«Μας λείπετε ήδη. Σας ευχαριστούμε και αντίο», είπε απευθυνόμενος στους Βρετανούς ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Ντόναλντ Τουσκ, στις πρώτες δηλώσεις που έκανε αφού παρέλαβε την επιστολή της Βρετανίδας πρωθυπουργού Τερέζα Μέι για την ενεργοποίηση του Brexit.

Ο Τουσκ, στην πρώτη δήλωση που έκανε αφού παρέλαβε την εξασέλιδη επιστολή της Βρετανίδας πρωθυπουργού Τερέζα Μέι για το Brexit, είπε: «Δεν έχουμε κανέναν λόγο να προσποιούμαστε ότι είναι μια χαρούμενη ημέρα, είτε στις Βρυξέλλες, είτε στο Λονδίνο».

Ο Τουσκ τόνισε ότι υπάρχει «κάτι θετικό» στο Brexit και αυτό είναι ότι ένωσε τις υπόλοιπες 27 χώρες της ΕΕ περισσότερο από ποτέ. «Θα παραμείνουμε αποφασισμένοι και ενωμένοι κατά τη διάρκεια των δύσκολων διαπραγματεύσεων» με το Λονδίνο, συνέχισε.

Η ΕΕ θα προστατεύσει τα συμφέροντα των 27 μελών της, υπογράμμισε ο Τουσκ. Το θέμα, είπε, είναι να γίνει «έλεγχος των ζημιών», επισημαίνοντας ότι οι Βρυξέλλες στοχεύουν να ελαχιστοποιήσουν το κόστος που θα έχει το Brexit για τους Ευρωπαίους πολίτες, τις επιχειρήσεις και τις χώρες.

Ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου υπενθύμισε ότι «περίπου οι μισοί» βρετανοί ψηφοφόροι ψήφισαν στο δημοψήφισμα της 23ης Ιουνίου υπέρ της παραμονής της χώρας τους στην ΕΕ.

Προς το παρόν, είπε, δεν θα αλλάξει κάτι. Μέχρι να αποχωρήσει επισήμως η Βρετανία, το 2019, παραμένει μέλος της ΕΕ και όσα ισχύουν στις χώρες της ΕΕ εφαρμόζονται και στη Βρετανία.

Η πρωθυπουργός της Βρετανίας Τερέζα Μέι δήλωσε ότι αναγνωρίζει ότι η τήρηση της διετούς προθεσμίας για την επίτευξη της συμφωνίας εξόδου της χώρας της από την Ευρωπαϊκή Ένωση θα είναι πρόκληση.

Σημείωσε ότι η Βρετανία επιθυμεί ειδική συνεργασία «εις βάθος» με την ΕΕ, σημειώνοντας ότι η Βρετανία σέβεται τις τέσσερις θεμελιώδεις ελευθερίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και δεν θα προσπαθήσει να εφαρμόσει επιλεκτικά τμήματα των ευρωπαϊκών συνθηκών μετά την οριστικοποίηση του Brexit.

«Αναγνωρίζουμε ότι θα είναι πρόκληση η επίτευξη συνολικής συμφωνίας εντός περιόδου δύο ετών που έχει τεθεί για συνομιλίες αποχώρησης στη Συνθήκη», αναφέρει η Τερέζα Μέι στην επιστολή με την οποία σήμανε την εκκίνηση της διαπραγματευτικής περιόδου.

«Αλλά πιστεύουμε ότι είναι αναγκαίο να συμφωνήσουμε τους όρους της μελλοντικής μας σύμπραξης ταυτόχρονα με τους όρους της αποχώρησής μας από την Ευρωπαϊκή Ένωση», δηλώνει η βρετανίδα πρωθυπουργός.

Στην επιστολή της προς τον πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Ντόναλντ Τουσκ, σε μια ένδειξη ότι προτίθεται να δείξει καλή θέληση στις διαπραγματεύσεις, ανέφερε ότι γνωρίζει πως θα υπάρξουν συνέπειες από την αποχώρηση και ότι η Βρετανία θα απολέσει την επιρροή της όσον αφορά τους κανονισμούς που διέπουν την ευρωπαϊκή οικονομία.

«Κατανοούμε και σεβόμαστε τη θέση σας ότι οι τέσσερις ελευθερίες της ενιαίας αγοράς είναι αδιαίρετες και δεν μπορεί να υπάρξει επιλεκτική εφαρμογή» ανέφερε. «Γνωρίζουμε επίσης ότι οι βρετανικές εταιρείες, στις συναλλαγές τους με την ΕΕ, θα πρέπει να συμμορφώνονται με τους κανόνες που έχουν συμφωνηθεί από τους θεσμούς στους οποίους δεν θα μετέχουμε πλέον, όπως κάνουν και σε άλλες αγορές» υπογράμμισε.

Αναφερόμενη στο θέμα της θέσης των Ευρωπαίων πολιτών στη Βρετανία και των Βρετανών που ζουν και εργάζονται σε χώρες της ΕΕ, η Μέι εξέφρασε την ελπίδα να υπάρξει μια συμφωνία όσο το δυνατόν συντομότερα.

«Πιστεύω ότι υπάρχει καλή θέληση και από τις δύο πλευρές» για να επιτευχθεί μια τέτοια συμφωνία, είπε στην ομιλία της στο βρετανικό Κοινοβούλιο.Από την πλευρά του, ο γερμανός υπουργός Εξωτερικών προειδοποίησε ότι οι διαπραγματεύσεις για την έξοδο της Βρετανίας από την Ευρωπαϊκή Ένωση δεν θα είναι εύκολες για καμία πλευρά και δήλωσε ότι είναι δύσκολο να καταλάβει κανείς πώς μπορεί να πιστεύει μια χώρα ότι θα είναι καλύτερα μόνη της στο σημερινό παγκόσμιο περιβάλλον.

Μιλώντας στο Βερολίνο, ο Ζίγκμαρ Γκάμπριελ ξεκαθάρισε ότι η ενότητα των άλλων 27 κρατών-μελών της ΕΕ θα είναι η ύψιστη προτεραιότητα της Γερμανίας στις συνομιλίες.

«Οι διαπραγματεύσεις σίγουρα δεν θα είναι εύκολες για καμία πλευρά», δήλωσε. «Τα αρνητικά αισθήματα είναι κατανοητά. Για πολλούς είναι δύσκολο να καταλάβουν, ιδιαίτερα σε αυτές τις ταραχώδεις εποχές, πώς μπορεί κάποιος να πιστεύει ότι θα είναι καλύτερα μόνος του. Αλλά αυτό δεν μπορεί να αποτελέσει τη βάση για τον καθορισμό της μελλοντικής μας σχέσης» είπε.