Στα τέλη της δεκαετίας του 1980, τότε που το ΠΑΣΟΚ, ύστερα από μία οκταετία κυριαρχίας στην πολιτική σκηνή αλλά και στο θυμικό του λαού, είχε αρχίσει να φυλλορροεί, στα επιτελεία του προσπαθούσαν να ανιχνεύσουν τους λόγους της πτώσης. Λέγεται λοιπόν ότι η Μελίνα Μερκούρη είχε πει: «Πρέπει να το πάρουμε απόφαση. Δεν αρέσουμε πλέον». Ακόμη και αν πρόκειται περί αστικού μύθου, θα μπορούσε να το είχε πει. Με βιωμένη, ως «κληρονομικό χάρισμα», από τα μικράτατα της την επικοινωνία και τη διεισδυτικότητα στον κόσμο, ήξερε πολύ καλά την καταλυτική δυναμική αυτού του ρήματος πέρα από τη λογική εκτίμηση ή την πολιτική αξιολόγηση. Αρέσω, δεν αρέσω!

Ετσι τώρα αρέσει ο ΣΥΡΙΖΑ! «Εγώ δεν βλέπω πια κλούβες στον δρόμο» λέει ο ένας. «Μπορεί να έκαναν και οι προηγούμενοι διαπραγματεύσεις, αλλά τώρα αισθάνομαι ότι είμαι κι εγώ μαζί με όλη τη γειτονιά μέσα στο Eurogroup» παραδέχεται αυτός που δεν ψήφισε καν τον Τσίπρα. «Η Ελλάδα είναι πρωτοσέλιδο σε όλον τον κόσμο» επισημαίνει ο διεθνιστής της παρέας. «Μάθαμε τι σόι είναι κι αυτός ο Ντεϊσελμπούμ» πετάει κάποιος άλλος. «Δεν με ενδιαφέρει τι θα κάνουν, με ενδιαφέρει ότι βλέπω πιο χαρούμενους τους ανθρώπους. Ανήσυχους, αλλά χαρούμενους» μου έλεγε μια από τις σημαντικότερες γυναίκες της σύγχρονης ελληνικής διανόησης.

Δεν τα εκλαμβάνω αυτά ως επιχειρήματα. Το «αρέσω» δεν μπαίνει κάτω από το μικροσκόπιο του καρτεσιανού λόγου. Οπως ούτε κι ο χαρταετός που είδα χθες σε όχι λαϊκό προάστιο της Αθήνας και ο οποίος έγραφε: «Forza Varoufakis».