Στρατεύεται με τους ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ για να αντιταχθεί στον ευρωσκεπτικισμό. Γιατί όχι; Είναι σαν να πιστεύει κανείς ότι θα καταπολεμήσει την παχυσαρκία με τα τουλουμπάκια. Δεν ήταν όμως αυτός ο μόνος λόγος που έφερε τη Μαριλίζα Ξενογιαννακοπούλου να υποδύεται έναν ρολίσκο στο έργο «διεύρυνση ΣΥΡΙΖΑ», που ανέβηκε τις προηγούμενες ημέρες στο Τάε Κβον Ντο.

Η ίδια έσπευσε να εκμεταλλευτεί την ευκαιρία της απόδρασης από την αφάνεια που της έδωσε το συνέδριο, δημοσιεύοντας ένα κείμενο που, πλαγίως, εξηγεί τη μετακίνησή της στο κυβερνών κόμμα. Η αλήθεια είναι ότι τα τελευταία δύο χρόνια δεν κουράστηκε να γράφει και να ξαναγράφει τέτοιες ομολογίες πίστεως χωρίς ανταμοιβή. Χωρίς να της δοθεί, όπως προχθές, μια παρακουβέλειος θέση στη συριζαϊκή πίστα. Μάλλον δεν ήταν ούτε τόσο εκλογικά χρήσιμη όσο η Τζάκρη, ούτε τόσο επιχειρησιακά αξιοποιήσιμη όπως η Λούκα. Ο αγώνας τής Ξενογιαννακοπούλου, όμως, τώρα δικαιώνεται.

Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν περίμενε τη Μαριλίζα για να λεηλατήσει το ΠΑΣΟΚ. Είχε πιθηκίσει όλους τους πασοκικούς τρόπους, ανεξαρτήτως της εμβέλειας των στελεχών που στρατολογούσε. Ούτε τώρα βασίζεται στην κομποστοποίηση των πασοκικών υπολειμμάτων, που είδαμε στο συνέδριο, για να καλλιεργήσει το επικοινωνιακό πρότζεκτ που βαπτίζεται «στροφή στη ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία». Για το τελευταίο έχει καλύτερους πλασιέ –τον Ρέντσι, τον Πιτέλα, τον Ολάντ. Αν είχε νόημα η επιστράτευση Μαριλίζας, Κουβέλη και λοιπών στη βιτρίνα του συνεδρίου, ήταν ίσως για να σηματοδοτήσει ότι ο ΣΥΡΙΖΑ παραμένει πόλος έλξης μετεγγραφών. Οτι δεν είναι το τοξικό σώμα από το οποίο όλοι σπεύδουν να αποστασιοποιηθούν.

Από αυτό το ευκαιριακό πλασάρισμα μέχρι την υπουργοποίηση είναι μακρύς ο δρόμος. Θα χαραμίσει ο Τσίπρας χαρτοφυλάκια σε τρίτους, όταν προτεραιότητά του είναι να κρατήσει αρραγές το σκυρόδεμα της Κοινοβουλευτικής του Ομάδας; Αν αποφασίσει να το κάνει, πάντως, θα πάει κόντρα στη διάθεση των συνέδρων που ψήφισαν Κεντρική Επιτροπή με κομματικό σοβινισμό.

Παλιά στο ΠΑΣΟΚ, αλλά και αρκετά νέα για να έχει σταδιοδρομήσει στην ευρωστρεφή περίοδο του Κινήματος, η Ξενογιαννακοπούλου ενσάρκωνε ιδανικά τον κομματικό κανόνα. Αυτόν εξακολουθεί να ενσαρκώνει και τώρα. Αρκεί κανείς να τη διαβάσει. Προτείνει, λέει, «ανάδειξη αξιών», «προοδευτική πολιτική», «αναπτυξιακή και κοινωνική στρατηγική και συμμαχίες με το βλέμμα μπροστά». Πρόκειται για τη νεκρή γλώσσα που οι γλωσσολόγοι, αν ποτέ ασχολούνταν, θα ταξινομούσαν ως «παπουτσωμένη πασοκική» –τη γλώσσα που «φορούσαν» σαν ξύλινη σόλα οι καριερίστες του κομματικού θερμοκηπίου.

Φορέας αυτής της ανεπίγνωστης νοσταλγίας, η Μαριλίζα ψάχνει δικαίως στέγη στον ΣΥΡΙΖΑ. Ψάχνει τη στέγη της σε ένα κόμμα που δείχνει «ριζοσπαστισμό» μόνο στην εμμονή με την οποία αναζητεί την ουτοπία του στο παρελθόν. Στην εμμονή του να υπάρξει ως ΠΑΣΟΚ σε έναν μεταπασοκικό κόσμο.