Στον ηλικιωμένο που παρουσιάστηκε στο δημόσιο νοσοκομείο για ένα μικροπροβληματάκι και δεν θυμόταν τον αριθμό του ΑΜΚΑ του, η αρμόδια γιατρός, χωρίς ομολογουμένως να δημιουργήσει το παραμικρό πρόβλημα, αντιθέτως γελαστά, του είπε: «Πού πηγαίνετε, κύριε; Σήμερα δεν υπάρχουμε ως ονόματα, υπάρχουμε μόνο ως αριθμοί». Αναμφισβήτητα η γιατρός, αντιμέτωπη καθώς ήταν με τόσα προβλήματα, θα της ήταν αδύνατο –χώρια που θα ήταν και ζημιογόνο για τους άλλους –να φιλοσοφήσει πάνω στην κουβέντα που είχε εκστομίσει. Αλίμονο αν συνέβαινε διαφορετικά.

Ο ηλικιωμένος, αντίθετα, αν και εργαζόμενος, είχε τον χρόνο να σκεφτεί κάτι παραπάνω, γεγονός που δεν έθιγε επιπλέον κανέναν απολύτως. Πώς να το κάνουμε; Χωρίς να πρόκειται για δύο σαφώς διαχωρισμένες ανάμεσά τους κατηγορίες, τη ζωή άλλοι την ολοκληρώνουν ως σκέψη και άλλοι ως δράση. Χωρίς να μπορεί να αποφανθεί κανείς ποια κατηγορία είναι η πιο ευεργετική για την ανθρωπότητα. Αφού με όσο θαυμασμό μπορείς να ακούσεις κάποιον να μιλάει για τον Τσόρτσιλ ή για τον Ντε Γκολ, με τον ίδιο ακριβώς μπορεί να το κάνει ένας άλλος για τον Κίρκεγκορ ή για τον Πασκάλ.

Με τον θαυμασμό μάλιστα να γίνεται απροσμέτρητος όταν συμβαίνει στο ίδιο πρόσωπο να συνδυάζεται η σκέψη με τη δράση (οι διαβαθμίσεις ποικίλλουν ώστε να περιλαμβάνονται ανάμεσά τους άτομα όμως ο Μαχάτμα Γκάντι, ο Σεντ Εξιπερί, ο Αντρέ Μαρλό ή ο ημεδαπός Παναγιώτης Κανελλόπουλος).

Μένει βέβαια ένα περιθώριο να σκεφτούμε όλοι οι υπόλοιποι, που συνωστιζόμαστε στα κράσπεδα μιας συχνά αβάσταχτης καθημερινότητας, ότι η ανωνυμία του αριθμού με την οποία φαινόταν απολύτως συμφιλιωμένη –το επαναλαμβάνουμε –η καλοπροαίρετη κατά τα άλλα γιατρός έχει συχνά συντελέσει ώστε εξόχως τραγικά περιστατικά να ηχούν ως κάτι αναπόφευκτο, αν όχι και αναμενόμενο. Μην πάμε μακριά, να μείνουμε στις βάρκες και στα σαπιοκάραβα των προσφύγων και των παράνομων μεταναστών, που αν τους γνωρίζαμε ως ονόματα και όχι ως αριθμούς θα διανοιγόταν τουλάχιστον μέσα μας μια προοπτική να τους σκεφτούμε ως πλάσματα ίδια ακριβώς με εμάς, με καταγωγή, αγωνίες και επιθυμίες.

Αν και οι ίδιοι οι άνθρωποι σήμερα επιχειρούν διακαώς να συνδέσουν την ύπαρξή τους με έναν αριθμό, είτε πρόκειται για τον αριθμό του σπιτιού τους, του τηλεφώνου τους, του αυτοκινήτου τους είτε για τον αριθμό του ΑΦΜ τους, του ΑΜΚΑ τους φευ, ή ενός λογαριασμού σε τράπεζα, δεν μπορεί να μην αναλογιστεί κανείς εποχές όπου ο αριθμός υπήρξε συνώνυμο της αποπροσωποποίησης, καθώς υποβίβαζε το ανθρώπινο ον σε κάτι ευκόλως προσπελάσιμο, αμελητέο.

Με τρόπο που ακόμα και μια γενοκτονία να μπορεί να συντελεστεί. Οπως και να το κάνουμε, συνιστά μια διαφορά το να τρομάζεις στο ενδεχόμενο να υπάρξεις κάποια στιγμή ως αριθμός και όταν αυτό έχει συμβεί να το διατυμπανίζεις γελώντας εις επήκοον έστω πέντε ανθρώπων.