Τα πόθεν έσχες των πολιτικών για μία ακόμη φορά ανακίνησαν μια παλαιά συζήτηση.

Ερώτηση πρώτη (αφορά ευμαρή πρόσωπα): Πρέπει ένας πλούσιος να ασχολείται με την πολιτική; Πολύ περισσότερο: Νομιμοποιείται ένας αριστερός να έχει πλούτο, ανέσεις, καταθέσεις, ακίνητα;

Το ερώτημα προσκρούει σε διάφορες κλασικές θεωρήσεις –συνήθως συντηρητικών κύκλων. Οι τελευταίοι βλέπουν ως μόνο ικανό να ασχοληθεί με τα κοινά τον αυτοδημιούργητο ή αυτόν που έχει λύσει τα βιοποριστικά του ζητήματα. Την ίδια στιγμή, εξεγείρονται αν αυτός τυγχάνει να έχει και μαρξιστική θεώρηση, λες και αριστερός ίσον φτωχός. Οχι τυχαία, η κοινοποίηση των πόθεν έσχες, από χθες, συνοδεύτηκε από τίτλους του τύπου «πλούσιοι και αριστεροί».

Γενικά, ο λαϊκισμός που πάντα διεκδικεί το ηθικό μονοπώλιο και ταυτόχρονα την αποκλειστική εκπροσώπηση αυτού που απευθύνεται ώς τώρα προερχόταν από μεσσίες των κάτω. Αυτό οξύνθηκε την περίοδο των δύο πρώτων Μνημονίων, όπου ήταν τα πόθεν έσχες τού τότε μνημονιακού πληρώματος αφορμή για να οξυνθούν το αντιπολιτικό ρεύμα και η ποινικοποίηση της ταξικής καταγωγής. Ας μην ξεχνάμε πως τότε ακριβώς επαναδιατυπώθηκε μαζικά το αστείο επιχείρημα της μείωσης του αριθμού των βουλευτών ή των δαπανών τους (παρεμπιπτόντως αυτό το δεύτερο έχει κατορθωθεί σήμερα υπό την προεδρία του Νίκου Βούτση).

Τώρα οι όροι έχουν πια αντιστραφεί. Είναι αριστεροί υπουργοί και βουλευτές στο στόχαστρο για περιουσιακά τους στοιχεία. Τώρα φορέας -πέραν των γνωστών περιθωριακών ακροδεξιών κύκλων –είναι και διάφοροι που αυτοδιαφημίζονταν ως φωνές της λογικής και της μετριοπάθειας. Ο νέος λαϊκισμός, ο λαϊκισμός του μεσαίου χώρου, με τη λύσσα του παράγοντα που στερείται σχεδόν δύο χρόνια της πρόσβασης σε κέντρα εξουσίας και σε ευρωπαϊκό χρήμα, έχει παρκάρει στο ξέφωτο και πυροβολεί την εστέτ Αριστερά. Και η κριτική δεν γίνεται με πολιτικούς όρους. Για παράδειγμα, δεν μιλάνε για τις δεξιότητες της σημερινής κυβέρνησης, την αμφισημία της, τη διπλή της γλώσσα. Οριοθετείται και γίνεται –και με αφορμή τα πόθεν έσχες –πάνω στα περιουσιακά στοιχεία, στις οικογένειες, στη συσσώρευση κεφαλαίου του εκάστοτε πολιτευτή. Πολύ περισσότερο, τα πυρά εμπλουτίζονται με το πάντα επίκαιρο επιχείρημα που περιγράψαμε και πιο πάνω: μπορεί ένας πλούσιος να μετέχει ενός επαναστατικού ή έστω μεταρρυθμιστικού προτάγματος; Μπορεί να νιώσει την κραυγή και τον πόνο του αδικημένου; Την ίδια ώρα, αν εμφανιστεί ένας φτωχός αριστερός πολιτευτής, οι ίδιοι λένε σε όλους τους τόνους: «Δεν μπόρεσες να κάνεις κάτι για σένα, θα κάνεις για τους άλλους;». Κι όμως, η επετειακή δημοσιοποίηση των πόθεν έσχες, παρότι παλιότερα τροφοδοτούσε τις παραπολιτικές στήλες, σήμερα μοιάζει απλώς ως μελαγχολική υπενθύμιση των όψεων του λαϊκισμού.