Η πιο έντονη διαχωριστική γραμμή είναι ασφαλώς η οικονομική. Τα θύματα της κρίσης, και γενικότερα οι χαμένοι της παγκοσμιοποίησης, κατηγορούν τις ελίτ ότι τους εγκατέλειψαν, ξεκόβουν από τη σοσιαλδημοκρατία επειδή τους πρόδωσε και καταφεύγουν στους λαϊκισμούς της Αριστεράς και της Δεξιάς. Το είδαμε στην Αμερική με τον Τραμπ, στη Γερμανία με το AfD, στην Ιταλία με τη Λέγκα. Και φυσικά στην Ελλάδα με τους ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ.

Μια άλλη γραμμή είναι η πολιτισμική, που δεν χωρίζει τόσο την «υψηλή τέχνη» από «τη μαζική κουλτούρα» –έννοιες παρεξηγημένες και εν πολλοίς παραπλανητικές –όσο τον ορθολογισμό από τον σκοταδισμό. Το ανησυχητικό δεν είναι ότι ένας μητροπολίτης χαρακτηρίζει «αποβράσματα της κοινωνίας» τους ομοφυλόφιλους και δηλώνει δημοσίως πως αν είχε όπλο θα το χρησιμοποιούσε εναντίον τους. Το ανησυχητικό είναι ότι αυτός ο άνθρωπος έχει ποίμνιο.

Η γεωγραφική διαχωριστική γραμμή, τέλος, έχει διαφορετικό χαρακτήρα στην Ελλάδα απ’ ό,τι στην Ιταλία ή στην Ισπανία. Εκεί τροφοδοτεί αυτονομιστικά κινήματα. Εδώ επηρεάζει την εθνική πολιτική, αναγκάζοντας τον «Νότο» να έρχεται πιο κοντά στον «Βορρά» σε θέματα όπως το Μακεδονικό ή η πολιτεία του Ιβάν Σαββίδη.

Υποτίθεται ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θα λειτουργούσε με την πολιτική του ενωτικά, αποκαθιστώντας τις αδικίες και αμβλύνοντας τις αντιθέσεις. Τις όξυνε σε όλα τα μέτωπα. Στο όνομα του ταξικού πολέμου κατέστρεψε τη μεσαία τάξη. Στο όνομα των εθνικών συμφερόντων δίχασε τη χώρα. Στο όνομα της καταπολέμησης των τζακιών δημιούργησε καινούργια.

Καταλληλότερος να απαντήσει στον σκοταδισμό είναι ο Στίβεν Χόκινγκ: «Να θυμάστε να κοιτάζετε τα αστέρια, όχι τα πόδια σας. Να προσπαθείτε να εξηγείτε αυτά που βλέπετε και να αναρωτιέστε τι κάνει το Σύμπαν να υπάρχει. Να είστε περίεργοι. Κι όσο δύσκολη κι αν φαίνεται η ζωή, υπάρχει πάντα κάτι που μπορείτε να κάνετε με επιτυχία».

Καταλληλότερη να απαντήσει στις οικονομικές ανισότητες είναι η πολιτική: ενωμένο και ενισχυμένο, το Κίνημα Αλλαγής θα επιχειρήσει να σπάσει τον διπολισμό και να μπει ξανά στο παιχνίδι. Και στον πυρετό του λαϊκισμού πώς μπορούμε να απαντήσουμε; Ξαναδιαβάζοντας τον «Ξένο», απαντά ο γάλλος καθηγητής Ματιέ Λεν, που έγραψε μαζί με τον Ζαν-Φιλίπ Φελντμάν το βιβλίο «Μετασχηματισμός της Γαλλίας. Για να τελειώνουμε με μια γαλλική ασθένεια χιλίων ετών». Ο Μερσό της εποχής μας –γράφει στη «Φιγκαρό» –δεν είναι μόνο αυτός που απέχει, θεωρώντας ότι δεν έχει καμιά σχέση με το κοινό μας μέλλον, αλλά κι εκείνος που ψηφίζει λαϊκιστικά κόμματα. Και ο δικαστής, ο εισαγγελέας, ο ιερέας, που μιλούν από καθέδρας στο όνομα του κοινού καλού, είναι η ελίτ που οδεύει ταχέως προς τον αφανισμό της επαναλαμβάνοντας τις ίδιες συνταγές και αδυνατώντας να δώσει ικανοποιητικές απαντήσεις στις σιωπηλές κραυγές των ακραίων ψήφων.

Το βιβλίο του Αλμπέρ Καμί, που εκδόθηκε το 1942, μας βοηθά να γεφυρώσουμε αυτό το χάσμα. Και να καταλάβουμε ότι το τελευταίο που χρειάζονται αυτοί που σκέφτονται διαφορετικά από εμάς είναι η περιφρόνηση, η απόρριψη και η κοινωνική γκιλοτίνα.