Ο κύκλος της Βούλας Ζουμπουλάκη έκλεισε χρονικά όπως άνοιξε: τον μήνα Σεπτέμβριο. Και φαίνεται να ήταν πλήρης από κάθε πλευρά. Ηθοποιός του θεάτρου και του κινηματογράφου, με ευγένεια και αριστοκρατική φινέτσα, η αγαπημένη σύζυγος τουΔημήτρη Μυράτκαι σταθερή παρτενέρ του στο Θέατρο Αθηνών είχε αποσυρθεί ήδη από τη δεκαετία του 1990 από το σανίδι και την κοινωνική ζωή. «Το ότι μπόρεσε να κλείσει την πόρτα στη ζωή και να είναι ευτυχισμένη μέσα σε τέσσερις τοίχους με έκανε να τη θαυμάζω» λέει στο «Νσυν» η ηθοποιός Νόνικα Γαληνέα, με την οποία συνδέθηκαν στενά. «Ημασταν δεμένες περισσότερο και από αδελφές. Το χαρακτηριστικό της ήταν το χιούμορ. Θυμάμαι μια φορά σε περιοδεία στη Γερμανία παρουσιάζαμε τη «Δικαστίνα» του Βερνέιγ και είχαμε έναν ηθοποιό ο οποίος εμφανιζόταν σε μια μοναδική σκηνή, όπου έπρεπε να πει την ατάκα «είναι κάποιος έξω και σας περιμένει» απευθυνόμενος στη Βούλα που είχε τον ομώνυμο ρόλο. Ερχεται η στιγμή, βγαίνει ο ηθοποιός, περιμένει η Βούλα την ατάκα, αλλά εκείνος στεκεται και δεν βγάζει άχνα. Η Βούλα παίρνει την κατάσταση στα χέρια της και λέει «μήπως είναι κάποιος έξω και με περιμένει;» για να εισπράξει ένα «όχι». Εκείνη ατάραχη συνέχισε. Και μετά το τέλος μού είπε ότι εκείνη τη στιγμή είπε από μέσα της «και τώρα δηλαδή θα πρέπει να παίξω μόνη μου ώς το τέλος;»».

Με τον δικό της τρόπο αποχαιρέτησε τη σπουδαία ηθοποιό και η Ζωή Λάσκαρη, που μας παρέπεμψε στο κείμενο που ανάρτησε στο facebook: «Το «Κυρία του Θεάτρου» μοιράστηκε κατά καιρούς από δω και από κει αβίαστα, με αυθάδεια και ασέβεια, για κάθε κυρία που αποφάσιζε απλά να ηγηθεί ενός θιάσου. Μην ξεγελιούνται. Η Βούλα είναι πάντα εδώ. Κυρία εφ’ όλης της ύλης. Του θεάτρου και της ζωής. Να μας θυμίζει το μέτρο. Τη σεμνότητα. Να μας υπενθυμίζει κυρίως με ποιους έχουμε να κάνουμε. Με βαθύ σεβασμό και οδύνη, Βούλα μου, σε αποχαιρετώ».

ΠΡΩΤΑΓΩΝΙΣΤΡΙΑ. Γεννημένη στο Κάιρο στις 24 Σεπτεμβρίου του 1929, η Βούλα Ζουμπουλάκη σπούδασε στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου, στη Σχολή Μονωδίας του Εθνικού Ωδείου και στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Πρώτα εμφανίστηκε στην Εθνική Λυρική Σκηνή το 1952 και δύο χρόνια αργότερα εμφανίστηκε στην πρόζα. Πρωταγωνίστησε, μεταξύ άλλων, στις παραστάσεις «Το σπίτι της Μπερνάρντα Αλμπα» του Λόρκα, «Απόψε αυτοσχεδιάζουμε» του Πιραντέλο, «Ρέκβιεμ για μια μοναχή» του Φόκνερ, «Λυσσασμένη γάτα» του Τενεσί Ουίλιαμς. Τιμήθηκε με το Α’ Βραβείο Φεστιβάλ Λισαβόνας (1964), Α’ Επαθλο Μ. Κοτοπούλη (καλύτερης ηθοποιού) το 1961, Β’ Επαθλο Μ. Κοτοπούλη το 1965, Α’ Βραβείο Ηθοποιίας στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης για το «Σύντομο διάλειμμα» του Ντίνου Κατσουρίδη (1966). Από τους πιο χαρακτηριστικούς ρόλους της καριέρας της (κάτι που την εκνεύριζε) ήταν της Αννέτας, της «φίλης» της Μελίνας Μερκούρη στη «Στέλλα» (1955) του Μιχάλη Κακογιάννη όπου τραγούδησε το «Εφτά τραγούδια θα σου πω». «Εχω παίξει τα «παπούτσια» μου στο θέατρο», έλεγε συχνά, «είναι δυνατόν να μου μιλούν όλοι για την Αννέτα;».