδαν θετική αλλά και επιφυλακτική στάση των Ευρωπαίων υπουργών Εξωτερικών κατά το σημερινό συμβούλιο Εξωτερικών Υποθέσεων της ΕΕ, οι δηλώσεις του Χάικο Μάας αμέσως μετά δεν αφήνουν περιθώριο πολλών ερμηνειών. Η Γερμανία είναι διατεθειμένη να συνεχίσει την πολιτική του κατευνασμού, την οποία άλλωστε είχε υπερασπιστεί σε πιο δύσκολες συνθήκες όταν το Oruc Reis βρισκόταν στην Ανατολική Μεσόγειο για έρευνες.

Βεβαίως ουδείς θα περίμενε σήμερα η ΕΕ να σηκώσει τους τόνους για να τορπιλίσει τις διερευνητιές. Ωστόσο είναι σαφές ότι η Γερμανία κινείται με επιμονή στη γραμμή της συγκράτησης της Τουρκίας στο δυτικό στρατόπεδο. Δεν θα ήταν εκτός πραγματικότητας αν διαβάσει κανείς τη δήλωση Μάας, ότι δεν θα πρέπει να επιβαρυνθούν οι διερευνητικές επαφές Ελλάδας και Τουρκίας με συζητήσεις στην ΕΕ για κυρώσεις, και ως ένα μήνυμα προς την Ουάσινγκτον που θα πρέπει υπό την νέα ηγεσία να επανατοποθετήσει τις σχέσεις της με την Άγκυρα σε νέο πλαίσιο.

ΗΠΑ και ΕΕ

Άλλωστε κατά στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του περασμένου Δεκεμβρίου, η γερμανική γραμμή που ενσωματώθηκε και στο κείμενο των συμπερασμάτων του συμβουλίου μιλούσε για από κοινού στάση ΕΕ και ΗΠΑ στην Ανατολική Μεσόγειο και στην αποκατάσταση των σχέσεων της Δύσης με την Τουρκία.

Εκτός της Γερμανίας και οι ΗΠΑ χαιρέτησαν την έναρξη σήμερα των διερευνητικών επαφών με τον νέο εκπρόσωπο του Στέιτ Ντιπάρτμεντ να δηλωσει ότι οι ΗΠΑ υποστηρίζουν όλες τις προσπάθειες για τη μείωση των εντάσεων στην Ανατολική Μεσόγειο και χαιρετίζουν τη δέσμευση των δύο κυβερνήσεων στη διαδικασία των διερευνητικών.

Αμηχανία

Η πορεία των διερευνητικών επαφών, πέρα από την διπλωματική και γεωπολιτική διάστασή τους είναι επίσης βέβαιο ότι θα τροφοδοτήσουν και εσωτερικές πολιτικές στην Ελλάδα.

Η παρέμβαση Σαμαρά με το «όχι» στο διάλογο με την Τουρκία και το δεύτερο όχι σε προσφυγή στη Χάγη, είναι σαφές ότι προκαλεί αμηχανία στην κυβέρνηση. «Ο κ. Σαμαράς είναι πρώην Πρωθυπουργός και οι θέσεις του για τα θέματα εξωτερικής πολιτικής είναι γνωστές εδώ και πολύ καιρό» περιορίστηκε κάπως αμήχανα να δηλώνει ο κ. Ταραντίλης στις ερωτήσεις των δημοσιογράφων.

Έμμεση απάντηση στον πρώην πρωθυπουργό έδωσε ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Παναγιώτης Πικραμμένος (Πρώτο Πρόγραμμα) λέγοντας ότι «δεν υπάρχουν Έλληνες μη πατριώτες, δεν θα πρέπει να τραβάμε το χαλί κάτω από τα πόδια της ελληνικής αποστολής» και συμπληρώνοντας με νόημα: «Διαφορετικά ποια θα ήταν η άλλη λύση; Να επιτεθεί η Τουρκία στην Ελλάδα η και το αντίθετο;».

Επιχείρημα

Ταυτόχρονα οι εσωτερικές διαφωνίες εντός της κυβέρνησης της ΝΔ για τα ελληνοτουρκικά, φαίνεται να γίνονται επιχείρημα της αντιπολίτευσης, -τουλάχιστον των δυνάμεων που έχουν δηλώσει ότι στηρίζουν τις διερευνητικές επαφές, όπως ο ΣΥΡΙΖΑ και το ΚΙΝΑΛ- για να κρατούν αποστάσεις ασφαλείας.

Ο ΣΥΡΙΖΑ επανέλαβε τα περί κακοφωνίας εντός της ΝΔ και ζήτησε επίσημη ενημέρωση για το τι διημείφθη στις διερευνητικές επαφές με την τουρκική αντιπροσωπεία.

Επίσημη ενημέρωση ζητάει και το ΚΙΝΑΛ εκφράζοντας ανησυχία για το περιεχόμενο των συνομιλιών και τα θέματα που έθεσε η τουρκική πλευρά στις διερευνητικές επαφές.

Για επικίνδυνη εμπλοκή των ελληνοτουρκικών σχέσεων στο γενικότερους γεωπολιτικούς ανταγωνισμούς και στους σχεδιασμούς ΗΠΑ, ΕΕ και ΝΑΤΟ κάνει λόγο το ΚΚΕ κατηγορώντας την κυβέρνηση αλλά και αντιπολίτευση για «ωραιοποίηση» των διερευνητικών επαφών.

Την εκτίμηση ότι «η κυβέρνηση του κ. Μητσοτάκη σέρνεται σε διμερείς διαπραγματεύσεις με επιδιαιτησία του Βερολίνου και της Ουάσιγκτον, οι οποίες στην πράξη θα οδηγήσουν σε νέες εντάσεις, είτε λόγω των αιτημάτων που ήδη θέτει η Τουρκία, είτε λόγω της διακοπής των συνομιλιών», καταθέτει το ΜέΡΑ 25 σημειώνοντας ότι «ακόμα δεν υφίσταται εθνική στρατηγική και σαφώς οριοθετημένες κόκκινες γραμμές, ή αν αυτή υπάρχει έχει ναυαγήσει».