Αν δεν είναι «mission impossible» κατά τους «Φαϊνάνσιαλ Τάιμς» η εφαρμογή (από σήμερα) της συμφωνίας ΕΕ – Τουρκίας, σίγουρα είναι ο ηράκλειος άθλος που περιέγραψε ο Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ –πόσω μάλλον για την ελληνική δημόσια Διοίκηση. Το έργο της Αθήνας γίνεται ακόμη δυσκολότερο, καθώς η επιτήρηση υλοποίησης των συμφωνηθέντων αποτελεί γκρίζα ζώνη που βαρύνει την ελληνική και όχι την τουρκική πλευρά, με ό,τι αυτό συνεπάγεται.

Επισήμως ο Γιούνκερ έχρισε υπεύθυνο συντονιστή για την υλοποίηση της συμφωνίας τον Μάρτιν Φερβέι. Ο Ολλανδός βρίσκεται ήδη στην Ελλάδα ως γενικός διευθυντής της Υπηρεσίας Στήριξης των Διαρθρωτικών Μεταρρυθμίσεων της Κομισιόν και θα έχει την ευθύνη συντονισμού της ελληνικής πλευράς με την Επιτροπή για την παροχή οικονομικής και ανθρωπιστικής βοήθειας και προσωπικού στήριξης από τα κράτη-μέλη.

Από τη συμφωνία της περασμένης Παρασκευής, όμως, δεν προκύπτει μηχανισμός ελέγχου της Τουρκίας για την υλοποίηση των συμφωνηθέντων, όπερ σημαίνει ότι η κύρια ευθύνη για την εφαρμογή βαρύνει την Ελλάδα ως κράτος-μέλος της ΕΕ (παρότι ατύπως δίνεται ισότιμο στάτους στην Τουρκία). Οι παροικούντες την Ιερουσαλήμ φοβούνται ότι υπάρχει ο κίνδυνος η ιστορία να επαναληφθεί: η Τουρκία να μην εφαρμόζει τα συμφωνηθέντα και να επιρρίπτει τις ευθύνες στη διοικητική ανεπάρκεια της ελληνικής πλευράς, όπως ακριβώς έκανε όλο το προηγούμενο διάστημα αρνούμενη να εφαρμόσει τη διμερή συμφωνία επανεισδοχής.

ΟΙ ΑΡΙΘΜΟΙ ΔΕΝ ΒΓΑΙΝΟΥΝ. Μια ματιά στο αναλυτικό έγγραφο που εξέδωσε η Κομισιόν και αφορά τις λεπτομέρειες εφαρμογής της συμφωνίας αρκεί για να πείσει και τον πιο δύσπιστο ότι η συμφωνία κινδυνεύει να χαθεί στα logistics! Ενδεικτικά αναφέρεται ότι για την υλοποίηση θα χρειαστούν σε βάθος χρόνου 4.000 υπάλληλοι (οι 2.300 από τα κράτη-μέλη), ειδικοί των υπηρεσιών ασύλου, δικαστές, αστυνομικοί, αξιωματούχοι της Frontex και διερμηνείς, για να επεξεργάζονται τα αιτήματα ασύλου και τις επιστροφές στα hotspots, τα οποία σταδιακά θα μετατραπούν σε κέντρα επεξεργασίας ασύλου.

Ενδεικτικά αναφέρεται ότι με αντίστοιχο έργο στα νησιά έχουν αναλάβει μέχρι σήμερα 100 υπάλληλοι της ελληνικής Υπηρεσίας Ασύλου. Οι ευρωπαίοι ειδικοί που έχει υποσχεθεί η Κομισιόν δεν έχουν φθάσει ακόμα, αλλά μερικές εκατοντάδες (περί τους 300) αναμένεται, σύμφωνα με κυβερνητικές πηγές, να φθάσουν στα νησιά εντός της εβδομάδας. Αγκάθι, ωστόσο, παραμένει ο αριθμός των αιτημάτων ασύλου που θα κληθούν να επεξεργαστούν οι ελληνικές σε συνεργασία με τις ευρωπαϊκές Αρχές (EASO), καθώς εκτιμάται ότι η συμφωνία θα οδηγήσει όσους φθάνουν στα ελληνικά νησιά να αιτούνται άσυλο προκειμένου να μην επιστραφούν άμεσα στην Τουρκία. Kι αυτό διότι τόσο η συμφωνία όσο και το κοινοτικό και διεθνές δίκαιο προβλέπουν την ατομική εξέταση του κάθε αιτήματος, ενώ υπάρχει και το δικαίωμα έφεσης του αιτούντος. Μέχρι να εξεταστεί και αυτό αναστέλλεται η επιστροφή στην Τουρκία, ακόμη κι αν μέχρι τότε η γειτονική χώρα έχει χαρακτηριστεί «ασφαλής τρίτη χώρα» (νομοθετική υποχρέωση της ελληνικής πλευράς).

48.000 ΕΓΚΛΩΒΙΣΜΕΝΟΙ. Αν και δεν ομολογείται ρητά, από τη συμφωνία προκύπτει ότι οι 48.000 που βρίσκονται ήδη στην Ελλάδα θα μείνουν για ακαθόριστο χρονικό διάστημα καθώς η συμφωνία προβλέπει επιστροφή για όσους εισήλθαν από χθες σε ελληνικό και άρα σε ευρωπαϊκό έδαφος. Ασαφές παραμένει τι θα γίνει με όσους από αυτούς είναι παράτυποι μετανάστες και όχι πρόσφυγες και πώς θα επιστραφούν στις χώρες προέλευσής τους.

Τελευταίο, αλλά όχι λιγότερο σημαντικό, παραμένει ορατός ο κίνδυνος να εγκλωβιστούν κι άλλοι πρόσφυγες στην Ελλάδα. Η συμφωνία ΕΕ – Τουρκίας θέτει ως ανώτατο όριο των απευθείας μετεγκαταστάσεων από την Τουρκία τις 72.000 θέσεις (18.000 σε πρώτη φάση και 54.000 αργότερα). Αλλά ακόμη κι αυτός ο αριθμός βασίζεται στην καλοσύνη των κρατών – μελών καθώς η συμμετοχή είναι εθελοντική.

Οπως το έθετε αρμόδια κοινοτική πηγή, «τι θα συμβεί αν οι ροές δεν μειωθούν και συνεχίζουν να φθάνουν πάνω από 1.000 άτομα την ημέρα στα ελληνικά νησιά;». Σε αυτό το ερώτημα δεν υπάρχει ευρωπαϊκή απάντηση. Η τουρκική πλευρά, πάντως, έδωσε τη δική της εκδοχή: ενώ δυο ημέρες πριν από τη σύνοδο οι ροές είχαν μειωθεί, το Σάββατο έφθασαν στα νησιά 1.500 άτομα ενώ χθες 875.