Ο Κάρολος Ντίκενς φροντίζει να το κάνει γνωστό από την αρχή: ο Μάρλεϊ είναι νεκρός, πιο νεκρός δεν γίνεται. Αυτό, όμως, δεν σημαίνει ότι οι αναγνώστες της «Χριστουγεννιάτικης ιστορίας» δεν θα τον γνωρίσουν. Η επανεμφάνισή του ως καταδικασμένου φαντάσματος είναι ο κύριος μοχλός της ιστορίας του Εμπενίζερ Σκρουτζ. Η συνέχεια είναι γνωστή. Τρία ακόμα φαντάσματα των Χριστουγέννων επισκέπτονται τον Σκρουτζ το βράδυ της 24ης Δεκεμβρίου. Ενα που του θυμίζει το παρελθόν, ένα που του δείχνει το παρόν και ένα που τον προειδοποιεί για το μέλλον.

Τα πολιτικά φαντάσματα δεν είναι σαν τα λογοτεχνικά, δεν εμφανίζονται για να αλλάξουν τη ζωή ενός πρωθυπουργού. Λειτουργούν όμως κι εκείνα ως προειδοποίηση, ειδικά όταν αυτός βρίσκεται σε μια κρίσιμη καμπή, όπως βρίσκεται σήμερα ο Κυριάκος Μητσοτάκης. Εχοντας αντιμετωπίσει μια πανδημία που δεν περίμενε, φρέσκος ακόμα από την εκλογή του, βλέπει να ανοίγεται μπροστά του η προοπτική της επανεκκίνησης – μια δεύτερη ευκαιρία για το Μέγαρο Μαξίμου να βάλει μπροστά όσα σταμάτησαν λόγω κορωνοϊού.

«Κλειδί» είναι ο εμβολιασμός του πληθυσμού, που θα δώσει ένεση αισιοδοξίας στην κοινωνία και ελευθερία κινήσεων στην κυβέρνηση, ώστε να σχεδιάσει την επόμενη μέρα. Αν η επιχείρηση στεφθεί με επιτυχία, άλλωστε, τα όποια λάθη διαχείρισης θα κριθούν επιεικέστερα. Τα φαντάσματα, λόγω εμπειρίας, γνωρίζουν πως ενδεχόμενα λάθη λίγο πριν από το τέλος δύσκολα συγχωρούνται. Φέτος τα Χριστούγεννα, άρα, η επίσκεψή τους έχει μεγαλύτερη σημασία.

Η σκιά της κρίσης

Αν το φάντασμα του παρελθόντος έκανε την εμφάνισή του στο Μέγαρο Μαξίμου, θα μετέφερε τον Μητσοτάκη σε μια γεμάτη πλατεία των πρώτων ετών της κρίσης. Τότε που άρχισε πρώτη φορά να διαφαίνεται πως κάτι πάει λάθος στη σχέση του πολιτικού συστήματος με την κοινωνία. Ηταν εκείνες οι μέρες που ο δεσμός ανάμεσα στην εκλεγμένη αντιπροσωπεία και στους πολίτες είχε διαρραγεί: μια μερίδα από αυτούς έβγαινε συστηματικά στον δρόμο, συγκρουόταν με την Αστυνομία και ενίοτε έκανε βίαιες επιθέσεις στα μέλη του κοινοβουλίου που τύχαινε να περνούν μπροστά τους. Μαζί με τον νέο διχασμό ανάμεσα σε μνημονιακούς και αντιμνημονιακούς είχε έρθει η πόλωση. Ο ΣΥΡΙΖΑ, αναλαμβάνοντας για πρώτη φορά να εκπροσωπήσει τον βασικό αντίπαλο του παλιού πολιτικού συστήματος, έγινε τότε σημείο αναφοράς. Το κόμμα που κυβερνούσε έχασε τη δύναμή του και ακόμα και σήμερα δεν έχει καταφέρει να ανακτήσει τη θέση του.

Ενα παρελθόν προς αποφυγή κι ένα προς μίμηση: η απειλή της πόλωσης, της χαραμάδας που μπορεί να εκμεταλλευτεί η αξιωματική αντιπολίτευση για να στριμώξει το Μέγαρο Μαξίμου, δεν είναι η μόνη συλλογική ανάμνηση που αξίζει να μελετάει ο Μητσοτάκης. Υπάρχει και μια πολύ πιο κοντινή: αυτή του περασμένου Μαρτίου. Οι επιλογές του πρώτου λοκντάουν έφεραν ένα νέο είδος πειθαρχίας και εμπιστοσύνης για τα ελληνικά δεδομένα – και κατάφεραν να αποτυπώσουν την τεράστια αλλαγή της πολιτείας από το 2010 έως σήμερα. Δεν εξελίχθηκαν όλα προς το χειρότερο: οι μετρήσεις της κυβέρνησης σε όλες τις πρόσφατες δημοσκοπήσεις δείχνουν πως η φθορά της δεν είναι σημαντική. Γι’ αυτό ευθύνεται και η στάση που τηρήθηκε την περασμένη άνοιξη.

Οι προκλήσεις των ημερών

Το φάντασμα του παρόντος ίσως έχει την ευκολότερη δουλειά απ’ όλα. Αυτές τις μέρες, το πεδίο δράσης για την κυβέρνηση είναι ανοιχτό, τη στιγμή που οι αντίπαλοί της αντιμετωπίζουν ζητήματα γραμμής ή εσωστρέφειας. Γι’ αυτό το Μέγαρο Μαξίμου έχει ριχτεί στον σχεδιασμό της εμβολιαστικής καμπάνιας, προσδοκώντας να εκπροσωπήσει τους πολίτες εκείνους που είναι διατεθειμένοι να ακολουθήσουν τις οδηγίες των ειδικών λέγοντας «ναι» στο εμβόλιο. Σ’ αυτό το ζήτημα υπάρχει, άλλωστε, ευρεία συναίνεση: οι πολιτικοί αρχηγοί, πλην ελαχίστων, θα εμβολιαστούν την Κυριακή στον Ευαγγελισμό μετά τον Μητσοτάκη και την Κατερίνα Σακελλαροπούλου. Ο Μητσοτάκης δεν κάνει όμως μόνο αυτό: επιλέγει να ξεκινήσει κάποιες από τις μεταρρυθμίσεις που είχε εξαγγείλει προ πανδημίας, ακόμα και αν αυτές δημιουργούν αντιδράσεις σε αντιπολίτευση και κοινωνικούς φορείς.

Ο μεγαλύτερος κίνδυνος του παρόντος είναι ο εφησυχασμός, η υπερβολική στήριξη στη «φυσική ροή» των πραγμάτων. Η πρόκληση του ρεβεγιόν και η σταδιακή αύξηση της αδιαφορίας για τους κανόνες προστασίας μπορεί να φέρουν καθυστερήσεις, ενώ ο αριθμός όσων δηλώνουν πως δεν θα κάνουν το εμβόλιο δεν έχει πέσει ακόμα. Ο μεγαλύτερος πειρασμός είναι η διαχείριση των αδυναμιών του αντιπάλου: ακόμα και η υπόθεση της Folli Follie, του δεύτερου σκανδάλου στο οποίο φέρεται να εμπλέκονται στελέχη της προηγούμενης κυβέρνησης, μπορεί να αποδειχθεί μπούμερανγκ αν γίνει κεντρικό κυβερνητικό αφήγημα σ’ αυτή τη φάση της πανδημίας. Γι’ αυτό την κριτική στα πεπραγμένα του ΣΥΡΙΖΑ έχει αναλάβει ο κομματικός μηχανισμός της ΝΔ και όχι το Μέγαρο Μαξίμου.

Η προοπτική του 2021

Οπως ήξερε ο Ντίκενς, οι επιλογές του παρόντος είναι τελικά αυτές που θα επηρεάσουν το μέλλον. Ολα, επομένως, θα κριθούν από τις άμεσες κινήσεις του Μητσοτάκη, είτε αυτές αφορούν την πανδημία είτε τη βελτίωση της λειτουργίας της κυβέρνησης. Καθεμία από τις αποφάσεις του επόμενου διαστήματος θα έχει ειδικό αντίκτυπο, θα διαμορφώσει με τον δικό της τρόπο την επόμενη μέρα. Ενας ανασχηματισμός στις αρχές του έτους, για παράδειγμα, ειδικά αν είναι δομικός, απομακρύνει την πιθανότητα πρόωρης προσφυγής στις κάλπες, τουλάχιστον μέχρι τους τελευταίους μήνες του 2021. Οι επόμενες εκλογές, όποτε κι αν έρθουν, θα κριθούν από τη διαχείριση της τελευταίας φάσης της πανδημίας – και έχουν ειδική σημασία, γιατί θα γίνουν με απλή αναλογική. Ο τρόπος αντιμετώπισης των πολιτικών του αντιπάλων μέχρι τότε, από την άλλη, θα δείξει και τα όποια περιθώρια συναίνεσης.

Οι επιλογές που θα γίνουν κατά το άνοιγμα της χώρας, όταν αυτό κριθεί δημοσιονομικά ασφαλές, θα καθορίσουν την αντιστροφή της ύφεσης που παρατηρείται σ’ αυτή τη φάση της πανδημίας. Η σωστή αξιοποίηση του Ταμείου Ανάκαμψης δεν είναι δεδομένη – σε αντίστοιχες περιπτώσεις, η απορρόφηση του ΕΣΠΑ γινόταν με το ζόρι, αφήνοντας πόρους αναξιοποίητους. Ακόμα και η νέα φάση στην οποία εισέρχονται οι ελληνοτουρκικές σχέσεις βασίζεται στην ελληνική στάση και στη σωστή ενεργοποίηση των φίλων της χώρας.

Η μεγαλύτερη πρόκληση του Μητσοτάκη, πάντως, είναι να διώξει τα φαντάσματα, αυτά που στοιχειώνουν κατά καιρούς την πολιτική ζωή και δυσκόλεψαν πολλούς από τους προκατόχους του. Είτε αυτά αφορούν την επανάληψη της προηγούμενης δεκαετίας, είτε την έναρξη ενός νέου κύκλου σκληρής αντιπαράθεσης. Στην επέτειο των 200 ετών από την Ελληνική Επανάσταση, ο συμβολισμός είναι ισχυρός – από μόνος του, όμως, δεν μπορεί να πετύχει πολλά.