Σε αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της ελληνικής οικονομίας από «Β» σε «Β+» προχώρησε χθες η Standard and Poor’s ενώ η αγορά περιμένει τώρα τα νεότερα από την ανάλυση βιωσιμότητας χρέους του ΔΝΤ. «Ας μην είμαστε αφελείς, η Ελλάδα μεταβαίνει από έναν διάλογο με τους ευρωπαϊκούς θεσμούς και το ΔΝΤ σε έναν διάλογο με τις αγορές ο οποίος δεν θα είναι ούτε πιο εύκολος ούτε πιο ευχάριστος» δήλωσε χθες στη γαλλική «Figaro» ο Μπενουά Κερέ της ΕΚΤ, προσθέτοντας ότι απαραίτητη συνθήκη για τη συνέχεια είναι να συνεχίσει η χώρα τις μεταρρυθμίσεις και την προσήλωση στην ενδεδειγμένη δημοσιονομική πολιτική.

Μετά την αισθητή αποκλιμάκωση των αποδόσεων των ελληνικών ομολόγων την περασμένη Παρασκευή, χθες, παρά την ετυμηγορία της Κομισιόν για βιώσιμο ελληνικό χρέος, οι κινήσεις ήταν υποτονικές, με την απόδοση των πενταετών τίτλων μάλιστα να κινείται ανοδικά. Είχε προηγηθεί και έκθεση της Moody’s με την οποία ο διεθνής οίκος εκτιμούσε ότι το χρέος έχει μπει σε βιώσιμο μονοπάτι, αλλά οι προκλήσεις παραμένουν κυρίως στο μέτωπο της ανάπτυξης και των υψηλών στόχων για τα πρωτογενή πλεονάσματα. Ακριβώς τις ίδιες προκλήσεις άλλωστε περιγράφει στην ανάλυση βιωσιμότητας χρέους και η Κομισιόν, όπου επισημαίνεται ότι «υπάρχει αβεβαιότητα αναφορικά με τη δυνατότητα της ελληνικής κυβέρνησης να διατηρήσει υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα για δεκαετίες» ενώ «επιπλέον υπάρχουν καθοδικοί κίνδυνοι σχετικά με τον ρυθμό ανάπτυξης και τη γήρανση του πληθυσμού».

Στο βασικό σενάριο της Κομισιόν, ο μέσος ρυθμός ανάπτυξης τοποθετείται στη ζώνη του 1% και ακόμα χαμηλότερα μετά το 2022 ενώ λαμβάνεται υπόψη η υπόθεση πως έως το 2022 θα έχουν αναλωθεί 12 δισ. ευρώ από το μαξιλάρι διαθεσίμων των 24,1 δισ. ευρώ.

Χρέος, μεταρρυθμίσεις και δεσμεύσεις μπήκαν από χθες στο μικροσκόπιο κλιμακίων του ΔΝΤ για τη σύνταξη της έκθεσης του άρθρου 4, του βασικού εργαλείου άσκησης της μεταμνημονιακής εποπτείας από την πλευρά του Ταμείου. Σε αλλεπάλληλα ραντεβού με εκπροσώπους της κυβέρνησης, έως την Πέμπτη το ΔΝΤ θα ζητήσει απαντήσεις για τα επόμενα βήματα τήρησης της συμφωνίας, με τους προβολείς να πέφτουν σε συντάξεις και κατώτατο μισθό. Πληροφορίες αναφέρουν ότι η κυβέρνηση δεν προτίθεται να ανοίξει στην παρούσα φάση ζήτημα ακύρωσης των προνομοθετημένων περικοπών στις συντάξεις από τον Ιανουάριο του 2019 αλλά αναμένεται να θέσει στο τραπέζι ενδεχόμενη αύξηση του κατώτατου μισθού από φέτος.

Εν τω μεταξύ με συνέντευξή του στη «Süddeutsche Zeitung» o επικεφαλής του ESM Κλάους Ρέγκλινγκ σημειώνει πως αναφορικά με την ελληνική κρίση «αν οι αποφάσεις είχαν ληφθεί νωρίτερα θα είχαμε εξοικονομήσει περισσότερα χρήματα» ενώ αναφορικά με το Grexit, το οποίο είχε εισηγηθεί ο Σόιμπλε, τονίζει πως παρότι δεν ήταν τρελή ιδέα υπό την έννοια ότι πρέπει να υπάρχουν κυρώσεις αν κάποιος αθετήσει τις δεσμεύσεις, τελικά, «θα ήταν η ακριβότερη λύση».