Με τον μεγεθυντικό φακό στραμμένο στα γήπεδα, και όχι στις εξωαγωνιστικές δυσκολίες και αγωνίες, η κατάσταση σε αυτό το Ευρωπαϊκό εμφανίζεται αρκετά συγκεχυμένη. Περισσότερο από φαβορί υπάρχουν κάποια κλασικά ερωτήματα. Πόσο ρόλο θα παίξει η έδρα; Ποιος θα σταματήσει τη Γερμανία; Ποιος απ’ όλους τους μικρούς θα βρει, μέσα από τα παιχνίδια, το μομέντουμ που θα τον οδηγήσει μακριά;

Η Γαλλία μοιάζει κάθε άλλο παρά ανίκητη, έχει όμως στα χέρια της ένα μεγάλο χαρτί: την ωρίμαση χωρίς θυσία μιας νεανικότητας με αρκετή δόση τρέλας. Πολλά ταλέντα, ιδίως στην επίθεση, πολύς παρορμητισμός, μια εμφανής διάθεση εκπροσώπησης ενός ολόκληρου λαού «από τα κάτω» (δεν είναι τυχαίο ότι η Λεπέν μισεί αυτή την ιδιαίτερα μιγαδική ομάδα), αλλά και πολλά αμυντικά προβλήματα και έλλειψη ενός ηγέτη –που δεν είναι ο Πογκμπά. Η Γερμανία έχει όλα τα ονόματα και όλα τα προσόντα –βασικότερο από τα οποία είναι ότι σπανιότατα απογοητεύει σε μεγάλες διοργανώσεις -, ωστόσο μετά τη νίκη της στο Μουντιάλ απέκτησε τη συνήθεια να χάνει (και κρίσιμα;) μεμονωμένα παιχνίδια. Η Αγγλία είναι θεωρητικά σε άνοδο, Ιταλία – Ισπανία εξίσου θεωρητικά σε πτώση, όμως όλες βρίσκονται στην κόψη του αγωνιστικού ξυραφιού και η τύχη τους θα κριθεί περισσότερο από το άστρο τους. Το Βέλγιο πιστεύω ότι θα αποδείξει οριστικά ότι ήταν υπερτιμημένο. Από τις παραδοσιακές δυνάμεις πιο πλήρης φαίνεται η Πορτογαλία, αρκεί να απαλλαγεί από τον εξαντλητικό συντηρητισμό του φίλου μας του Σάντος.

Η πιο συναρπαστική σάγκα είναι σαφώς της Ισλανδίας λόγω μεγέθους και «ανωνυμίας», αλλά το περισσότερο ταλέντο από τα αουτσάιντερ έχει η Κροατία και το μεγαλύτερο δέσιμο η Πολωνία. Για λόγους δικαιοσύνης θα ήθελα να φάει τα αλαζονικά μούτρα του στη χώρα που τρέλανε με την αλαζονεία του ο Ιμπραΐμοβιτς, ωστόσο, ως γνωστόν, δικαιοσύνη στο ποδόσφαιρο δεν υπάρχει. Τελικά η μόνη «διαίσθηση», ότι δεν θα έρθουν τα πάντα όπως τα περιμένουμε, αποκρούεται από την ίδια την πρόβλεψή μου: ένας τελικός Γαλλίας – Ιταλίας. Τώρα ξέρετε πού να μην ποντάρετε.