Ο τίτλος του σημερινού κειμένου εμπίπτει στο σχήμα εν διά δυοίν. Θυμηθείτε π.χ. το ανάλογο σχήμα στο δημοτικό τραγούδι: «Δεν κελαϊδούσε σαν πουλί, ουδέ σαν χελιδόνι». Η μία έννοια του σχήματος αναφέρεται στο ΟΛΟΝ και η άλλη είναι μέρος συνόλου. Συνήθως μιλάμε για εκφράσεις έμφασης.

Επί του προκειμένου λοιπόν: ο αλαζών είναι θεατρικός τύπος της αττικής κωμωδίας που άλλοτε καταγράφεται και εκτίθεται με τα γενικά αναγνωρίσιμα χαρακτηριστικά του από τους θεατές. Αλλοτε πάλι ο δραματουργός εντάσσει ένα ιστορικό πρόσωπο στόχο της κωμωδίας και της σάτιρας στο γενικό σχήμα. Ετσι στους «Ιππής» του Αριστοφάνη υπάρχει ο Παφλαγών, ένα προσωπείο πίσω από την αναγνωρίσιμη δημόσια εικόνα του δημοκρατικού ηγέτη Κλέωνα. Το προσωνύμιο Παφλαγών σημαίνει, όπως θα λέγαμε σήμερα, μπουρτζόβλαχος, άξεστος, βάρβαρος αλλά και παφλάζων ρήτορας, λαϊκιστής και κόλαξ των μαζών. Σημειώνω για την ιστορία των διαχρονικών ελληνικών λέξεων και της σημασίας τους πως η λέξη τύραννος έχει μια ενδιαφέρουσα σημασιολογική περιπέτεια: εν πρώτοις σήμαινε τον μη κληρονομικό ηγεμόνα. Τύραννοι ήταν οι πολιτικοί άνδρες που καταλάμβαναν την εξουσία είτε με τα όπλα είτε ηγούμενοι ομάδων ή κοινωνικών τάξεων που είχαν προβλήματα με τα αριστοκρατικά πολιτεύματα ή τις κληρονομικές βασιλείες. Οι τύραννοι εμφανίστηκαν όταν στον ελληνικό χώρο με το άνοιγμα στις αποικίες διαμορφώθηκε μια τάξη οικονομικά εύρωστων ομάδων, τεχνιτών ή στρατιωτικών, που ένιωθαν να εμποδίζεται η εξέλιξή τους και η πρόοδός τους ή να παραβλέπεται η προσφορά τους. Από τα σπλάγχνα τους αναδύονταν δυνατές ηγετικές προσωπικότητες που τους οργάνωναν και προέβαιναν στην ανατροπή των συσχετισμών αλλά και των κληρονομικών ή αριστοκρατικών καθεστώτων. Οι τυραννίδες ήταν μια μεταβατική πολιτική περίοδος ανάμεσα στις εξαφανισθείσες βασιλείες και στα νέα καθεστώτα, δημοκρατικά ή ολιγαρχικά. Ο Μαρξ ορθά εκτιμούσε πως οι τυραννίδες ήταν προοδευτικά καθεστώτα σε σχέση με αυτά που προϋπήρχαν. Εξάλλου, ο ίδιος τη μεσάζουσα κατάσταση ανάμεσα στα αστικά καθεστώτα και στον κομμουνιστικό αταξικό παράδεισο την ονόμαζε δικτατορία (τυραννίδα) του προλεταριάτου.

Το πλέον σημαντικό πάντως στην περιπέτεια του όρου τύραννος είναι πως όταν εγκαθιδρύθηκε η δημοκρατία, η άμεση, του Κλεισθένη, στην Αθήνα, η πρώτη μετάλλαξη της έννοιας αποδόθηκε στον οχλοκρατούμενο Δήμο. Ενας τέτοιος τύραννος έστειλε τον Σωκράτη στο κώνειο, τον Χριστό στον σταυρό και τους επαναστάτες του 1787 στην γκιλοτίνα. Στην Ελλάδα απλώς θυμίζω το ανάθεμα με συμβολικό λιθοβολισμό του Ελευθέριου Βενιζέλου στο Πεδίον του Αρεως, τους χίτες αργότερα και την ΟΠΛΑ. Θυμίζω επίσης τη σημαντική προσφορά του Σαίξπηρ, που στον «Ιούλιο Καίσαρα» και στον «Κοριολανό» απεικονίζει έναν όχλο σαν την κινούμενη άμμο, σαν ανεμόμυλο, που άγεται και φέρεται από τα ένστικτα της στιγμής. Μέσα σε αυτές ή σε ανάλογες συνθήκες φυτρώνουν οι παφλαγόνες ηγέτες, συνήθως δημοκρατικά εκλεγμένοι, που καβαλάνε το καλάμι και συμπεριφέρονται αλαζονικά, τυραννικά, αυταρχικά.

Θυμίζω ότι ο Παφλαγών των «Ιππέων» φορούσε το προσωπείο του Κλέωνα και ο Κλέων υπήρξε ο αδιαμφισβήτητος διάδοχος του Περικλή στο αθηναϊκό δημοκρατικό κόμμα.

Αλαζών στους «Αχαρνής» του Αριστοφάνη είναι ο στρατηγός Λάμαχος, υπαρκτό ιστορικό πρόσωπο, θρασύς, εγωιστής, αυταρχικός, που συνήθιζε να περνάει την καριέρα του στα «γραφεία» και να στέλνει άλλους στη μάχη! Ο Αριστοφάνης τον εξευτελίζει στολίζοντάς τον, παρουσία του στο αμφιθέατρο, με ελαττώματα ευτελή, δωροδοκούμενος, ζήτουλας, δειλός, φαφλατάς, παλικάρι της φακής. Η περσόνα του θα δημιουργήσει στο παγκόσμιο θέατρο «ένδοξο» τύπο, στο έργο του Πλαύτου «Miles gloriosus» («Ενδοξος στρατιώτης»), για να περάσει στους καπιτάνο της κομέντια ντελ άρτε, στους θρασύδειλους της κρητικής κωμωδίας, στον «Χάση» του Γουζέλη, στον Μπαρμπα-Γιώργο (που ξυλοφορτώνει τον Καραγκιόζη αλλά τρέμει τα ποντίκια) και στους κουραδόμαγκες του Ψυρή. Στην επιθεώρηση συχνά ο Νίκος Ρίζος, αλλά και στο σινεμά, υποδύθηκε τον τρομαλέο μάγκα! Θυμίζω επίσης την αναδίπλωση του τύπου στον Μπρανκαλεόνε με τον μεγάλο Βιτόριο Γκάσμαν και σ’ εμάς τον νεαρό Κώστα Βουτσά.

Το έχω και πρόσφατα σημειώσει ότι δεν υπάρχει αμφιβολία πως η τέχνη και το θέατρο κυρίως αντλούν τύπους, χαρακτήρες, συμπεριφορές από τη ζωή. Αλλά όπως φάνηκε και με τα λίγα παραδείγματα που έφερα παραπάνω, η τέχνη, το έπος και το θέατρο δημιούργησαν καλούπια που αργότερα τα μιμήθηκε η ζωή. Ετσι, αν επιθυμούμε να αναχθούμε στην πρώτη λογοτεχνική εμφάνιση του Παφλάζοντα Αλαζόνα θα τον βρούμε στον χυδαίο, υβριστή, αυθάδη, αθυρόστομο ομηρικό αντι-ήρωα στην «Ιλιάδα». Ο Θερσίτης που έξαλλος ξερνάει χολή για όλους τους συστρατεύσαντες μαζί του στην Τροία στρατηγούς. Ενδεικτικό από τη γέννηση αυτού του τύπου είναι η λογόρροια, η παφλάζουσα γλωσσική ευφράδεια, δίκην οχετού. Ενας ψυχαναλυτής σαφώς θα διέβλεπε μια διαστροφή, όπου η κατεδαφιστική κακότητα του τύπου εκδηλώνεται με μια συσσώρευση σπάνιων λέξεων που εκτοξεύονται σαν λίθοι κατά πραγματικών ή φανταστικών εχθρών.

Οι κωμικοί ηθοποιοί και κυρίως όσοι έχουν το ένστικτο να συλλαμβάνουν τη λαϊκή ψυχολογία που απορρίπτει συνήθως κάθε ιδιοτροπία, προκλητικότητα, αμετρία, ασυμμετρία, αμετροέπεια, αλαζονεία, φανφαρονισμό, επιθετική προπέτεια και έχει μια εκπληκτική αίσθηση του μέτρου, οι κωμικοί λοιπόν κατορθώνουν, όπως και οι γελοιογράφοι, να βρίσκουν και να εντοπίζουν τα εξέχοντα χαρακτηριστικά δημόσιων προσώπων που τα καθιστούν στόχο για κριτική ή και χλευαστική γελοιοποίηση.

Ο Αριστοφάνης δεν δίστασε να γελοιοποιήσει τον Σωκράτη, τον Ευριπίδη, τον Αγάθωνα, τον Κλέωνα, τον Λάμαχο. Γιατί λοιπόν να διστάσουν ο Μπέζος, ο Ζαχαράτος, ο Σεφερλής να ασχοληθούν φέτος το καλοκαίρι ο καθένας με τον προσωπικό του οίστρο και τα δικά του κωμικά εργαλεία να κάνει «νούμερο» την κυρία Ζωή Κωνσταντοπούλου, μια ιδιότυπη πολιτική περσόνα με παφλάζουσα αλαζονεία, γλωσσικό χείμαρρο, χαμόγελο δράκουλα, επηρμένο βλέμμα, χολερική διάθεση και εννοιολογική δυσκοιλιότητα; Μια εν ζωή μίμηση της αείμνηστης Τασσώς Καββαδία της ελληνικής μεγαλοαστικής ηθολογικής υποκρισίας.