Χαιρέτα μου τους σοσιαλ-λουμίδηδες

Μίμης Ανδρουλάκης, «Δύο μόνο δάκρυα»

Σαν κομματικοί ερημίτες που ζούνε με τις περασμένες ζωές των άλλων [με τις οποίες οι συγγενείς τους συχνά δεν είχαν καμία «ηρωική» σχέση], σαν φρουροί ενός ήδη κατειλημμένου ή ερειπωμένου ιδεολογικού κάστρου, σαν μαχητές μιας ψευδαίσθησης ηθικής ανωτερότητας, σαν κληρονομικοί ιδιοκτήτες άγονων φαντασιώσεων, τα κόμματα στην Ελλάδα κυβερνούν όπως «τους κατέβει». Αλλοτε αριστερά, άλλοτε δεξιά, άλλοτε Τίποτα. Εμφορούνται από κοσμογονικούς μύθους γενικής χρήσης που θυσιάζουν μια γενιά στο όνομα της ταξικότητας [ή μήπως, τοξικότητας;] των ξεπερασμένων απόψεών τους. Το ναρκισσιστικό πρόσωπο των ηττημένων ή υπνωτισμένων [πρώην ψυχαναγκαστικών υπνωτιστών] κυριαρχεί στις οθόνες και στους διαδρόμους καθώς όλοι με τη σειρά τους αποκτούν αίσθηση τέλους παιχνιδιού [ακόμα κι αν αρνιούνται ότι πολλές φορές το παιχνίδι είναι χαμένο από την αφετηρία].

Κλίκ-ες ημι-αληθειών και ημι-ψεμάτων διακινούνται με στόχο τη δημιουργία [νέου;] τριγώνου εξουσίας [κόμμα, επιχειρήσεις, ΜΜΕ]. Οταν αποτυγχάνουν γυρνάνε πίσω στ’ ασφαλή λημέρια της εθνικής ανάγκης, στους μεθοριακούς σταθμούς των [παρ]ανομιών, στο κέλυφος της «δημοκρατικής ολιγότητας».

Πιστεύουν στην [εκδικητική;] κυκλικότητα της Ιστορίας και [αυτο]παγιδεύονται στον μύθο της εσωτερικής [χρυσής;] εφεδρείας. Aναπαράγουν τον νεποτισμό ο καθείς στη δική του ιδεολογική κλίμακα. Πυροβολούν τους μαντατοφόρους των κακών ειδήσεων, καταγγέλλουν ως αποστάτες τους αποστασιοποιημένους προοδευτικούς αστούς, στηρίζουν απροκάλυπτα τα υπερ-αστικά συμφέροντα των «συνεργαζομένων», διατυπώνουν θεωρίες των Πά[ν]των.

Αν δεν πρόκειται για άσκηση «ομαδικού σαδισμού» [sadisme des foules] τότε μάλλον θα είναι μυθ-ιστόρημα πολιτικής φαντασίας, στο οποίο συγγραφέας, ήρωες και αναγνώστες κινούνται στα τυφλά γιατί κανείς δεν γνωρίζει το τέλος του έργου.

Ερωτήματα ουσίας.

– Ποιος χειρίζεται τον μοχλό της δημαγωγικής διαρροής ψευδών ειδήσεων και ψευδαισθήσεων και ποιος κινεί /επιβλέπει τους μηχανισμούς δημόσιας φαυλότητας;

– Ποιος προδίδει τον λαό, ποιος τις ιδέες και ποιος την «επανάσταση»;

– Ποιος αδυνατεί να δια-κρίνει τη διαφορά ανάμεσα στη λαϊκή κυριαρχία, την οικονομική ολιγαρχία και την κομματική επικυριαρχία;

– Ποιος ταυτίζει το εθνικό, το δημόσιο και το κυβερνητικό συμφέρον;

– Ποιος αψηφά την κοινωνική πλειοψηφία στο όνομα της παρεϊκής νομής/ κατανομής/ διανομής της εξουσίας;

Προς αποφυγήν παρεξηγήσεων, οι απορίες αυτές δεν απευθύνονται σε ένα μόνο κόμμα, αλλά στο πολιτικό σύστημα εν τω συνόλω του. Ακόμα και στα υπό δημιουργία μορφώματα γιατί δυστυχώς η κουλτούρα της απ-αλλοτρίωσης των πολιτικο-ηθικών αξιών είναι κοινή και για τους εντός και για τους εκτός. Απαντες παίζουν το ίδιο χαρτί επιλέγοντας όμως διαφορετικούς όρους και συμπαίκτες.

Χρειαζόμαστε αλλαγή πλαισίου κι όχι απλώς εναλλαγές κυβερνήσεων.

Είναι άραγε αποφασισμένη η ελληνική κοινωνία να πιέσει προς αυτή την κατεύθυνση;

ΥΓ 1. «Οταν ο άνθρωπος γίνει φύλλο στον άνεμο δεν ξέρει πού να πέσει» [Λίλη Ντίνα, «Η γραφειοκρατία του δισταγμού»]

ΥΓ 2. «Ποτέ δεν θέλησε να τετραγωνίσει τον κύκλο. Θέλει μόνο κάποτε το στοίχημα να κερδηθεί. Και τότε ο κυνισμός να βρει τη ρομαντική πλευρά του» [Ελσα Κορνέτη, «Στοίχημα»]

O καθηγητής Γιάννης Πανούσης είναι πρώην υπουργός