Θαλασσινά που ανήκουν σε προστατευόμενα είδηπωλούνται παράνομα μέσω νέας μαύρης αγοράς ως εκλεκτά εδέσματα σε ακριβά εστιατόρια (!)

Αυτό προκύπτει από έρευνα –η οποία βρίσκεται σε εξέλιξη –από το Ινστιτούτο Θαλάσσιας Προστασίας «Αρχιπέλαγος». Τα πιο δημοφιλή από τα προστατευόμενα είδη που διατίθενται ευρέως στα ελληνικά εστιατόρια είναι ο πετροσωλήνας, η πίνα, η μπουρού, η κοχύλα, καθώς και ο λεγόμενος γόνος (δηλαδή υπομεγέθη ψάρια ή γαρίδες διαφόρων ειδών).

Οι ειδικοί κρούουν τoν κώδωνα του κινδύνου επειδή εκτός από την ερημοποίηση των παράκτιων περιοχών που συντελείται από την παράνομη αλιεία αυτών των ειδών, υπάρχει κίνδυνος και για τη δημόσια υγεία.

Oπως εξηγούν, τα είδη όπως ο πετροσωλήνας και η πίνα που χρειάζονται πολλές δεκαετίες για να αναπτυχθούν σε βρώσιμο μέγεθος, λόγω της μεγάλης διάρκειας ζωής τους, μπορούν να συσσωρεύσουν επικίνδυνες συγκεντρώσεις βαρέων μετάλλων (όπως ο μόλυβδος, ο ψευδάργυρος και το κάδμιο) αλλά και οργανοχλωριωμένων ενώσεων (PCB,DDT). «Αυτό τα καθιστά επιβαρυντικά για την υγεία αυτών που τα καταναλώνουν» λένε.

Η έρευναβασίζεται –κατά κύριο λόγο –σε ένα μεγάλο δίκτυο εθελοντών, αλιέων και δυτών του Παρατηρητηρίου Καταστροφικής Αλιείας του Ινστιτούτου που καλύπτει ένα μεγάλο μέρος των ελληνικών θαλασσών, από το Αγιον Ορος έως την Κρήτη.

80% των εστιατορίων

Οπως αναφέρουν από το «Αρχιπέλαγος», το 80% των εστιατορίων που «ελέγχθηκαν» στο πλαίσιο της έρευνας (σ.σ.: ερευνήθηκαν 70 εστιατόρια, τα οποία εν αγνοία τους συμμετείχαν στην έρευνα) είτε είχαν τα προαναφερόμενα είδη στο μενού τους είτε δήλωσαν στους ερευνητές που τους προσέγγισαν ως πελάτες ότι για σκοπούς μεγάλης παραγγελίας θα μπορούσαν να προμηθευτούν διάφορα προστατευόμενα είδη, εάν είχαν περιθώριο λίγων ημερών…

Σύμφωνα με τους συντάκτες της έρευνας, όπως εξήγησαν ορισμένοι από τους υπευθύνους των εστιατορίων, προμηθεύονται τα συγκεκριμένα είδη από ψαράδες που δεν είναι επαγγελματίες, οι οποίοι τα ψαρεύουν παράνομα είτε με ψαροντούφεκο και μπουκάλα είτε έχουν «ειδικευτεί» στην αλιεία πετροσωλήνα με κομπρεσέρ…

Οπως εξηγούν από το «Αρχιπέλαγος», έχει στηθεί ένα παράνομο δίκτυο μαύρης αγοράς που αποψιλώνει και καταστρέφει ό,τι έχει απομείνει από τα άλλοτε πλούσια αποθέματα των προστατευόμενων ειδών στα παράκτια νερά.

Η ανάδειξη του θέματος γίνεται στο πλαίσιο της έρευνας για την παράνομη και καταστροφική αλιεία του Ινστιτούτου Θαλάσσιας Προστασίας.

Η ολοένα και μεγαλύτερη ζήτηση για ψάρια πρώτης διαλογής (λιθρίνια, συναγρίδες, σαργοί κ.ά.) αλλά και προστατευόμενα είδη ωςγκουρμέ(όπως o πετροσωλήνας, η πίνα και η μπουρού), σε συνδυασμό με τη μείωση αυτών των αποθεμάτων τα τελευταία χρόνια, διατηρεί σε λειτουργία το παράνομο κύκλωμα.

Σε 100 ιστοσελίδες

Μια άλλη πτυχή του θέματος που αναδεικνύεται από την έρευνα είναι το γεγονός ότι πέρα από τα εστιατόρια που αγοράζουν παράνομα αλιεύματα, περισσότερες από 100 ιστοσελίδες από διάφορες περιοχές της Ελλάδας προβάλλουν στο Διαδίκτυο το μενού τους που περιέχει κάποια από τα προστατευόμενα είδη (!).

Οπως επισημαίνουν από το «Αρχιπέλαγος», συχνότερα αναφέρεται ο πετροσωλήνας, που άλλοτε διατίθεται μεντελίβερικαι άλλοτε ως ακριβό πιάτο σεγκουρμέεστιατόρια. Για παράδειγμα, διαφημίζεταιγκουρμέπιάτο «πετροσωλήνες αχνιστοί με λάδι τρούφας»…

«Σε μια χώρα που θεωρούμε ότι έχουμε μεγάλη θαλασσινή παράδοση, η συμπεριφορά μας δείχνει ότι δεν είμαστε ικανοί να διαχειριστούμε αυτήν τη μοναδική φυσική κληρονομιά των θαλασσών μας, αλλά και να ζήσουμε αξιοποιώντας σωστά τους θαλάσσιους πόρους μας» αναφέρει ο διευθυντής του Ινστιτούτου Θαλάσσιας Προστασίας «Αρχιπέλαγος» Θοδωρής Τσιμπίδης.

Αλιεία με κομπρεσέρ!

Σύμφωνα με ειδικούς, η αλιεία πετροσωλήνα είναι ιδιαίτερα καταστροφική, δεδομένου ότι το όστρακο αυτό ζει μέσα στους βράχους. Ψαρεύεται κυρίως από δύτες που χρησιμοποιούν σφυριά ή ακόμη και κομπρεσέρ, με τα οποία σπάνε τους βράχους μέσα στους οποίους ζουν οι πετροσωλήνες, προκαλώντας με τον τρόπο αυτόν εκτεταμένη καταστροφή στα οικοσυστήματα της παράκτιας ζώνης.

Επιπλέον,προκειμένου να φτάσει ο πετροσωλήνας σε μέγεθος κατάλληλο για βρώση, απαιτούνται πάνω από 50 χρόνια (καθώς ο μέσος ρυθμός ανάπτυξης του είδους ανέρχεται στα 0,2 εκατοστά ανά έτος), γεγονός που καθιστά σχεδόν αδύνατη την αποκατάσταση του πληθυσμού έπειτα από την εντατική αλίευση που υφίσταται –δεδομένου ότι αυτό το αλίευμα αντιμετωπίζει παράλληλα και την πίεση των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής και των ανθρωπογενών επιπτώσεων στα παράκτια οικοσυστήματα, όπως αναφέρει η θαλάσσια βιολόγος Belen Quintana, συντονίστρια Θαλάσσιας Ερευνας του Ινστιτούτου.

Γι’ αυτόν τον λόγο η αλιεία των πετροσωλήνων ως ιδιαίτερα καταστρεπτική απαγορεύεται στην Ευρωπαϊκή Ενωση από το 1992, καθώς και σε όλες τις μη ευρωπαϊκές χώρες της Μεσογείου.

Σημειώνεται πως η αλιεία, η διακίνηση, η πώληση και η κατανάλωση πετροσωλήνων απαγορεύονται αυστηρά από την Οδηγία για τους Οικοτόπους, τη Συνθήκη της Βαρκελώνης, τη Συνθήκη της Βέρνης και τη Σύμβαση CITES για το διεθνές εμπόριο των ειδών της άγριας πανίδας και χλωρίδας που κινδυνεύουν με εξαφάνιση.

«Είμαστε η μοναδική χώρα της ΕΕ και μία από τις ελάχιστες στον κόσμο στην οποία η διαχείριση της αλιείας είναι τόσο ανεπαρκής, ενώ οι κρατικές Αρχές επιμένουν να εθελοτυφλούν, αντί να αντιμετωπίζουν σταδιακά τα προβλήματα της καταστροφικής και παράνομης αλιείας» υποστηρίζει η επικεφαλής έρευνας του Ινστιτούτου «Αρχιπέλαγος» Αναστασία Μήλιου.

Και συμπληρώνει: «Αυτό αποδεικνύεται περίτρανα από το παράδειγμα της ευρείας και απροκάλυπτης εμπορίας προστατευόμενων ασπόνδυλων ειδών που πλέον είναι διαθέσιμα ακόμη και διαδικτυακά για κατ’ οίκον διανομή. Κι αυτό το σύνηθες παράνομο εμπόριο είναι ζήτημα διαφωνίας από τις αρμόδιες Αρχές για το ποιος είναι αρμόδιος να το ελέγξει (!). Κατά πόσο η ευθύνη είναι του υπουργείου Περιβάλλοντος (που είναι υπεύθυνο για τα προστατευόμενα είδη) ή του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης (που είναι υπεύθυνο για θέματα αλιείας) ή του Ναυτιλίας (που είναι υπεύθυνο για τους ελέγχους αλιευτικών δραστηριοτήτων) ή του υπουργείου Οικονομικών (που είναι υπεύθυνο για τους αγορανομικούς ελέγχους)».

Για το θέμα της ευρείας πώλησης των προαναφερόμενων προστατευόμενων ειδών στην Ελλάδα και τη σχετική ανεπάρκεια του ελεγκτικού μηχανισμού, το Ινστιτούτο «Αρχιπέλαγος» έχει υποβάλει καταγγελίες τόσο προς τη Συνθήκη της Βέρνης (πρόκειται για ένα διεθνές «νομικό εργαλείο») όσο και προς τη Γενική Διεύθυνση Θαλάσσιας Πολιτικής και Αλιείας της ΕΕ.

Μια παλιά ιστορία…

Το 2011 δημοσιεύτηκε στο διεθνές επιστημονικό περιοδικό «MediterraneanMarineScience» μελέτη του αναπληρωτή καθηγητή του Τμήματος Επιστημών της Θάλασσας του Πανεπιστημίου Αιγαίου Στέλιου Κατσανεβάκη (τότε ερευνητή του Ελληνικού Κέντρου Θαλάσσιων Ερευνών) και των συνεργατών του σχετικά με την ευρείας κλίμακας παράνομη αλιεία και εμπορία προστατευόμενων οστρακοειδών στην Ελλάδα.

Στη μελέτη έγιναν συνεντεύξεις με ιδιοκτήτες219παραλιακών εστιατορίων που σέρβιραν (και εξακολουθούν να σερβίρουν) θαλασσινά,σε 92πόλεις σε όλη την Ελλάδα. Από αυτά, οι πετροσωλήνες ήταν το πιο συνηθισμένο «προστατευόμενο» είδος και βρέθηκε να σερβίρεται στο 22,8% των εστιατορίων.

Ακολουθούν το χτένι και η πίνα, τα οποία βρέθηκαν να διακινούνται στο 19,2% και 16,4% των εστιατορίων της έρευνας αντίστοιχα, ενώ σε μικρότερο αριθμό εστιατορίων βρέθηκαν η φολάδα, το γαϊδουροπόδαρο, ο τρίτωνας, η μπουχώνα/κοχύλα.

Σε αρκετές περιπτώσεις, τα ποσοστά αυτά ήταν πολύ μεγαλύτερα, όπως για παράδειγμα στις περιοχές γύρω από τον Ευβοϊκό Κόλπο, όπου οι πετροσωλήνες σερβίρονταν σε περισσότερα από το 65% των εστιατορίων.

Οπως εξηγεί στα «ΝΕΑ» ο Στέλιος Κατσανεβάκης, αν και ενημερώθηκαν οι Διευθύνσεις Αλιείας όλων των περιφερειών της χώρας αλλά και το υπουργείο Περιβάλλοντος, δεν πάρθηκε κανένα μέτρο για την αντιμετώπιση της παράνομης διακίνησης προστατευόμενων ειδών στα ελληνικά εστιατόρια.

Μάλιστα, όπως λέει, το 2014 προχώρησε σε σχετική καταγγελία στη Συνθήκη της Βέρνης. Σύμφωνα με τον ίδιο, η απάντηση του υπουργείου Περιβάλλοντος, τον Ιούλιο του 2015, ήταν ότι «η Ελλάδα έχει επάρκεια νόμων για την προστασία του είδους και άρα η προστασία είναι επαρκής (!)».

Κατά τον αναπληρωτή καθηγητή στο Πανεπιστήμιο Αιγαίου, η απάντηση αυτή ανέδειξε και τη ρίζα του προβλήματος. Η ελληνική Δημόσια Διοίκηση θεωρεί ότι με την ψήφιση νόμων το πρόβλημα αυτόματα επιλύεται. Ωστόσο, όπως υποστηρίζει, στην πραγματικότητα το πρόβλημα έγκειται στη μη εφαρμογή των νόμων και στην ανεπάρκεια των ελεγκτικών μηχανισμών.

Σε 3 χρόνια 2 πρόστιμα

Η συνέχεια της ιστορίας έχει ως έξης:ο Στέλιος Κατσανεβάκης, όπως ο ίδιος εξιστορεί, ξεκίνησε νέα έρευνα, αυτή τη φορά μέσω του Διαδικτύου,ελέγχοντας καταλόγους εστιατορίων που ήταν διαθέσιμοι στις ιστοσελίδες τους. Οπως διαπίστωσε, δεκάδες εστιατόρια σε 33 πόλεις της Ελλάδας σέρβιραν πετροσωλήνες, συμπεριλαμβανομένων 12 εστιατορίων σε Αθήνα και προάστια.

«Ο κατάλογος αυτός παραδόθηκε στους αρμοδίους. Ωστόσο, ποτέ δεν αξιοποιήθηκε από το υπουργείο, το οποίο στην ανταπάντησή του στη Συνθήκη της Βέρνης, τον Μάρτιο του 2016, βάσισε τηνεπιχειρηματολογία του στο ότι ποτέ δεν έχει δοθεί άδεια εξαγωγής ή εισαγωγής στην Ελλάδα πετροσωλήνων…» λέει. «Μάλιστα, σε νέα ανταπάντηση του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης, τον Μάρτιο του 2017,κατόπιν αιτήματος της Συνθήκης της Βέρνης για κατάθεση περισσότερων στοιχείων, προκύπτει ότι την τριετία 2014-2016 δόθηκαν πρόστιμα σε δύο μόνο εστιατόρια, συνολικού ύψους 1.300 ευρώ, ποσού συγκρίσιμου με τον ημερήσιο τζίρο ενός εστιατορίου».

Η καταγγελία του Στέλιου Κατσανεβάκη παραμένει, όπως ο ίδιος τονίζει, σε εκκρεμότητα στη Συνθήκη της Βέρνης εδώ και τέσσερα χρόνια, καθώς η αντιμετώπιση του θέματος από την ελληνική κυβέρνηση έχει θεωρηθεί ανεπαρκής.