Οι δύο ηγέτες έχουν πολλές διαφορές σε ό,τι αφορά την ιστορία τους, τη σοβαρότητά τους και την πολιτική τους εντιμότητα. Εχουν όμως και αρκετά κοινά σημεία. Ενα είναι το μεσογειακό ταμπεραμέντο. Ενα δεύτερο είναι η αντιπάθεια για τους κανόνες. Το σημαντικότερο απ’ όλα όμως πρέπει να είναι η αμετροέπεια. Μπορείς να ακούσεις οτιδήποτε από το στόμα τους. Ο Αλέξης Τσίπρας έλεγε ότι θα καταργήσει τα Μνημόνια με έναν νόμο. Ο Ματέο Ρέντσι λέει ότι η Ευρωπαϊκή Ενωση έχει ανάγκη από τις «ιταλικές αξίες». Και για να εξηγήσει τι εννοεί, βεβαιώνει πως όταν βλέπει ένα παιδί που κινδυνεύει να πνιγεί το πρώτο πράγμα που κάνει είναι να σώσει αυτό το παιδί. Οι άλλοι προφανώς του πατάνε το κεφάλι για να πάει πιο γρήγορα στον πάτο.

Ο ιταλός πρωθυπουργός θέλει να πιέσει για τη διεύρυνση του αποτυχημένου γαλλογερμανικού άξονα. Και χρησιμοποιεί με λυρικό ύφος το Προσφυγικό, ενώ θα αρκούσε να επισημάνει αυτό που γράφει η «Ρεπούμπλικα»: ότι το κόμμα του είναι το μεγαλύτερο της Ευρωπαϊκής Σοσιαλιστικής Ομάδας, μεγαλύτερο ασφαλώς από το γαλλικό, και κατά συνέπεια πρέπει να τον λαμβάνουν υπόψη στην Ευρώπη τόσο οι κεντροαριστεροί, για λόγους κύρους, όσο και οι κεντροδεξιοί, για λόγους ισορροπίας. Από την άλλη πλευρά, είναι γνωστό ότι η Ιταλία είναι σήμερα ο αδύνατος κρίκος της Ευρώπης: αν σπάσει, ολόκληρο το οικοδόμημα καταρρέει.

Είναι κατανοητό λοιπόν γιατί ο Ολάντ και η Μέρκελ «παίζουν» τον γοητευτικό Ματέο –κι ας τους δίνει μαθήματα αξιών. Με τον Τσίπρα όμως τι ακριβώς συμβαίνει; Ναι, ο γάλλος πρόεδρος θέλει να τον προσεταιρισθεί για να αντιμετωπίσει με μεγαλύτερη επιτυχία την αριστερή του πτέρυγα και η γερμανίδα καγκελάριος τον έχει ανάγκη για να εφαρμόσει τις μεταρρυθμίσεις που οι προηγούμενοι δεν μπόρεσαν να εφαρμόσουν. Είναι αρκετοί όμως αυτοί οι λόγοι για να θυσιάσουν τους φυσικούς τους συμμάχους;

Φαίνεται πως είναι. Ετσι παίζεται το πολιτικό παιχνίδι. Ακόμη και τον Καμμένο μπορεί να δεχθούν οι ηγέτες του Νότου στο τραπέζι τους όταν έρθουν τον άλλο μήνα στην Αθήνα. Για να τους μιλήσει για τις ελληνικές αξίες, φυσικά.