Ο αριθμός των Αμερικανών που ζήτησαν επίδομα ανεργίας τις τρεις τελευταίες εβδομάδες εκτιμάται ότι ανήλθε στο συγκλονιστικό επίπεδο των 15 εκατομμυρίων, καθώς τα αυστηρά μέτρα για την αντιμετώπιση της πανδημίας παρέλυσαν τη χώρα, γεγονός που αναμένεται να ενισχύσει την άποψη ότι η οικονομία βρίσκεται σε βαθιά ύφεση.

Η έκθεση που πρόκειται να δημοσιοποιήσει σήμερα το υπουργείο Εργασίας για τις εβδομαδιαίες αιτήσεις επιδομάτων ανεργίας θα ενισχύσει τις εκτιμήσεις των οικονομολόγων για απώλεια έως 20 εκατομμυρίων θέσεων εργασίας τον Απρίλιο.

Η αμερικανική κυβέρνηση ανακοίνωσε την περασμένη εβδομάδα ότι η οικονομία έχασε 701.000 θέσεις μισθωτής εργασίας το Μάρτιο, στο πλαίσιο μιας έκθεσης που δεν αποτύπωσε πλήρως το μακελειό στην οικονομία που προκαλεί ο μολυσματικός κοροναϊός.

Πρόκειται, ωστόσο, για τις περισσότερες θέσεις εργασίας που έχουν χαθεί από τη Μεγάλη Ύφεση, τερματίζοντας τη μεγαλύτερη περίοδο ευημερίας της αγοράς εργασίας στην αμερικανική ιστορία, που ξεκίνησε στα τέλη του 2010.

«Αυτά τα απαισιόδοξα νούμερα υποδηλώνουν ότι θα έχουμε άλλη μια έκθεση που θα σπάει τα ρεκόρ για τις θέσεις εργασίας τον Απρίλιο» δήλωσε η Μπεθ Αν Μποβίνο, επικεφαλής οικονομολόγος για τις ΗΠΑ στην S&P Global Ratings στη Νέα Υόρκη.

«Η Αμερική είναι τώρα σε ύφεση, και καθώς φαίνεται να βαθαίνει, το ερώτημα είναι πόσο θα χρειαστεί για να ανακάμψουν οι ΗΠΑ».

Ο αριθμός των αρχικών αιτήσεων για επίδομα ανεργίας πιθανώς μειώθηκε στο εποχικά προσαρμοσμένο επίπεδο των 5,25 εκατομμυρίων για την εβδομάδα έως τις 4 Απριλίου από τα 6,648 εκατομμύρια, σύμφωνα με οικονομολόγους σε έρευνα του Reuters.

Οι προβλέψεις στην έρευνα έφθασαν έως τα 9,295 εκατομμύρια.

Λαμβάνοντας υπόψη τη μέση πρόβλεψη, τα στοιχεία για τις αιτήσεις της περασμένης εβδομάδας θα ανεβάσουν το συνολικό τους αριθμό σε πάνω από 15 εκατομμύρια από την εβδομάδα που ολοκληρώθηκε στις 21 Μαρτίου.

Με πάνω από το 95% των Αμερικανών να τελούν υπό κάποιο είδος περιορισμών, πληθαίνουν οι αναφορές ότι οι κρατικές υπηρεσίες ανεργίας πλημμυρίζουν από αιτήσεις.

Ο Μάικ Ρίτσι, εκπρόσωπος του κυβερνήτη του Μέριλαντ, Λάρι Χόγκαν, έγραψε χθες στο Twitter ότι «λαμβάνουμε περίπου 1.000 τηλεφωνήματα κάθε δίωρο», σημειώνοντας ότι «αυτή τη στιγμή ομοσπονδιακοί υπάλληλοι και άνθρωποι που έχουν εργαστεί σε πολλές πολιτείες δεν μπορούν να κάνουν αίτηση διαδικτυακά».

Την ίδια ώρα μεγάλες ουρές σχηματίζονται στις υπηρεσίες ανεργίας.

Στο Μαϊάμι της Φλόριντα εκατοντάδες άνθρωποι στέκονται υπομονετικά επί ώρες, για να συμπληρώσουν την αίτηση, καθώς κράσαρε το διαδικτυακό σύστημα λόγω του μεγάλου όγκου των αιτημάτων.

«Έχω να δουλέψω σχεδόν δύο μήνες. Το κατάστημα στο οποίο εργαζόμουν έκλεισε» εξήγησε η Σάρα Σάντος, 42 ετών, που έφθασε στις 7 το πρωί στην υπηρεσία αυτή και περίμενε κάτω από τον ήλιο έως το μεσημέρι.

«Νιώθω να πνίγομαι, έχω να πληρώσω το αυτοκίνητο, έχω να πληρώσω το τηλέφωνο, πώς θα το κάνω αυτό; Χωρίς να υπολογίζω το νοίκι» δήλωσε ο Γκαμπριέλ Ροντρίγκες, 55 ετών, που περίμενε υπομονετικά επί πέντε ώρες.

Σε αυτό το πλαίσιο, ο όποιος μετριασμός στις αιτήσεις της περασμένης εβδομάδας θα είναι πιθανώς προσωρινός.

Οι επιχειρήσεις που έχουν πληγεί από τα αυστηρά μέτρα για την αντιμετώπιση της COVID-19 περιλαμβάνουν από μπαρ, εστιατόρια και άλλους χώρους κοινωνικών συναθροίσεων έως μέσα μεταφοράς και εργοστάσια.

Οι ΗΠΑ έχουν τον υψηλότερο αριθμό επιβεβαιωμένων κρουσμάτων COVID-19 στον κόσμο.

Οι επιχειρήσεις ενθαρρύνουν επίσης τους εργαζομένους με το χαμηλότερο ωρομίσθιο να κάνουν αίτηση για επιδόματα ανεργίας, προκειμένου να λάβουν τα επιπλέον 600 δολάρια την εβδομάδα για διάστημα έως τέσσερις μήνες.

Το μέτρο αυτό εντάσσεται στο ιστορικό πακέτο στήριξης ύψους 2,3 τρισεκ. δολαρίων και είναι επιπρόσθετο των υφιστάμενων επιδομάτων ανεργίας, που κατά μέσον όρο διαμορφώθηκαν στα 385 δολάρια ανά άτομο τον Ιανουάριο.

Σε κάθε περίπτωση, οι αρνητικές επιπτώσεις αυτής της κρίσης μπορεί να έχουν μικρότερη διάρκεια σε σχέση με αυτές της μεγάλης χρηματοπιστωτικής κρίσης του 2008, εκτίμησαν μέλη της νομισματικής επιτροπής της Κεντρικής Τράπεζας των ΗΠΑ κατά την τελευταία συνεδρίασή τους, τα πρακτικά της οποίας δόθηκαν χθες στη δημοσιότητα.

«Η σημερινή κατάσταση δεν είναι άμεσα συγκρίσιμη με τη χρηματοπιστωτική κρίση της προηγούμενης δεκαετίας» σημείωσαν.

Οι οικονομολόγοι παραμένουν πάντως απαισιόδοξοι, καθώς η αύξηση του ποσοστού της ανεργίας στο 4,4% το Μάρτιο δεν μπορεί παρά να αποτελέσει προοίμιο αυτού που αναμένει η χώρα τον Απρίλιο.

(Πηγή πληροφοριών: ΑΠΕ – ΜΠΕ)