Για τη μισή Αθήνα δεν μπορεί να πει κανείς με βεβαιότητα. Αλλά με τους ρυθμούς που κινείται από τότε που μπήκε στην πολιτική, ο Πέτρος Τατσόπουλος απειλεί να πάρει (σβάρνα) το μισό Κοινοβούλιο.

Ο πρώην βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ και πρώην πολιτευτής του Ποταμιού ένιωσε τώρα την ανάγκη να εκδηλώσει την προτίμησή του προς τον Μητσοτάκη. Οχι τον Μητσοτάκη όπως είναι, αλλά έναν τατσοπουλικό Μητσοτάκη που δεν θα είναι «ισορροπιστής», αλλά «έτοιμος για ρήξεις». Και, βεβαίως, όχι με την υπάρχουσα ΝΔ, αλλά με μια τατσοπουλική ΝΔ, που θα παραδιδόταν αναπαρθενευμένη, χωρίς την «ακροδεξιά» της πτέρυγα, στην κεντροαριστερή διείσδυση.

Εντάξει, συγγραφική αδεία, ο Τατσόπουλος δικαιούται να προσεγγίζει με φαντασιακή βία την πολιτική πραγματικότητα. Το ενδιαφέρον είναι ότι και κάποιοι στη ΝΔ ήδη ανησυχούν μήπως ο ίδιος ο Μητσοτάκης επιχειρήσει ανοίγματα στις προδιαγραφές της τατσοπουλικής φαντασίας. Μήπως, αφού άρχισε δίνοντας στέγη σε Λεβεντόπαιδα και φωστήρες της απολιτίκ δημοσιότητας, αποδειχθεί ευάλωτος και σε άλλους καριερίστες, που, κομίζοντας λίγα κουκιά, αναζητούν όχημα επανεκλογής στη ΝΔ.

Πρόκειται μάλλον για πρόωρη ανησυχία. Μέχρι στιγμής ο Μητσοτάκης έχει δείξει ότι, καλώς ή κακώς, ιεραρχεί την κομματική συνοχή πολύ υψηλότερα από την όποια διεύρυνση. Δεν έχει κανέναν λόγο να βιαστεί να επιλέξει τα πρόσωπα που θα συμβολίσουν αυτό που ο ίδιος περιγράφει ως άρση των «διαχωριστικών γραμμών». Ακόμη κι αν βιαζόταν, τον φρενάρουν οι κομμουνιστοφαγικές κορόνες της βαθέως δεξιάς συνιστώσας του.

Ο Τατσόπουλος πάντως δεν είναι η πιο κραυγαλέα περίπτωση. Τα τελευταία έξι χρόνια έχουν σταδιοδρομήσει πιο λαίμαργοι σαβουροφάηδες –πολιτευτές που βλέπουν τα κομματικά στεγανά να κατακρημνίζονται πιο γρήγορα απ’ ό,τι οι ίδιοι προλαβαίνουν να αλλάξουν «φανέλα».

Αυτό το ρεύμα αδέσποτων φιλοδοξιών φαίνεται τώρα να βρίσκει την κοίτη του στην ιδέα μιας πανστρατιάς υπό την ομπρέλα της μητσοτακικής ΝΔ –την ξαναζεσταμένη ιδέα ενός «Εθνικού Συναγερμού». Η ΝΔ, λένε, οφείλει να απορροφήσει όλο τον δημοκρατικό χώρο δεξιά του ΣΥΡΙΖΑ και να εμφανιστεί ως μέτωπο κατά του λαϊκισμού –αριστερού και δεξιού.

Το ερώτημα είναι αν μια δύναμη που φιλοδοξεί να κυβερνήσει σε συνθήκες παλιννόστησης στην κανονικότητα έχει λόγο να επιδιώξει ένα διχαστικό, «δημοψηφισματικό» μέτωπο, σαν το αντιμνημονιακό που επώασε τον ΣΥΡΙΖΑ. Το ερώτημα είναι σε τι συνθήκες θα κυβερνήσει η ΝΔ, αν πάρει την εξουσία με ένα πρόταγμα του τύπου από εδώ εμείς και από εκεί οι –κατά Πάγκαλον –«κατσαπλιάδες»;

Ενα τέτοιο πολεμικό σχήμα δεν είναι μόνο ριψοκίνδυνο. Είναι και αχρείαστο. Ριψοκίνδυνο, γιατί απειλεί να τσουβαλιάσει τους λαϊκιστές μαζί με τα θύματά τους –να πάρει χαρακτηριστικά αναθέματος όχι μόνο κατά του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και κατά των ψηφοφόρων του. Αχρείαστο, γιατί ο ΣΥΡΙΖΑ εξατμίζεται ήδη χωρίς Συναγερμό. Γιατί περισσότερο από πασαρέλα προεκλογικών μεταγραφών, η επόμενη κυβέρνηση θα έχει ανάγκη από ποικιλία μετεκλογικών ερεισμάτων.