Εξασφαλισμένο είναι το τραπεζικό σύστημα τόσο ως προς τη ρευστότητα όσο και ως προς τη χρηματοδότησή του, διαβεβαίωσε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Γαβριήλ Σακελλαρίδης, τονίζοντας ότι «δεν υπάρχει κανένας λόγος ανησυχίας» από τη χθεσινή αιφνιδιαστική απόφαση της ΕΚΤ να μην κάνει αποδεκτά ως ενέχυρα τα ελληνικά κρατικά ομόλογα από τις 11 Φεβρουαρίου.

Μιλώντας το πρωί ο κ. Σακελλαρίδης στην τηλεόραση του Mega δήλωσε ότι η απόφαση αυτή συνιστά «ένα μέτρο πολιτικής πίεσης τη στιγμή που βρισκόμαστε σε μία ουσιαστική διαβούλευση που εξελίσσεται σε όλα τα επίπεδα».

Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος υπογράμμισε ότι η Ελλάδα δεν θέλει να έρθει σε ρήξη και πως υπάρξει καλή διάθεση για την επίτευξη αμοιβαία επωφελούς λύσης, υπογράμμισε ωστόσο ότι οι διαβουλεύσεις της κυβέρνησης γίνονται στη βάση της εντολής που έλαβε από τον ελληνικό λαό, «που σίγουρα δεν είναι το e-mail Χαρδούβελη».

Εν όψει και του σημερινού ραντεβού του υπουργού Οικονομικών Γιάνη Βαρουφάκη με τον Γερμανό ομόλογό του Β. Σόιμπλε, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος επεσήμανε ακόμη ότι η κυβέρνηση προσέρχεται στις συνομιλίες με καλή διάθεση, αλλά «δεν θα εκβιαστεί από κανέναν».

Ο Γαβριήλ Σακελλαρίδης παρατήρησε ότι σε μια διαπραγμάτευση θα υπάρχουν όλες αυτές οι κινήσεις στη σκακιέρα και σημείωσε ότι η ανάγκη που υπάρχει είναι να σταματήσει ο παραλογισμός σε σχέση με την πολιτική λιτότητας στην Ευρώπη που ανατροφοδοτεί την κρίση.

«Ούτε θα εκβιάσουμε, ούτε θα εκβιαστούμε» υπογράμμισε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος και πρόσθεσε ότι «η ελληνική κυβέρνηση έχει νηφαλιότητα και παράλληλα αποφασιστικότητα», ενώ σημείωσε ότι δεν υπάρχει λόγος ανησυχίας και πως η κυβέρνηση διασφαλίζει τη σταθερότητα.

Κληθείς να σχολιάσει δημοσίευμα, σύμφωνα με το οποίο οι δανειστές έχουν ζητήσει γραπτές εγγυήσεις με την υπογραφή του πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα ότι θα τηρηθούν οι δεσμεύσεις, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος διέψευσε ότι υπάρχει τέτοιο αίτημα.

Σε ό,τι αφορά τη συμφωνία – γέφυρα που επιζητεί η κυβέρνηση, προκειμένου να έχει χρόνο να παρουσιάσει το 4ετές σχέδιό της στους εταίρους, ο Γ.Σακελλαρίδης παρατήρησε ότι είναι αναγκαία, καθώς στο χρόνο που θα μεσολαβήσει η κυβέρνηση θα έχει τη δυνατότητα να κάνει ουσιαστικές συζητήσεις με τους εταίρους και να έχει δώσει δείγματα γραφής για τις προθέσεις της, κυρίως σε ό,τι αφορά το ζήτημα των μεταρρυθμίσεων.