Η κεντρική τράπεζα της Αργεντινής, της τρίτης μεγαλύτερης οικονομίας της Λατινικής Αμερικής, αύξησε τα επιτόκια από 32,5% στο 40% εν μέσω πληθωρισμού που κινείται γύρω στο 25% (από 15% που ήταν ο στόχος) και το peso να έχει μία συνεχή πτώση απέναντι στο δολάριο χάνοντας από την αρχή του χρόνου το 20% της αξίας του. Οπότε ήλθε και το αίτημα προς το IMF για την χρηματοδοτική ενίσχυση της Αργεντινής ύψους 30 δισ.

Ουσιαστικά o πρόεδρος Μ. Macri, δυόμισι χρόνια μετά την άνοδο στην εξουσία (σε αντικατάσταση της E. Kirechner) προσέφυγε για βοήθεια στο IMF, που είναι μάλιστα εξαιρετικά αντιπαθές στην κοινωνία λόγω των γεγονότων του 2001.

Ο OECD σχολίαζε το 2017 θετικά για την Αργεντινή: «Η οικονομική μεγέθυνση θα ενισχυθεί, ο πληθωρισμός μειώνεται, όσο η νομισματική πολιτική θα παραμένει περιοριστική, αυξάνοντας την αγοραστική δύναμη των νοικοκυριών κ.τ.λ.)». Το IMF επίσης έγραφε: «Η οικονομία επανέρχεται! Οι οικονομικές – πολιτικές αλλαγές έχουν βάλει την οικονομία σε ένα ισχυρό βηματισμό και έχουν διορθωθεί οι πλέον επείγουσες μακροοικονομικές ανισορροπίες». Παρόλα αυτά, για να είμαστε δίκαιοι, σημείωνε ότι είχαν ανακύψει νέες εντάσεις στην οικονομία αφού η νομισματικοποίηση των δημοσιονομικών ελλειμμάτων (-6,5% 2016, -6,9% το 2017) είχε αρχίσει να δημιουργεί νέους κινδύνους.

Πράγματι φαίνεται ότι ο Macri είχε αποφασίσει να επιλύσει την οικονομική «μη βιώσιμη κατάσταση» που είχε παραλάβει, όπως δήλωσε ο ίδιος, με ένα αργό ρυθμό διατηρώντας την ανεργία σε χαμηλά επίπεδα (8,5%) με υψηλές επενδύσεις υποδομής (+13,1% το 2017) προσφεύγοντας στον εξωτερικό δημόσιο δανεισμό (~ 50 δισ. δολάρια είχε δανειστεί από το 2015) αφού οι ξένες αγορές είχαν ανοίξει ξανά τις πόρτες τους. Για να συμβεί αυτό μάλιστα είχε φροντίσει να συμβιβαστεί με τις εκκρεμούσες απαιτήσεις των πιστωτών.

Τα πρώτα δύο χρόνια στην εξουσία εισήγαγε αρκετές μεταρρυθμίσεις (προσπαθώντας να περιορίσει την διαφθορά κ.τ.λ.) αλλά η διάθεσή του να ακολουθεί μία πολιτική ενίσχυσης των επενδυτικών έργων υποδομής διεύρυνε τις χρηματοδοτικές ανάγκες.

Ομως εδώ ήρθε ο ανοδικός κύκλος των επιτοκίων και η φυγή των κεφαλαίων από τις αναπτυσσόμενες χώρες. Η περίοδος της πλεονάζουσας διεθνούς ρευστότητας κάπου εδώ κλείνει.

Οσο φιλικές και εάν ήταν οι αγορές κεφαλαίου προς την πολιτική Macri, τίποτα δεν τις σταμάτησε από το να δείξουν τη δυσφορία τους στο να συνεχίζουν να τον υποστηρίζουν οδηγώντας σε φυγή από το peso. Η διάθεσή του για μία και μετριοπαθή, έστω και υπέρ των αγορών, διαρθρωτική προσαρμογή της οικονομίας ήταν ασύμβατη με τη φάση ανόδου περιορισμού των χρηματοδοτικών συνθηκών.

Τώρα το IMF έχει μπροστά του πολύ δύσκολα διλήμματα να επιλύσει. Περίπου το ένα τρίτο του πληθυσμού βρίσκεται κάτω από την γραμμή της φτώχειας. Μπορεί να εφαρμοστεί ένα γρήγορο πρόγραμμα προσαρμογής; Και εάν εφαρμοστεί θα είναι αποτελεσματικό;

O D. Cavallo (ο αργεντινός υπουργός Οικονομικών της κρίσης του 2001) το 2011 έγραφε συγκρίνοντας την ελληνική κρίση με της Αργεντινής ότι η ελληνική ήταν πολύ πιο δύσκολο να αντιμετωπιστεί και σε ορισμένες πλευρές είχε δίκιο.

Σήμερα ελπίζουμε η δική μας να τελειώσει (εάν βεβαίως δεν κάνουμε νέα λάθη) γιατί της Αργεντινής ξαναρχίζει τώρα!

O Παναγιώτης Πετράκης είναι καθηγητής ΕΚΠΑ