Οι απεικονίσεις της μόδας στον κινηματογράφο μάς βοηθούν να κατανοήσουμε τον τρόπο που οι άνθρωποι μιας συγκεκριμένης εποχής αντιλαμβάνονταν τον εαυτό τους και τους άλλους. Αλλά και με ποιους τρόπους τα ρούχα μπορούν να κατασκευάσουν και να αλλάξουν την εμφάνιση. Στην περίπτωση της «Αόρατης κλωστής» αυτό που μένει από τις πρόβες στο ατελιέ ενός οίκου ραπτικής, από τα κοντινά πλάνα του λεπτολόγου παρατηρητή των αναλογιών και των ψεγαδιών του γυναικείου σώματος, τις κρυφές βελονιές του προληπτικού μετρ είναι η αίσθηση ότι η αφοσίωση στο στυλ διαστρεβλώνει τον ψυχισμό. Ο πρωταγωνιστής ηθοποιός φρόντισε να συρράψει στον ρόλο του αρετές και ψεγάδια υπαρκτών δημιουργών του παρελθόντος.

Λίγο η εσωστρέφεια του Κριστομπάλ Μπαλενσιαγκά και η εμμονή του στην επιλογή των υλικών. Μια μικρή δόση από τους σχεδιαστές του Λονδίνου των 50s Χάρντι Εϊμις, Μάικλ Σέραρντ, Τζον Κάβανο, Βίκτορ Στίμπελ, σε συνδυασμό με την εμπνευσμένη γραμμή New Look του Κριστιάν Ντιόρ. Και πολλές αναφορές στον ψυχισμό και στο ταμπεραμέντο του Τσαρλς Τζέιμς, συνέθεσαν τον λονδρέζο μετρ που ο Ντάνιελ Ντέι-Λιούις μάς χάρισε με την τελευταία του ερμηνεία.

Ο τελειομανής ηθοποιός, όταν άκουσε τις ιδέες του σκηνοθέτη Πολ Τόμας Αντερσον για τη συμβιωτική σχέση ενός μετρ με τη μούσα του, ξεκίνησε την προσωπική του έρευνα για να κατασκευάσει έναν τεχνίτη της ραπτικής, παρά έναν εξαίρετο δημιουργό της μόδας. Ο Γούντκοκ είναι ένας πειθαρχημένος γνώστης της ραπτικής, εμμονικός με τα υλικά και καταξιωμένος κοινωνικά, αφού η αριστοκρατική κοινωνία του Λονδίνου εμπιστεύεται το γούστο του. Στη μεταπολεμική εποχή και ιδιαίτερα στα μέσα της δεκαετίας του ’50, που ατμοσφαιρικά αναδύεται και από τον σκηνικό περίγυρο της ταινίας, η σχεδιασμένη στο χαρτί δημιουργία (illustrations) εστιάζει κυρίως στη σιλουέτα και στις υφές των υφασμάτων. Κάτι που ο Ντέι Λιούις έλαβε έντονα υπόψη του σχεδιάζοντας διαρκώς με την πένα του πάνω στις λευκές σελίδες του μαύρου τετραδίου του. Σε στενή συνεργασία με τον ενδυματολόγο της ταινίας Μαρκ Μπρίτζες, ο Ντάνιελ Ντέι Λιούις, αφού έμαθε να κάνει ντραπέ, να κόβει το ύφασμα και να καρικώνει στριφώματα, έφτιαξε από την αρχή μια τουαλέτα. Και ως άλλος Κριστομπάλ Μπαλενσιαγκά που συνήθιζε να λέει ότι «το ύφασμα αποφασίζει για το σχέδιο του ρούχου», ο πρωταγωνιστής της ταινίας συνδέει τα σχέδιά του με την υφή και το χρώμα. Τυχαίοι δεν είναι οι μοβ τόνοι στην τουαλέτα που ετοιμάζει ο Γούντκοκ για την κόμησσα πελάτισσά του. Η απόχρωση αυτή συνδέεται με την πολυτέλεια, τον πλούτο, βασιλικούς οίκους και αυτοκρατορικό μεγαλείο.

Ο βιογράφος του Τσαρλς Τζέιμς, του άγγλου σχεδιαστή ο οποίος θριάμβευσε στην Αμερική του ’50, φαίνεται να έδωσε πολλά στοιχεία για το χτίσιμο της συμπεριφοράς του Γούντκοκ αλλά και των δημιουργιών του. Ο Τζέιμς θεωρούσε τον εαυτό του καλλιτέχνη και όχι δημιουργό ρούχων. Ηταν όμως πολύ στενά δεμένος με τις δημιουργίες του, που αισθανόταν ότι ανήκαν σε αυτόν. Ο εκκεντρικός σχεδιαστής λέγεται ότι θα μπορούσε να περάσει όλη τη νύχτα στο διαμέρισμά του χορεύοντας με μια ολοκληρωμένη δημιουργία του. Ηταν αυτό που παρακίνησε σκηνοθέτη και πρωταγωνιστή να γυρίσουν τη σκηνή όπου το βαθυπράσινο ταφταδένιο φόρεμα βγαίνει από την παχυλή εκατομμυριούχο πελάτισσα του Γούντκοκ λόγω «ασεβούς συμπεριφοράς της» απέναντι στην κομψότητά του.