Η επιτυχής ολοκλήρωση της διαδικασίας των βιβλίων προσφορών για τις συστημικές τράπεζες ουσιαστικά κλείδωσε την ανακεφαλαιοποίησή τους. Πλέον, τα βήματα που απομένουν είναι εν πολλοίς τυπικά και εντός των ερχόμενων εβδομάδων τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα θα έχουν και επίσημα καλύψει τις κεφαλαιακές τους ανάγκες.

Πρόκειται αναμφισβήτητα για ένα βήμα προς τα εμπρός, καθώς δεν υπάρχει περίπτωση επανεκκίνησης και ανάκαμψης της οικονομίας δίχως ισχυρό και έμπιστο τραπεζικό σύστημα.

Με τη διαφορά ότι μετά την έκδοση των νέων μετοχών, οι τράπεζες δεν θα ανήκουν πλέον σε ελληνικά χέρια. Οι τιμές με τις οποίες έκλεισαν τα βιβλία προσφορών ουσιαστικά αφήνουν εκτός τους παλαιούς μετόχους, καθώς για να καλυφθούν οι κεφαλαιακές ανάγκες θα εκδοθεί τεράστιος αριθμός νέων μετοχών.

Ειδικά στις περιπτώσεις της Eurobank και της Alpha Bank, δεδομένου ότι οι δυο τους κατάφεραν να καλύψουν και το δυσμενές σενάριο, οι νέοι μέτοχοι ελέγχουν σχεδόν απόλυτα τις τράπεζες. Αντίστοιχα, το ποσοστό του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας μειώθηκε σε μονοψήφια επίπεδα.

Ακόμα όμως και στις περιπτώσεις της Εθνικής Τράπεζας και της Τράπεζας Πειραιώς, η κάλυψη του βασικού σεναρίου σημαίνει ότι οι νέοι μέτοχοι παίρνουν τη μερίδα του λέοντος στο μετοχικό κεφάλαιο. Αντίστοιχα, το ποσοστό του ΤΧΣ μειώνεται, ενώ μόλις αποπληρωθούν και οι μετατρέψιμες ομολογίες (CoCo’s) ο έλεγχος από το Ταμείο θα μειωθεί σαφώς περισσότερο.

Ολα αυτά σημαίνουν ότι από εδώ και στο εξής, μπορεί κατ’ όνομα και γεωγραφική τοποθεσία οι τράπεζες να είναι ελληνικές, ουσιαστικά όμως οι ιδιοκτήτες τους είναι διάσπαρτοι σε ολόκληρο τον κόσμο.

Μολονότι οι διοικήσεις θα παραμείνουν εγχώριες –πιθανότατα με προσθήκες ορισμένων μελών από τους νέους ιδιοκτήτες –οι στρατηγικοί στόχοι θα εκπονούνται από τους μεγαλομετόχους με βάση τα δικά τους οικονομικά συμφέροντα.

Και αυτό, σε μια εποχή που στο τραπέζι θα μπουν ζητήματα-φωτιά όπως η διαχείριση των επισφαλών δανείων και οι πλειστηριασμοί των ακινήτων, που αφορούν ολόκληρη την κοινωνία.