Οι απλωμένοι τόνοι του μαζούτ στον Σαρωνικό κηλιδώνουν την προσπάθεια του Αλέξη Τσίπρα για φθινοπωρινή επικοινωνιακή αντεπίθεση. Οι αλλεπάλληλες κυβερνητικές αρρυθμίες και το αλαλούμ ευθυνών για το οικολογικό έγκλημα στις αττικές ακτές, οι παλινωδίες υπουργών και υπηρεσιών για τις επενδύσεις, αλλά και οι αριθμοί που λένε την αλήθεια για την υστέρηση στα έσοδα ακυρώνουν εν τοις πράγμασι το αφήγημα του Πρωθυπουργού για ομαλή πορεία εξόδου από τα Μνημόνια και την επιτροπεία.

Ειδικά στην πρώτη περίπτωση, αυτή της θαλάσσιας ρύπανσης στον Σαρωνικό, αναδείχθηκε για μία ακόμη φορά η μοναδική… ικανότητα των υπουργών αυτής της κυβέρνησης να μεταθέτουν όπου αλλού είναι δυνατόν τις ευθύνες και του Πρωθυπουργού να τους παρακολουθεί άπραγος. Μόλις έναν μήνα μετά την καταστροφική πυρκαγιά της ΒΑ Αττικής, για την οποία έφταιγαν οι πυροσβέστες, αλλά όχι η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Δημόσιας Τάξης, έτσι και τώρα ο υπουργός Ναυτιλίας βρίσκεται στο απυρόβλητο, με το Μαξίμου να θεωρεί –και να διακηρύττει δημοσίως –πως έγινε ό,τι καλύτερο μπορούσε να γίνει και μάλιστα στον προβλεπόμενο χρόνο αντίδρασης.

Μόλις χθες το μεσημέρι, ύστερα από τη γενικότερη κατακραυγή και τις πιέσεις της αντιπολίτευσης, σχεδόν μία εβδομάδα μετά το ναυτικό ατύχημα, ο Αλέξης Τσίπρας συγκάλεσε σύσκεψη στο Μαξίμου με την πολιτική ηγεσία του υπουργείου Ναυτιλίας και αποφάσισε δράσεις για την αντιμετώπιση της ρύπανσης.

Απαγορεύεται το κολύμπι

Κι όλα αυτά, ενώ τα επεισόδια αντιφατικών δηλώσεων υπουργών συνεχίζονται. Μόλις χθες, ο υπουργός Υγείας Ανδρέας Ξανθός άδειασε τον Παναγιώτη Κουρουμπλή, υποστηρίζοντας –σε αντίθεση με τον υπουργό Ναυτιλίας –πως ο κόσμος δεν θα πρέπει να κάνει μπάνιο στις μολυσμένες ακτές της Αττικής. Και ο αναπληρωτής υπουργός Περιβάλλοντος Σωκράτης Φάμελλος έδειξε προς την πλευρά του υπουργείου Ναυτιλίας για ευθύνες, επιχειρώντας να αποσείσει τις δικές του.

Εξαιρετικό ενδιαφέρον είχε πάντως η τοποθέτηση του αναπληρωτή υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης Γιάννη Τσιρώνη, ο οποίος ανήκει μάλιστα στη «συνιστώσα» των Οικολόγων Πράσινων. Υποστήριξε ούτε λίγο ούτε πολύ πως η ευθύνη ανήκει «στην κοινωνία και την παγκόσμια κοινότητα που είναι εξαρτημένη από το λόμπι του πετρελαίου». Αποψη που είναι δημοφιλής στο «παραδοσιακό» τμήμα του ΣΥΡΙΖΑ, το οποίο αντιμάχεται τον καπιταλισμό και καταδεικνύει τη σοβαρότητα με την οποία αντιλαμβάνονται τα στελέχη του τις εξελίξεις, μολονότι κυβερνούν τα ίδια, και εν τέλει κουρελιάζει τον ρεαλισμό και την προσαρμοστικότητα που επιχειρεί να επιδείξει ο Αλέξης Τσίπρας.

Σε αντίστοιχα δύσκολη θέση έρχεται το Μαξίμου με όσα υποστηρίζουν κυβερνητικά (και κομματικά) στελέχη για τις επενδύσεις. Προσκόμματα και ιδεοληψίες μπλοκάρουν την ήδη πολύπαθη επένδυση του Ελληνικού, ο αρμόδιος υπουργός «πυροβολεί» τους Γερμανούς που έχουν παραλάβει 14 περιφερειακά αεροδρόμια, η κυβέρνηση έρχεται σε σύγκρουση με την Eldorado Gold για τη Χαλκιδική και άλλα τινά, την ώρα που ο Πρωθυπουργός υπογράφει με τον ιταλό ομόλογό του την πώληση της ΤΡΑΙΝΟΣΕ, προσκαλεί τους ξένους επενδυτές στην Ελλάδα και δημιουργεί διυπουργική task force για τις επενδύσεις.

Εύκολα θα μπορούσε κάποιος να πει πως ο Πρωθυπουργός, στην προκειμένη περίπτωση, σκόρπισε ανέμους και θέρισε θύελλες, όταν είχε βασίσει τον λόγο του προεκλογικά κατά των επενδύσεων και των ιδιωτικοποιήσεων. Με το πλάνο αποκρατικοποιήσεων, ωστόσο, να αποτελεί βασικό σημείο των προαπαιτουμένων για την τρίτη αξιολόγηση και την οικονομία να εξαρτάται απόλυτα από τις ξένες επενδύσεις και τη δημιουργία θέσεων εργασίας που αυτές θα φέρουν, ο Τσίπρας βρίσκεται σε σταυροδρόμι και καλείται να διαλέξει προορισμό και αντίστοιχα να κατευθύνει το Υπουργικό Συμβούλιο.

Πετροβολάει το Μαξίμου

Σε ένα Υπουργικό Συμβούλιο όπου οριστικά, όπως όλα δείχνουν, παραμένει στη θέση του υπουργού Οικονομικών ο Ευκλείδης Τσακαλώτος –τουλάχιστον μέχρις ότου κλείσει η τρίτη αξιολόγηση, αφού ούτως ή άλλως ο Πρωθυπουργός φέρεται ότι έχει αποφασίσει να καθυστερήσει έως τότε τον ανασχηματισμό. Τούτο, όμως, δεν σημαίνει πως Τσίπρας – Τσακαλώτος διάγουν την καλύτερη φάση των σχέσεών τους. Τουναντίον, η ένταση επέστρεψε με αφορμή τις διαρροές από το υπουργείο Οικονομικών για το ενδεχόμενο λήψης νέων μέτρων το 2018, κάτι που γκρεμίζει το success story που πετραδάκι πετραδάκι οικοδομεί ο Πρωθυπουργός στην ύστατη προσπάθειά του να γυρίσει το κλίμα.

Ως φήμη κυκλοφορεί πως οι δανειστές ήταν ουσιαστικά αυτοί που αιτήθηκαν της παραμονής Τσακαλώτου στο υπουργείο Οικονομικών, αναγνωρίζοντάς τον ως τον βασικό συνομιλητή τους. Από την άλλη πλευρά, ο υπουργός Οικονομικών γνωρίζει από πρώτο χέρι τις απαιτήσεις των δανειστών και τις αντικειμενικές δυσκολίες των διαπραγματεύσεων. Το σημαντικότερο, όμως, φαίνεται πως είναι η επιθυμία του να αποποιηθεί της πολιτικής ευθύνης για το ενδεχόμενο λήψης νέων μέτρων –πόσω μάλλον ενός νέου Μνημονίου. Η εικόνα του Τσακαλώτου επλήγη ανεπανόρθωτα με το περίφημο «θα παραιτηθώ αν μειωθεί το αφορολόγητο», με το… μοιραίο να κλειδώνει τελικά για την περίοδο 2019-2020, αλλά εκείνον να παραμένει στη θέση του. Ετσι, κατ’ αυτόν τον τρόπο επιχειρεί τώρα να διαχύσει τις ευθύνες και στην πλευρά του Μαξίμου και να καταστήσει τον Πρωθυπουργό συνυπεύθυνο για τις όποιες αποφάσεις.

Μπορεί όλο αυτό το παιχνίδι να είναι και εσωκομματικό, με το βλέμμα στραμμένο στην επόμενη μέρα του ΣΥΡΙΖΑ; Αν κάποιος λάβει υπόψη του ότι ο Τσακαλώτος είναι άτυπος επικεφαλής της ομάδας των 53, σίγουρα ναι. Φτάνουν, όμως, μέχρι εκεί οι βλέψεις του; Συνεργάτες του αντιδρούν γελώντας στη σκέψη και μόνο ότι μπορεί να αμφισβητήσει τον Τσίπρα, αλλά οι συχνές αποστάσεις του από το Μαξίμου συνιστούν κλείσιμο του ματιού στην εσωκομματική αντιπολίτευση. Γεγονός που του επιτρέπει να εκπροσωπεί αυτόκλητα ένα μεγάλο μέρος στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ, το οποίο διατηρεί τη σκληρή γραμμή κατά των μέτρων, της λιτότητας και των Μνημονίων.

Η ιστορία αυτή είναι παλιά. Οταν το Μαξίμου πανηγύριζε για το «τέλος της λιτότητας» στο άτυπο Eurogroup της Μάλτας, ο υπουργός Οικονομικών ήταν επιφυλακτικός. Οταν το Μαξίμου πανηγύριζε για την απόφαση του Ιουνίου και μιλούσε για χρέος και ποσοτική χαλάρωση, ο υπουργός Οικονομικών σιωπούσε. Και τώρα που το Μαξίμου μιλά για πορεία εξόδου από τα Μνημόνια και την επιτροπεία, ο Τσακαλώτος κρούει τον κώδωνα του κινδύνου για νέα μέτρα –αν και χθες, από το Ταλίν και το άτυπο Eurogroup, επιχείρησε αναδίπλωση, δηλώνοντας πως «κανείς δεν μου τράβηξε το αφτί» και ότι δεν υπάρχει λόγος επιβολής νέων μέτρων εάν επιτευχθούν οι στόχοι.

Μαζεύονται σύννεφα

Ολα αυτά, σε συνδυασμό με τις αρρυθμίες για τις επενδύσεις, δεν αφήνουν αδιάφορους τους εταίρους και ιδιαίτερα την Κομισιόν, αφού τα θέματα αυτά συζητήθηκαν στο χθεσινό άτυπο Eurogroup και η τρίτη αξιολόγηση αρχίζει οσονούπω μ’ αυτές τις σκιές. Και ο Ευκλείδης Τσακαλώτος αυτομάτως, ως βασικός συνομιλητής των θεσμών, είναι ο πρώτος που γίνεται κοινωνός των ανησυχιών και των αντιδράσεων. Η κυβέρνηση, άλλωστε, έχει μπροστά της ένα βουνό, δεδομένου ότι ακόμη και στην περίπτωση που δεν χρειαστούν πρόσθετα μέτρα το 2018 και επιτευχθούν οι στόχοι –κάτι που θα κριθεί κυρίως από τα φορολογικά έσοδα και την πορεία τους –οι αποφάσεις που πρέπει να ληφθούν άμεσα, εντός του 2017, είναι δύσκολες. Αρχής γενομένης από τις περικοπές στα κοινωνικά και προνοιακά επιδόματα, οι οποίες αποφάσεις έχουν μάλλον μεγαλύτερο πολιτικό παρά δημοσιονομικό κόστος.

Το βλέμμα της κυβέρνησης είναι επίσης στραμμένο στις γερμανικές εκλογές, αφού οι συμμαχίες που θα διαμορφωθούν θα κρίνουν εν πολλοίς τη στάση της Γερμανίας και τις εξελίξεις για το χρέος. Σε ό,τι αφορά το ΔΝΤ, ο Πρωθυπουργός ζήτησε από το βήμα της ΔΕΘ να ξεκαθαρίσει έως το τέλος του έτους τη στάση του και αν θα παραμείνει ή όχι στο ελληνικό πρόγραμμα. Κρίσιμη προς τούτο θεωρείται η επίσκεψη της Κριστίν Λαγκάρντ στην Αθήνα στα τέλη του μήνα, λίγα 24ωρα μετά τις γερμανικές εκλογές.