Οταν πρωτοκυκλοφόρησε το 1998, φέρνοντας στο φως νέες πληροφορίες από σοβιετικά αρχεία και πηγές μέχρι τότε απροσπέλαστες, ανανέωσε το ενδιαφέρον των ιστορικών και του κοινού για το Ανατολικό Μέτωπο του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Είκοσι χρόνια αργότερα ωστόσο, το ευπώλητο και πολυβραβευμένο «Στάλινγκραντ» του άγγλου ιστορικού Αντονι Μπίβορ (εκδ. Γκοβόστης, μτφ. Κωνσταντίνος Κρίτσης), μια πλήρης και καθηλωτική περιγραφή της ιστορικής μάχης και των συνεπειών της, δεν χαίρει από όλους της ίδιας αντιμετώπισης: μια πρόσφατη, ρωσική μετάφραση του βιβλίου βρέθηκε σε λίστα 25 συνολικά τίτλων, μεταξύ των οποίων και δύο του Μπόρις Ακούνιν και του Μπόρις Σοκολόφ, που την προηγούμενη εβδομάδα απαγορεύτηκαν από τις ουκρανικές Αρχές, κάνοντας τον Μπίβορ να χαρακτηρίσει την απόφαση «απολύτως εξοργιστική».

Λίγο πριν συμπληρωθούν τέσσερα χρόνια από την κρίση στην Κριμαία και άλλα δύο από τότε που η Ουκρανία πέρασε ένα νόμο απαγόρευσης με τη βοήθεια «συμβουλίου ειδικών» όσων βιβλίων εισάγονται από τη Ρωσία και περιέχουν «αντι-ουκρανικό» περιεχόμενο, ο Σέρχι Ολινικ, επικεφαλής του τμήματος αδειών και διανομής της ουκρανικής επιτροπής τηλεόρασης και ραδιοφώνου, δήλωσε στο Radio Free Europe ότι η απαγόρευση επιβλήθηκε εξαιτίας ενός αποσπάσματος του βιβλίου που κατέγραφε την εκτέλεση 90 Εβραιόπουλων από ουκρανούς εθνικιστές παραστρατιωτικούς προκειμένου να προφυλαχτούν από το ψυχολογικό βάρος του εγκλήματος οι συμπατριώτες τους sonderkommando, μέλη μιας «ομάδας εργασίας» εβραϊκής συνήθως καταγωγής, που οι Ναζί επιφόρτιζαν με παρόμοια καθήκοντα. «Πρόκειται για πρόκληση» δήλωσε ο Ολινικ. «Οταν ελέγξαμε τις πηγές που χρησιμοποίησε ο Μπίβορ, διαπιστώσαμε ότι προέρχονταν από το Λαϊκό Κομισαριάτο Εσωτερικών Υποθέσεων. Το γεγονός ήταν αρκετό για να το συζητήσουμε με το συμβούλιο των ειδικών και είμαστε χαρούμενοι που μας υποστήριξαν».

Ο ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ. Από τη μεριά του ο Μπίβορ υποστήριξε ότι η πληροφόρησή του δεν προερχόταν από εσωτερικό σοβιετικό έγγραφο, αλλά από το βιβλίο «Ημερολόγια ενός αξιωματικού των μυστικών υπηρεσιών» που συνέγραψε ο αντιναζιστής συνταγματάρχης Χέλμουτ Γκρόσκουρθ και εκδόθηκε το 1970 στη Στουτγάρδη, παρατιθέμενο ως πηγή στο «Στάλινγκραντ», καθώς και από την «οδυνηρή αλλά επιβεβαιωτική» καταγραφή του περιστατικού στη συλλογή μαρτυριών και εγγράφων υποστηρικτών του Ολοκαυτώματος «The Good Old Days: The Holocaust As Seen By Its Perpetrators and Bystanders», που είδε το φως της δημοσιότητας το 1988. «Είναι απολύτως εξοργιστικό» δήλωσε ο Μπίβορ. «Δεν είχαν λόγο να το κάνουν. Είναι ξεκάθαρο, τόσο στην αγγλική όσο και στη ρωσική έκδοση, ποια είναι η πηγή και ποια η προέλευσή της: ένας γενναίος και θρησκευόμενος αξιωματικός που διαμαρτυρήθηκε εντόνως, παρά τις απειλές ότι θα καταγγελθεί στον Χίμλερ, για το μακελειό των παιδιών. Οι Σοβιετικοί δεν θα μπορούσαν ούτε καν να γνωρίζουν το γεγονός».

Σε επιστολή του στη βρετανική πρεσβεία στο Κίεβο ο άγγλος ιστορικός ανακοίνωσε ότι σκοπεύει να διαμαρτυρηθεί για την απαγόρευση και χαρακτήρισε τη δήλωση του Ολινικ, που τον κατηγορεί για διασπορά ρωσικής, αντι-ουκρανικής προπαγάνδας, «εντελώς αναληθή». «Ο Γκρόσκουρθ ήταν τόσο σοκαρισμένος από όσα είχαν συμβεί», συνέχιζε ο Μπίβορ στην επιστολή του, «που έγραψε στη γυναίκα του: «δεν μπορούμε και δεν πρέπει να μας επιτραπεί να κερδίσουμε αυτόν τον πόλεμο». Απαιτώ μια άμεση απολογία από τον Ολινικ και την ακύρωση της απόφασης να τεθεί υπό περιορισμό η έκδοση του βιβλίου από το «συμβούλιο των ειδικών»».