Πριν από τρία χρόνια, συγκεκριμένα τον Οκτώβριο του 2013, σε ένα φιλικό σπίτι, ένας πολύ σοβαρός άνθρωπος είχε πει στην έκπληκτη ομήγυρη ότι θα πρέπει υποχρεωτικά η χώρα να «περάσει» από τον ΣΥΡΙΖΑ. Διότι, έλεγε, αν δεν συμβεί αυτό, δεν θα μπει τέλος στις αυταπάτες, θα συνεχιστεί η πλειοδοσία στις υποσχέσεις, θα δυναμώσει και άλλο το ρεύμα του λαϊκισμού και η χώρα θα είναι μονίμως δέσμια «ενός άλλου δρόμου που είναι εφικτός». Εντέλει, νομίζω πως είχε δίκιο, και τούτο ανεξάρτητα από το τεράστιο οικονομικό κόστος της διακυβέρνησης της χώρας από τον ΣΥΡΙΖΑ, ιδίως τους καταστροφικούς πρώτους μήνες.

Πλέον, και αυτό αρχίζει να φαίνεται στα ποιοτικά στοιχεία των δημοσκοπήσεων, το κλίμα στην κοινωνία αλλάζει. Εμπειρος αναλυτής έλεγε τις προάλλες ότι η λέξη που εμφανίζεται εσχάτως στις έρευνες γνώμης είναι «ανάπτυξη», ενώ με μεγάλη εντύπωση διαβάζει και εκείνος τα στοιχεία που δείχνουν ότι οι πολίτες στην πλειονότητά τους τάσσονται υπέρ των ιδιωτικοποιήσεων. Επικαλείται, δε, και την πολύ μικρή συμμετοχή στις κινητοποιήσεις κατά των αποκρατικοποιήσεων. Κοινώς, ότι αυτό που καίει τον κόσμο είναι η δημιουργία θέσεων εργασίας, δεδομένου ότι σε κάθε σπίτι υπάρχει άνεργος, υποαμειβόμενος ή σε καθεστώς μαύρης εργασίας κ.λπ.

Είναι εμφανές, λοιπόν, ότι υπάρχει μία σταδιακή ωρίμαση της κοινωνίας και αυτό αρχίζει να αποτυπώνεται με τη μεγάλη φθορά του ΣΥΡΙΖΑ, με την πτώση των ΑΝΕΛ, με τη ραγδαία μείωση των ποσοστών του κόμματος του Λεβέντη, με τη χαμηλή πτήση των αντιμνημονιακών κομμάτων –ας αφήσουμε στην άκρη τη ναζιστική ΧΑ διότι είναι πιο σύνθετη περίπτωση.

Ολα τα προηγούμενα χρόνια ο κόσμος έφαγε ατέλειωτο κουτόχορτο και όχι μόνο από τον ΣΥΡΙΖΑ. Ηταν δεκτικός και ανεκτικός σε οποιονδήποτε πολιτικό του έταζε και του υποσχόταν ευρώ από το λεφτόδεντρο ή, πολύ περισσότερο, σε όποιον φόρτωνε τα δεινά της χώρας στους ξένους που επιβουλεύονταν τις τύχες της χώρας.

Οι κουτσαβακισμοί περί σκισίματος των Μνημονίων, οι ψευδαισθήσεις περί πλήρους διαγραφής του χρέους ή τα… ρομαντικά περί κατοχικών δανείων και γερμανικών αποζημιώσεων τελείωσαν μαζί με τον αλήστου μνήμης Βαρουφάκη. Δεν είναι τυχαίο ότι στις εκλογές του Σεπτεμβρίου του 2015 κανένα κόμμα δεν μπήκε στη βάσανο της υποσχεσιολογίας.

Περισσότεροι απαιτητικοί φρονώ πως θα είναι οι πολίτες στις επόμενες εκλογές –όποτε και αν γίνουν. Οι λογικές τύπου «ας κάνει έστω το 10% από όσα υποσχέθηκε» εξαντλήθηκαν με τον κ. Τσίπρα. Οπερ σημαίνει ότι θα πρέπει τα κόμματα να παρουσιάσουν στους πολίτες συγκεκριμένα πράγματα, κυρίως στο σκέλος της οικονομίας. Να τους πουν αλήθειες, που (θα) είναι έτοιμοι να ακούσουν. Ακόμα και πικρές αλήθειες. Εχω την αίσθηση ότι έπειτα από πάρα πολλά χρόνια ήρθε η ώρα τα κόμματα να παίξουν τον ρόλο της «διαπαιδαγώγησης» της κοινωνίας. Θα το πράξουν;