Την περασμένη Τετάρτη, ο πρόεδρος των Φιλελευθέρων Γκι Φέρχοφστατ και ο επικεφαλής του Ποταμιού Σταύρος Θεοδωράκης έδωσαν στις Βρυξέλλες μια πολύ ενδιαφέρουσα συνέντευξη Τύπου. Οι δύο άνδρες εξήγησαν με στοιχεία γιατί η σημερινή αντιμετώπιση της ελληνικής κρίσης είναι λάθος, γιατί τα νέα μέτρα είναι αναποτελεσματικά και γιατί το τρίτο Μνημόνιο είναι μία από τα ίδια. Αλλά δεν αρκέστηκαν στην κριτική. Παρουσίασαν και τέσσερις συγκεκριμένες δράσεις για τη βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος και την ώθηση της οικονομίας. Αφαίρεση των εμποδίων και επένδυση στην ανάπτυξη. Αποκομματικοποίηση της διοίκησης και αξιολόγηση των δημοσίων υπαλλήλων. Εκσυγχρονισμό του δικαστικού συστήματος. Και μεταρρύθμιση της συλλογής φόρων.

Για την εκδήλωση αυτή ελάχιστα πράγματα γράφτηκαν στον Τύπο. Και αυτά που γράφτηκαν ήταν εστιασμένα σε διάφορες πιασάρικες ατάκες, όπως η παρομοίωση της συμφωνίας από τον Φέρχοφστατ με «μια σχέση όπου οι δύο σύντροφοι απατούν ο ένας τον άλλο κοινή συναινέσει» ή η αναφορά του Θεοδωράκη στην ανάγκη «μιας συνωμοσίας της λογικής, του ρεαλισμού και της γνώσης». Το γιατί η ελληνική τραγωδία συνεχίζεται δεν πουλάει. Η λέξη «επενδύσεις» δεν βγάζει ωραίους τίτλους. Ο Φέρχοφστατ αντιμετωπίζεται ως ένας γραφικός. Και Το Ποτάμι δεν είναι πια της μόδας.

Οι κυβερνητικοί χειρισμοί για τις οφσόρ έσπασαν όλα τα ρεκόρ θράσους, προκλητικότητας, κυνισμού, χυδαιότητας και υποκρισίας. Μια τροπολογία που νομιμοποιεί το παράνομο παρελθόν και λειτουργεί ως κολυμβήθρα του Σιλωάμ (όπως έγραψε χθες στα «ΝΕΑ» ο Βασίλης Χειρδάρης) ακολουθείται από μια άλλη τροπολογία που υποτίθεται ότι λύνει το πρόβλημα (αλλά είναι εντελώς ανεφάρμοστη) και από μια ρύθμιση του υπουργού Δικαιοσύνης που αποσκοπεί αποκλειστικά στη δημιουργία εντυπώσεων (αφού είναι αντίθετη προς την ευρωπαϊκή νομοθεσία). Και αντί να ξεσηκωθούν κι οι πέτρες, οι φακοί της επικαιρότητας στρέφονται στον καβγά του Τσίπρα με τον Θεοδωράκη εξαιτίας μιας (όντως ατυχούς) αποστροφής του τελευταίου όταν κατηγορήθηκε ότι «εκπροσωπεί» τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης.

Ουσιαστικά κάνουμε το ίδιο λάθος με τους εμπνευστές των Μνημονίων: εστιάζουμε την προσοχή μας στα συμπτώματα αντί για τις αιτίες. Και ύστερα παρακολουθούμε έκπληκτοι τη Χρυσή Αυγή να δυναμώνει και Το Ποτάμι να μένει πίσω από την Πλεύση Ελευθερίας.