«Επιτέλους, το να είσαι γυναίκα από μειονέκτημα έχει γίνει πλεονέκτημα»: η φράση ανήκει στην Αννα Διαμαντοπούλου, τη γυναίκα πολιτικό που επέλεξε ο Κυριάκος Μητσοτάκης ως ελληνική υποψηφιότητα για την ηγεσία του ΟΟΣΑ. Και μόνο η σκέψη πίσω από την απόφαση την επιβεβαιώνει – ο Μητσοτάκης, πέραν της διαδρομής της, ζύγισε και το φύλο της. Μια γυναικεία υποψηφιότητα έχει περισσότερες πιθανότητες να στηριχθεί από τα ευρωπαϊκά κράτη που συμμετέχουν στον Οργανισμό.

Στην Ελλάδα ακούγεται παράδοξο, γιατί αυτή η παράμετρος δεν είχε ποτέ και τόση σημασία. Οι γυναίκες στο Υπουργικό Συμβούλιο μετριούνται για ανεξήγητους λόγους στα δάχτυλα, ενώ η χώρα απέκτησε την πρώτη γυναίκα Πρόεδρο της Δημοκρατίας, την Κατερίνα Σακελλαροπούλου, πριν από λίγους μήνες. Η πολιτική θεωρείται ανδρική υπόθεση σε τέτοιο βαθμό που το κοινοβούλιο αυτή τη στιγμή αριθμεί 56 γυναίκες βουλευτές και μόνο μία γυναίκα πρόεδρο κόμματος, τη Φώφη Γεννηματά. Στην Ευρώπη, ωστόσο, σήμερα περισσότερο από ποτέ, το να είσαι γυναίκα δεν είναι μειονέκτημα.

Η νέα γενιά της σοσιαλδημοκρατίας

Η τάση, αργά αλλά σταθερά, άρχισε να γίνεται εμφανής και εκτός της Γηραιάς Ηπείρου. Η σαρωτική νίκη των νεοζηλανδών Εργατικών (49%), με επικεφαλής την Τζασίντα Αντερν, ήταν ενδεικτική. Παρότι η χώρα βρίσκεται σε ύφεση, για πρώτη φορά από το 1996 ένα κόμμα καταφέρνει να σχηματίσει αυτοδύναμη κυβέρνηση. Το μεγαλύτερο asset είναι η ίδια η νεαρή πρωθυπουργός, η οποία από το 2017 κυβερνά σε συνεργασία με τους Πράσινους και στις εκλογές που έγιναν πριν από λίγες ημέρες πήρε προσωπικά τα εύσημα για τη διαχείριση της πανδημίας.  Τα χαρακτηριστικά της Αντερν απαντώνται σε ακόμα δύο γυναίκες, που αυτή τη στιγμή βρίσκονται σε θέση εξουσίας στη χώρα τους. Ανήκουν στο ηλικιακό γκρουπ 30-45 και αποτελούν το μέλλον της σοσιαλδημοκρατίας. Η διαφορά τους με την Αντερν είναι πως και οι δύο είναι Ευρωπαίες. Η φινλανδή πρωθυπουργός Σάνα Μαρίν είναι μόλις 34 ετών, μεγάλωσε με δύο μαμάδες και ηγείται του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος Φινλανδίας. Πριν από λίγες ημέρες σήκωσε κύμα συμπαράστασης στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, γιατί το βαθύ ντεκολτέ της σε μια φωτογράφιση σχολιάστηκε σεξιστικά. Η δεύτερη, η δανέζα πρωθυπουργός Μέτε Φρεντέρικσεν, σήμερα 42 ετών, είναι η πιο νεαρή πρωθυπουργός που εξελέγη ποτέ στη Δανία. Βρίσκεται στο τιμόνι των Σοσιαλδημοκρατών από το 2015 και από πέρυσι ηγείται μιας προοδευτικής κυβέρνησης συνεργασίας – κρατάει, ωστόσο, ιδιαίτερα σκληρή στάση στο Μεταναστευτικό. Η νέα γενιά γυναικών στην εξουσία ενισχύθηκε παραδόξως από τη συγκυρία της πανδημίας. Ακριβώς την ίδια περίοδο που ξαναήρθε στην επιφάνεια το πολιτικό ρεύμα που υπηρετούν, μιας και η κρατική μέριμνα κρίθηκε από όλους απαραίτητη για την αντιμετώπιση του κορωνοϊού.

Το ευρωπαϊκό δίδυμο

Δεν είναι, όμως, οι μοναδικές παρουσίες που ξεχωρίζουν στην ευρωπαϊκή πολιτική σκηνή. Το δίδυμο των συντηρητικών πολιτικών που επιλέχθηκε για δύο από τις πιο σημαντικές θέσεις μέσα στην Ευρωπαϊκή Ενωση συμβολίζει την προσπάθεια δημιουργίας ενός γαλλογερμανικού άξονα που θα αναλάβει την αναδόμηση της Ευρώπης μετά την κρίση. Γνωρίζοντας ότι η ίδια μετράει πια αντίστροφα στο Βερολίνο, η Ανγκελα Μέρκελ φρόντισε το αποτύπωμά της να μείνει και στις Βρυξέλλες. Η σημερινή πρόεδρος της Κομισιόν Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν ήταν πρώην υπουργός και στέλεχος των γερμανών Χριστιανοδημοκρατών – το 2017, ωστόσο, δεν δίστασε να ψηφίσει υπέρ του δικαιώματος υιοθεσίας στα ομόφυλα ζευγάρια, ενάντια στην ψήφο του κόμματός της. Παρότι για να προταθεί εκείνη από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο παρακάμφθηκε η διαδικασία του Spitzenkandidat, η Φον ντερ Λάιεν διατήρησε στη θέση ενός εκ των τριών αντιπροέδρων τον Σοσιαλιστή υποψήφιο Φρανς Τίμερμαν. Η πορεία της στην Κομισιόν έχει δυσκολίες, από το Μεταναστευτικό έως το Brexit. Σημαδεύτηκε όμως και από δύο σημαντικές αποφάσεις για την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση: η Φον ντερ Λάιεν δεν ανέστειλε την ελεύθερη κυκλοφορία στη ζώνη Σένγκεν όταν αυξήθηκαν τα κρούσματα στην Ιταλία τον περασμένο Μάρτιο, παρά τα σχετικά αιτήματα για ελέγχους στα σύνορα. Λίγους μήνες αργότερα, ήταν αυτή που κατέθεσε την πρόταση για το Ευρωπαϊκό Ταμείο Ανάκαμψης, όταν η ΕΕ αποφάσισε να βάλει βαθιά το χέρι στην τσέπη για να ενισχύσει την επόμενη γενιά Ευρωπαίων.

Οι γυναίκες πολιτικοί μπορεί να είναι και εξαιρετικά αμφιλεγόμενες. Η σημερινή πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας είναι μία από αυτές. Στην Ελλάδα την έμαθαν από την καλή και την ανάποδη όταν αντικατέστησε τον Ντομινίκ Στρος – Καν στη θέση του γενικού διευθυντή του ΔΝΤ. Με την επιστροφή της στην Ευρώπη η Κριστίν Λαγκάρντ, που το 2012 είχε δηλώσει πως «οι Ελληνες πέρασαν καλά και τώρα ήρθε η ώρα της πληρωμής», διαδέχθηκε τον Μάριο Ντράγκι, τον άνθρωπο που, κατά γενική ομολογία, ευθύνεται σε μεγάλο βαθμό για τη διάσωση του ευρώ από την κρίση χρέους. Η προηγούμενη θητεία της άφησε κακή φήμη στις χώρες του Νότου, ενώ οι επικριτές της θεώρησαν πως προτιμήθηκε για τη θέση από τον γάλλο κεντρικό τραπεζίτη Φρανσουά ντε Γκαγιό λόγω φύλου. Είναι και η δική της ευκαιρία να αποσυνδέσει το όνομά της από τη συνταγή της λιτότητας – και το Ταμείο Ανάκαμψης, μαζί με την περιβαλλοντική υπόσχεση που έδωσε, είναι το όχημα για να το πετύχει.

Σκηνές από το μέλλον

Τα τελευταία χρόνια, οι γυναίκες πολιτικοί κάνουν αισθητή την παρουσία τους ακόμα και στις πιο πατριαρχικά δομημένες κυβερνήσεις. Χαρακτηριστικότερο παράδειγμα, αυτό της Μαρίας Ζαχάροβα, της εκπροσώπου του ρωσικού υπουργείου Εξωτερικών. Η μεγαλύτερη ήττα για τις γυναίκες, πάντως, ήρθε το 2016, όταν η Χίλαρι Κλίντον κέρδισε σε απόλυτο αριθμό ψήφων αλλά έχασε τις αμερικανικές εκλογές από τον Ντόναλντ Τραμπ. Για να έχουν μια ευκαιρία να κερδίσουν, οι Δημοκρατικοί επέλεξαν αυτή τη φορά να βάλουν έναν λευκό άνδρα στο εισιτήριο για τον Λευκό Οίκο. Ο Τζο Μπάιντεν, όμως, είναι 77 ετών – γι’ αυτό η επιλογή αντιπροέδρου θεωρήθηκε εξαιρετικά σημαντική. Γι’ αυτήν τη θέση επιλέχθηκε μια γυναίκα. Αν κερδίσουν οι Δημοκρατικοί, η Κάμαλα Χάρις θα γίνει η πρώτη (μαύρη) γυναίκα αντιπρόεδρος των ΗΠΑ.

Δεν είναι ανέφικτο, δεν είναι κορεκτίλα: οι γυάλινες οροφές, αυτές που ακόμα στέκουν στη θέση τους, παρότι στη θεωρία έχουν ξεπεραστεί, σπάνε σιγά σιγά η μία μετά την άλλη.