Ας δούμε πρώτα το σκηνικό. Μια Αριστερά χωρίς πνευματικό βάθος ή μάλλον με το πνευματικό βάθος που ως ποίηση εκβάλλει σε κάτι φαντασιακές «δρακογενιές», ως κριτική στα μέσα ενημέρωσης χουλιγκανίζει με νεολογισμούς για «βοθροκάναλα» και ως κοινωνιολογική ανάλυση ανακαλύπτει «ταξικά δυστυχήματα». Μια Κεντροδεξιά που δεν βρίσκει ποτέ τον φιλελεύθερο βηματισμό της επειδή σκοντάφτει άλλοτε στον συντηρητικό, πότε στον εθνικιστικό και κάποτε στον υποτιθέμενο λαϊκό εαυτό της. Και μια Κεντροαριστερά που μόνο με μια οικονομική κρίση μπόρεσε να απαλλαγεί από το λαϊκιστικό της παρελθόν για να θυμίσει σύγχρονο σοσιαλδημοκρατικό κόμμα.

Το σκηνικό είναι αυτό. Και τα ποιοτικά του χαρακτηριστικά το καθιστούν ασταθές. Κάτι που σημαίνει ότι δεν αρκεί κάποιος να συμπολιτεύεται, κάποιος να κάνει αντιπολίτευση και κάθε τόσο να γίνονται εκλογές για να είναι λειτουργική η δημοκρατία. Πρέπει να υπάρχει και κάποιος που να επισημαίνει τον κίνδυνο της διολίσθησης ή ακόμη και της εκτροπής. Και τη δουλειά αυτή την κάνει τώρα τελευταία ο Βαγγέλης Βενιζέλος. Είναι σχεδόν περίεργο, αν δεν είναι σύμπτωμα της κρίσης, το γεγονός ότι φωνή της συνείδησης του πολιτικού συστήματος έχει γίνει ένας σχεδόν αποσυνάγωγος, κάποιος που δεν άσκησε ποτέ την τέχνη της μαγείας στα πλήθη και που πολλοί του αντίπαλοι θα ήθελαν να του στερήσουν τη θέση του κάτω από τον πολιτικό ήλιο.

Μπορεί να μην είναι δίκαιο, είναι όμως έτσι. Αλλά είναι και τύχη να τσιτάρει κάποιος Μαξ Βέμπερ για να εξηγήσει τη διαφορά ανάμεσα στην «ηθική της ευθύνης» και την «ηθική της πεποίθησης» ή να επισημαίνει τον μισό πόντο που χωρίζει την ολιστική από την ολοκληρωτική προσέγγιση της εξουσίας και να μην είναι εξόριστος ακαδημαϊκός, αλλά επίμονος πολιτικός.