Προχθές το βράδυ, λίγο μετά την ανακοίνωση των εκλογικών αποτελεσμάτων στην Κύπρο, μια κύπρια φίλη έγραψε στο fb: «Σταμάτησα στο περίπτερο για το «Βήμα» και τσιγάρα και ο περιπτεράς μού ανακοίνωσε περήφανος ότι ψήφισε ΕΛΑΜ. Ενιωσε την ανάγκη να το πει δυνατά. Το καμουφλάζ τελείωσε».

Το Εθνικό Λαϊκό Μέτωπο, που έλαβε στις εκλογές 3,7% τετραπλασιάζοντας σχεδόν τη δύναμή του, είναι δίδυμο αδελφάκι της Χρυσής Αυγής: έμφαση στη φυλή και το έθνος, δάφνες στο έμβλημα του κόμματος, αίμα και τιμή, τυφλή υποταγή στον αρχηγό και, φυσικά, στενές σχέσεις με τη Ρωσία του Πούτιν. Οι δύο βουλευτές που εξελέγησαν δεν θα αλλάξουν φυσικά την κυπριακή πολιτική σκηνή, το πολύ πολύ να πετούν κορόνες εναντίον της λύσης του Κυπριακού και να κάνουν τραμπουκισμούς στο Κοινοβούλιο όπως οι έλληνες ομοϊδεάτες τους. Το πρόβλημα με την κοινοβουλευτική εκπροσώπηση του κόμματος είναι ότι σπάει ένα ταμπού. Οτι την επόμενη φορά το σοκ δεν θα είναι τόσο μεγάλο. Κι ότι ο περιπτεράς δεν διστάζει να υπερηφανευτεί ότι ψήφισε τους φασίστες.

Η νίκη του οικολόγου Αλεξάντερ βαν ντερ Μπέλεν στις προεδρικές εκλογές της Αυστρίας είναι σημαντική για τον αντίθετο λόγο: επειδή δείχνει ότι η κινητοποίηση της κοινωνίας των πολιτών μπορεί να αποτρέψει το κακό. Στην πραγματικότητα, βέβαια, το κακό είναι εδώ. Οι μισοί Αυστριακοί ψήφισαν τον ακροδεξιό υποψήφιο, στην Πολωνία και την Ουγγαρία κυβερνούν οι εθνικιστές, ο Μπέπε Γκρίλο βλέπει πρωτιά στις δημοτικές εκλογές, ο Ντόναλντ Τραμπ παίρνει κεφάλι στις δημοσκοπήσεις και η Μαρίν Λεπέν έχει εξασφαλίσει τη συμμετοχή της στον δεύτερο γύρο. Το καμουφλάζ τελείωσε.

Ενας από τους μύθους του ΣΥΡΙΖΑ είναι ότι για την άνοδο της Ακροδεξιάς έφταιγε η λιτότητα. Τώρα που είναι κι αυτό ένα κόμμα της λιτότητας θα αναγνωρίσει ασφαλώς ότι το πρόβλημα είναι πιο σύνθετο. Στην Αυστρία δεν υπάρχει άλλωστε λιτότητα –υπάρχουν όμως «οργισμένοι λευκοί άρρενες που φοβούνται τους ξένους» (όπως και στην Αμερική). Υπάρχουν ανειδίκευτοι εργάτες χαμηλής μόρφωσης που ψήφισαν τον Νόρμπερ Χόφερ σε ποσοστό 86%. Υπάρχει ένα αυξανόμενο ποσοστό πολιτών που αισθάνεται προδομένο από τα «συστημικά» κόμματα.

Η ματιά του Κεν Λόουτς δεν είναι αρκετή.