«Οταν λέμε “ώρα αποφάσεων για το νέο, μεγάλο, ενωμένο προοδευτικό κίνημα”, εννοούμε κάθε λέξη» λέει στα «ΝΕΑ» ο Γιάννης Ραγκούσης, αναφερόμενος στο κόμμα που ετοιμάζει με στελέχη από τον χώρο του Κέντρου και της Κεντροαριστεράς. Σ’ αυτή την προσπάθεια, σύμφωνα με τον πρώην υπουργό, χωράνε όλοι. Επισημαίνει όμως πως «όποιος σήμερα δεν υπερβεί τις αντιθέσεις του παρελθόντος, δεν στηρίξει και κυρίως δεν εργαστεί για την επίλυση της πολιτικής κρίσης στον προοδευτικό χώρο, τότε δεν θα κάνει κακό μόνο στην παράταξη. Θα κάνει πολύ κακό στο μέλλον του τόπου». Ο Γιάννης Ραγκούσης αρνείται οποιαδήποτε μετεκλογική συνεργασία του νέου φορέα με τη ΝΔ. Παραλλήλως προειδοποιεί πως «αν τώρα δεν θεμελιωθούν οι πολιτικές προϋποθέσεις ώστε να καλυφθεί το κενό που αφήνει στον προοδευτικό χώρο η σταδιακή αποδόμηση του ΣΥΡΙΖΑ, τότε η δημαγωγική ηγετική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ όχι μόνο θα συνεχίσει να κάνει ζημιά στη χώρα έστω από τη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης, μετά τη βέβαιη ήττα της στις επόμενες εκλογές, αλλά θα είναι θέμα χρόνου η επάνοδός της στην κυβέρνηση».

Ενα νέο κόμμα στον χώρο του Κέντρου γεννιέται κι εσείς είστε ένας από τους τρεις δημιουργούς του. Πού στοχεύει και σε ποιους απευθύνεται;

Απευθυνόμαστε πρωτίστως στις νέες γενιές που δεν ξέρουν τι πάει να πει ευδαιμονία της Μεταπολίτευσης και σήμερα βλέπουν μόνο κλειστές πόρτες. Απευθυνόμαστε στα πολιτικά και κοινωνικά ρεύματα χάρη στα οποία το ΠΑΣΟΚ έλαβε 43% το 2009. Χάρη στα οποία η ανανεωτική Αριστερά είχε μια ποιοτική πολιτική παρουσία για δεκαετίες, καθώς και Το Ποτάμι κατάφερε να διανύσει μια ιδιαίτερη διαδρομή χωρίς πελατειακό δούναι και λαβείν, συσπειρώνοντας αξιόλογους ανθρώπους.

Στοχεύουμε να εισφέρουμε στη δημόσια ζωή μια σύγχρονη αλλά αληθινά προοδευτική στρατηγική για την έξοδο από την κρίση, τη λήξη των Μνημονίων και την ανάπτυξη. Με άλλα λόγια, δηλαδή, στόχος μας είναι να ξεμπερδεύουμε με τα πολιτικά ναρκωτικά που πουλάει η ηγετική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ στον λαό. Βεβαίως, για να μην το παραλείψω, όλα αυτά σας τα λέω όχι ως ένας από τους τρεις, αλλά ως ένας από τους εκατοντάδες σήμερα, χιλιάδες αύριο, που κινούν τις εξελίξεις.

Ποιος θα είναι ο επικεφαλής του και με ποιον τρόπο θα ορισθεί;

Σωστά ρωτάτε, κ. Καραγεώργου. Γιατί το νέο κόμμα θα έχει πρόεδρο, θα έχει ηγεσία. Θα είναι συλλογικό στη λήψη των αποφάσεων, αλλά με προσωποποιημένη την ευθύνη για την υλοποίησή τους.

Ο επικεφαλής λοιπόν, ο πρόεδρος του νέου προοδευτικού φορέα, δεν θα οριστεί, θα εκλεγεί. Με απόλυτη διαφάνεια από τους ίδιους τους προοδευτικούς πολίτες που θα θελήσουν να συμμετάσχουν στην ψηφοφορία. Ψηφοφορία συμβατική, με κάλπη, αλλά και ηλεκτρονική. Ψηφοφορία, τη διεξαγωγή της οποίας θα αναλάβει αδιάβλητη εφορευτική επιτροπή υψηλού κύρους. Κανείς δεν έχει κλείσει καμία θέση για τον εαυτό του. Μοναδική αδιαπραγμάτευτη προϋπόθεση για να είναι κάποιος υποψήφιος είναι η δέσμευση ότι θα σεβαστεί το αποτέλεσμα και ότι σε κάθε περίπτωση θα υπηρετήσει την κοινή υπόθεση όπως όλοι.

Σε έναν τόσο κατακερματισμένο χώρο, σαν αυτόν της Κεντροαριστεράς, σε τι θα ωφελήσει η δημιουργία μιας νέας πολιτικής κίνησης;

Μα εμείς θέλουμε να λειτουργήσουμε ενοποιητικά και όχι διασπαστικά. Δύο θέματα θεωρούμε αδιαπραγμάτευτα. Οτι για όλους και για όλα, από την ηγεσία μέχρι τις πολιτικές θέσεις, τις αποφάσεις θα τις λάβουν οι προοδευτικοί πολίτες, όχι τα παρασκήνια, καθώς και ότι όλα θα εξελιχθούν με βάση έναν συγκεκριμένο οδικό χάρτη με ρητό χρονοδιάγραμμα, ώστε να οδηγηθούμε πράγματι άμεσα στην ίδρυση του νέου και μεγάλου προοδευτικού κόμματος.

Αποφασίσαμε και προχωρούμε στην ανάληψη πρωτοβουλίας θέλοντας να συνδιαμορφώσουμε κι όχι να επιβάλουμε αποφάσεις. Ακόμη και οι πέντε εκδηλώσεις δημοκρατικού διαλόγου με τους πολίτες που θα γίνουν τις επόμενες εβδομάδες σε όλη την Ελλάδα, πρέπει να γίνουν αντιληπτές ως ο απαραίτητος πολιτικός χρόνος για να διαλυθούν εύλογες καχυποψίες και να πειστούν όλοι πως είμαστε απολύτως ειλικρινείς. Πρέπει να προχωρήσουμε προς το νέο, μεγάλο κι επιθυμούμε βαθιά το ενιαίο. Μένει λοιπόν οι υπόλοιποι να αποφασίσουν αν θα προχωρήσουμε όλοι μαζί.

Το ΚΙΔΗΣΟ του Γιώργου Παπανδρέου θα μπορούσε να έχει θέση σε αυτόν τον νέο φορέα;

Εμείς όταν λέμε «ώρα αποφάσεων για το νέο, μεγάλο, ενωμένο προοδευτικό κίνημα», εννοούμε κάθε λέξη. Δηλαδή, εννοούμε απόλυτα και το «ενωμένο» και το εννοούμε για όλους χωρίς αποκλεισμούς. Αλλά εννοούμε και το «ώρα αποφάσεων». Είναι ώρα αποφάσεων για όλους, λοιπόν, όχι μόνο για εμάς. Είναι ώρα αποφάσεων για το ΠΑΣΟΚ, Το Ποτάμι, το ΚΙΔΗΣΟ, τη ΔΗΜΑΡ, τις Κινήσεις Πολιτών. Προσωπικά μάλιστα θα έδινα και ιστορική διάσταση στις αποφάσεις αυτές. Διότι πιστεύω πως αν τώρα δεν θεμελιωθούν οι πολιτικές προϋποθέσεις ώστε να καλυφθεί το κενό που αφήνει στον προοδευτικό χώρο η σταδιακή αποδόμηση του ΣΥΡΙΖΑ, τότε η δημαγωγική ηγετική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ όχι μόνο θα συνεχίσει να κάνει ζημιά στη χώρα έστω από τη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης, μετά τη βέβαιη ήττα της στις επόμενες εκλογές, αλλά θα είναι θέμα χρόνου η επάνοδός της στην κυβέρνηση.

Κατά συνέπεια, όποιος σήμερα δεν υπερβεί τις αντιθέσεις του παρελθόντος, δεν στηρίξει και κυρίως δεν εργαστεί για την επίλυση της πολιτικής κρίσης στον προοδευτικό χώρο, τότε δεν θα κάνει κακό μόνο στην παράταξη. Θα κάνει πολύ κακό στο μέλλον του τόπου.

Η νέα κίνηση, μετεκλογικά, με ποιους θα συνεργαστεί; Ρωτώ διότι κάποιοι σας τοποθετούν ήδη στα αριστερά του Κυριάκου Μητσοτάκη.

Δεν είμαστε στα αριστερά του κ. Μητσοτάκη. Αλλωστε, πώς να γειτονέψουμε με τον κ. Μητσοτάκη, που, διαψεύδοντας τον εαυτό του, δεν έχει τολμήσει να αλλάξει τίποτε σημαντικό στην παλαιοκομματική ΝΔ; Και που δήλωσε ως νέος πρόεδρος στο συνέδριό τους ότι είναι υπερήφανος που ήταν βουλευτής του κ. Καραμανλή; Δηλαδή δήλωσε υπερήφανος που με την ψήφο του στη Βουλή υποστήριξε όλες τις πολιτικές που χρεοκόπησαν τη χώρα.

Από την ώρα που, χάρη στα υπόλοιπα κόμματα της αντιπολίτευσης, εξασφάλισε την προοπτική του μπόνους των 50 εδρών στις επόμενες εκλογές, δεν βλέπω ότι έχει λόγο για μια ειλικρινή πολιτική συμμαχιών και συνεργασίας. Ο κ. Μητσοτάκης έχει στρατηγική αυτοδυναμίας και προσωπικά τον κατανοώ απόλυτα, αν και δεν συμφωνώ, με γνώμονα μια σύγχρονη και αληθινά ισχυρή Ελλάδα.

Γιατί επιλέξατε να συστρατευθείτε με τους δύο πρώην υπουργούς του ΠΑΣΟΚ Αννα Διαμαντοπούλου και Γιώργο Φλωρίδη, και όχι με το ίδιο το ΠΑΣΟΚ;

Για τρεις πολύ συγκεκριμένους λόγους. Αρχικά, διότι από το ξεκίνημα αυτής της μικρής πολιτικής πρωτοβουλίας, Επόμενη Ελλάδα, τον Μάιο του 2016, ξεκαθαρίσαμε πως θέλουμε να εργαστούμε για τη δημιουργία ενός νέου και διαφορετικού προοδευτικού πολιτικού φορέα.

Κατά δεύτερον, διότι ήθελα, πολύ συνειδητά, να είμαι συμμέτοχος σε μια αναπάντεχη αλλά και ηχηρή πράξη ενότητας και υπέρβασης των αντιθέσεων του παρελθόντος. Μια πράξη-παράδειγμα που μπορεί και είμαι βέβαιος ότι θα γίνει χιονοστιβάδα αντίστοιχων πράξεων.

Κατά τρίτον, διότι η έξοδος της χώρας από την κρίση έχει γίνει πολύ δύσκολη υπόθεση. Νομίζω ότι πια έχουμε όλοι «μετρηθεί και ζυγιστεί». Δεν υπάρχουν εφεδρείες κρυμμένες, ούτε πολλοί δυστυχώς που μπορούν να σηκώσουν στις πλάτες τους αυτό το βάρος. Μάλιστα, και επειδή, όπως συνήθιζε να λέει ο Ανδρέας Παπανδρέου, ο λαός έχει και μνήμη και κρίση, καθόλου τυχαίο δεν θεωρώ ότι με βάση όλες τις έρευνες προκύπτει ότι ποσοστό άνω του 60% των πολιτών αναζητεί πρωτίστως την αποτελεσματικότητα στους πολιτικούς.

Τώρα, επειδή με ρωτήσατε, γιατί όχι με το ΠΑΣΟΚ. Μα εμείς δεν λέμε «όχι» στο ΠΑΣΟΚ διότι δεν έχουμε λογική αποκλεισμών. Η Δημοκρατική Συμπαράταξη ενδέχεται να πει «όχι» σε εμάς, δηλαδή στο νέο κι ενιαίο προοδευτικό κόμμα.

Τι σας χωρίζει από το ΠΑΣΟΚ;

Ημουν στο ΠΑΣΟΚ από την ενηλικίωσή μου. Οπως χιλιάδες άλλοι, εθελοντικά και χωρίς καμία ιδιοτέλεια, προσήλθα στις τάξεις του πιστεύοντας πως με αυτόν τον τρόπο υπηρετώ το συμφέρον της πατρίδας μου. Το ΠΑΣΟΚ με τίμησε κι εγώ για να το ανταποδώσω αυτό έκανα με σεβασμό ό,τι καλύτερο μπορούσα για να έχει σήμερα τη δυνατότητα –και καλά κάνει –να υπερηφανεύεται για επτά δύσκολους νόμους που κάναμε σε 20 μήνες, όπως η Διαύγεια και ο Καλλικράτης. Ομως δεν έκανα επάγγελμα ούτε το ΠΑΣΟΚ ούτε την ιδιότητα του υπουργού και του βουλευτή. Γι’ αυτό και, αν πράγματι μας χωρίζει κάτι με το ΠΑΣΟΚ σήμερα –και δεν αναφέρομαι εδώ σε υπαρκτές πολιτικές διαφωνίες -, είναι ότι η ηγεσία του ταλαντεύεται. Μάλιστα, ακόμη και το εγχείρημα της Δημοκρατικής Συμπαράταξης μοιάζει μετέωρο, αφού υπάρχει μια ισχυρή τάση μέσα στο ΠΑΣΟΚ που το αμφισβητεί. Σε εμένα αυτό είναι πολύ κατανοητό, ιδίως αν κανείς προσεγγίσει το θέμα συναισθηματικά. Ωστόσο, το ιστορικά οξύμωρο είναι ότι αυτή η τάση προέρχεται κυρίως από βετεράνους του ΠΑΣΟΚ, οι οποίοι το 1974 πρωτοστάτησαν μαζί με τον Ανδρέα Παπανδρέου στο τέλος της Ενωσης Κέντρου. Θυμίζω βέβαια ότι τότε η Ενωση Κέντρου είχε ποσοστό 25% –κι όχι 6% που έχει σήμερα το ΠΑΣΟΚ –καθώς και ότι ο Ανδρέας Παπανδρέου ήταν πρώην υπουργός της Ενωσης Κέντρου και δικαιώθηκε για εκείνη την επιλογή του.

Τι εκτιμάτε πως φταίει και δεν έχει ευδοκιμήσει καμία προσπάθεια έως τώρα στον χώρο της Κεντροαριστεράς και του Κέντρου γενικότερα;

Πρώτον, είναι αυτό το πολιτικό καρκίνωμα που τρώει τα σωθικά της προοδευτικής παράταξης μέσα από ανιστόρητες και υπονομευτικές τής ενότητάς της αντιλήψεις. Πάρτε για παράδειγμα αυτή την ισοπεδωτική αναφορά σε πρώην υπουργούς. Λες και δεν υπάρχουν καλοί και κακοί πρώην υπουργοί. Αποτελεσματικοί κι ανίκανοι. Εντιμοι και διαφθαρμένοι. Και σας τα λέω εγώ αυτά που, επειδή έχω μόλις δυόμισι χρόνια υπουργικής θητείας, θα μπορούσα να πω ότι δεν με περιλαμβάνει ευθέως η τραγική αυτή προσέγγιση. Το εξωφρενικό, δε, είναι ότι όλα αυτά λέγονται ενώ πρώην υπουργοί των κυβερνήσεων που μας χρεοκόπησαν κυβερνούν σήμερα, όπως ο κ. Καμμένος, ενώ άλλοι ετοιμάζονται να ξανακυβερνήσουν.

Δεύτερον, είναι η μηχανική των εκλογικών μπόνους της ενισχυμένης αναλογικής που μετατρέπεται σε συστημική κατάρα για όποιο κόμμα δεν ανήκει ανάμεσα στους δύο πρώτους. Γι’ αυτό και το καλοκαίρι φώναξα με όλη τη δύναμη της φωνής μου εναντίον του μοιραίου λάθους που έγινε να καταψηφισθεί η απλή αναλογική από το ΠΑΣΟΚ.

Μήπως υπάρχει ένας «συνωστισμός» προσωπικών –αρχηγικών –φιλοδοξιών, περισσότερων ίσως από κάθε άλλο χώρο;

Ναι, υπάρχει. Αλλά πάντα υπήρχε. Στην πολιτική και σε όλα τα κόμματα ο κανόνας και όχι η εξαίρεση είναι οι φιλοδοξίες. Οπως και διαφορετικές απόψεις υπάρχουν. Αυτό όμως που κυρίως εδώ κάνει τις φιλοδοξίες να δεσπόζουν είναι ότι αποσύρθηκε ο λαϊκός παράγοντας. Γι’ αυτό μία είναι η μέγιστη προτεραιότητα. Να επανασυνδεθούμε με τις προοδευτικές κοινωνικές δυνάμεις. Να ανοίξουμε τις κλειδαμπαρωμένες πόρτες για να έρθουν ξανά μέσα οι πολίτες.

Ζούμε σε μια χώρα η οποία είναι καταδικασμένη στο Μνημόνιο –τουλάχιστον –μέχρι το 2021. Ο κεντρώος χώρος πώς θα καταφέρει να αναγεννηθεί, δεδομένου ότι το ακροατήριό του, δηλαδή τα μεσαία στρώματα, είναι τα μεγαλύτερα θύματα της ελληνικής κρίσης;

Εχω ακλόνητη πεποίθηση ότι ο δρόμος από τον οποίο περνά η αναγέννηση του προοδευτικού χώρου ιστορικά συμπίπτει για μία ακόμη φορά με τον δρόμο από τον οποίο περνά η εθνική και κοινωνική αναγέννηση.

Ο νέος ιστορικός ρόλος, η νέα εθνική αποστολή για την προοδευτική παράταξη, σήμερα είναι να αντιστρέψει τις πολιτικές και κοινωνικές προτεραιότητες. Να αναλάβει την πολιτική ευθύνη και να πει καθαρά στον ελληνικό λαό ότι πλέον απόλυτη προτεραιότητα έχει η παραγωγή και όχι η κατανάλωση, έχουν οι νέοι και οι παραγωγικές ηλικίες. Οτι αν δεν προστατεύσουμε τώρα την παραγωγή και τους νέους, θα βουλιάξουν και οι συνταξιούχοι και η κατανάλωση.

Αυτή είναι η μεγάλη αλήθεια για να γίνει η ζωή και η χώρα μας καλύτερες, αυτή είναι η μεγαλύτερη μεταρρύθμιση που δεν μπορεί να γίνει από το σημερινό παλαιοκομματικό δυναμικό της χώρας. Από αυτήν την αδυναμία γεννιέται το μεγάλο πολιτικό κενό σήμερα στη χώρα που αυξάνει διαρκώς την απογοήτευση και την αποχή. Γι’ αυτό απαιτείται το μεγάλο, ριζοσπαστικό, προοδευτικό κίνημα. Για να πάμε στην επόμενη Ελλάδα.