Κυκλοφορεί στα δημοσιογραφικά γραφεία σαν αστικός μύθος. Εχει συμβεί όμως. Ο συνάδελφος εδώ στα «ΝΕΑ» Δημήτρης Δουλγερίδης πριν από χρόνια έκανε ρεπορτάζ με αφορμή την παραδοχή του νομπελίστα Γκίντερ Γκρας πως υπήρξε μέλος της ναζιστικής νεολαίας. Ο συνάδελφος αναζήτησε το τηλέφωνο του καθηγητή Ιστορίας Γιώργου Μαργαρίτη και σχημάτισε το νούμερο. Στην άλλη άκρη της γραμμής, όμως, η φωνή δεν ήταν γνώριμη και κάπως νυσταγμένη: «Πώς το σχολιάζετε, κύριε Μαργαρίτη»; «Ωχου, πάρε με πιο μεσημέρι, είχα και ώς αργά πρόγραμμα» ακούστηκε από την άλλη μεριά. Και όχι, ο μυστηριώδης συνομιλητής του δημοσιογράφου δεν εννοούσε κάποιο πρόγραμμα του πανεπιστημίου ή κάποιο σεμινάριο. Εννοούσε γαρίφαλα και ηλεκτρικό ήχο. Και ο Γιώργος Μαργαρίτης ήταν όντως ο Γιώργος Μαργαρίτης. Αλλά ο άλλος.
ΣΤΟ ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΤΟΥ ΣΥΡΙΖΑ. Απόψε ο λαϊκός τραγουδιστής θα περάσει την πύλη της Πανεπιστημιούπολης του Ζωγράφου και μαζί με την Πίτσα Παπαδοπούλου και τη Θεοδοσία Στίγκα θα πουν τραγούδια του Βασίλη Τσιτσάνη στο Φεστιβάλ Νέων του ΣΥΡΙΖΑ. Και όχι, δεν θα ρωτηθεί για τον Γκίντερ Γκρας, ούτε για τον Ζίζεκ ούτε για τη διαγραφή του χρέους. Απλώς θα ανέβει στην εξέδρα και θα κάνει αυτό που ξέρει καλά. Θα τραγουδήσει όρθιος παλιά λαϊκά τραγούδια. Από κάτω δεν θα έχει τραπέζια με μπουκάλια ουίσκι, ούτε πιάτα. Θα ανεμίζουν ίσως κάποιες σημαίες του ΣΥΡΙΖΑ. Αν και το γεγονός πως ο Μαργαρίτης διακτινίζεται απόψε από την «κάτω νύχτα» στον χώρο της «σκεπτόμενης» νεολαίας δεν έγινε χωρίς αντιδράσεις. Τις προηγούμενες ημέρες στα κοινωνικά δίκτυα ξέσπασε πόλεμος για το αν είναι «πολιτικώς ορθή» η παρουσία ενός λαϊκού τραγουδιστή εκεί. Οι οπαδοί της Σαουμπίνε και της Λυρικής Σκηνής ξιφούλκησαν κατά της λαϊκής πτέρυγας του ΣΥΡΙΖΑ. «Δέχθηκα να συμμετάσχω γιατί με τον Τσίπρα δείχνουν τα πράγματα να προχωρούν» μας είπε ο ίδιος ο «Μαγκάρετ», που πάντως δεν στρατεύθηκε πολιτικά ποτέ κραυγαλέα και παρέμεινε συνεπής τέσσερις δεκαετίες τώρα στο λαϊκό τραγούδι. Ετσι κι αλλιώς θα ήταν αφελές να ερμηνεύσει κάποιος τη συμμετοχή του στο Φεστιβάλ με ευθύγραμμους πολιτικούς όρους (εξάλλου ο Μαργαρίτης συμμετέχει και σε εκείνο της ΚΝΕ). Οι λόγοι που πάει είναι ενστικτωδώς ταξικοί (ο Μαργαρίτης δεν ξέχασε ποτέ τα δύσκολα χρόνια σε Τρίκαλα και Αθήνα), αλλά πάνω από όλα μουσικοί. Θα τραγουδήσει Τσιτσάνη στη νεολαία με φτηνό εισιτήριο. Απλά.
Οπως θα συμμετέχει και στον «Αγαπητικό της βοσκοπούλας» σε σκηνοθεσία του Πέτρου Ζούλια στο Παλλάς, πλάι σε Ρένη Πιττακή, Χρήστο Στέργιογλου, Μαρία Πρωτόπαπα, Ευγενία Δημητροπούλου και άλλους. «Ξεκινώ πρόβες μεθαύριο. Θα πω τραγούδια λεβέντικα και ζωντανά με ορχήστρα» μου λέει ο ίδιος ο Μαργαρίτης και δεν θέλει να αποκαλύψει περισσότερα. Εχει δεσμευτεί στους συνεργάτες της παράστασης καταλαβαίνω. Και ο κώδικας για τον Μαργαρίτη είναι κάτι βαρύ. Ετσι έμαθε εξάλλου από μικρός στο Πετρωτό Τρικάλων όπου γεννήθηκε. Εκεί γνώρισε τον μέγα Τσιτσάνη στο καφενείο που είχαν τ’ αδέλφια του (ο Χρήστος και ο Νικόλας). Και σχεδόν αμέσως ξεκαθάρισε μέσα του πως θα γινόταν τραγουδιστής (όπως και ο αδελφός του Βάιος). «Εγώ όταν ήμουν παιδί ήθελα να βγάλω τον καημό μου. Τι θα γινόταν, δεν ήξερα. Τραγουδούσα δέκα χρόνια χωρίς να με ξέρει κανένας και πεινούσα. Δεν είχα τσιγάρο. Αμα περίσσευε κάτι, τα έκρυβα σε πέτρες στη Λεωφόρο Βουλιαγμένης» μου είχε πει παλιότερα.
Η ζωή δεν του χαρίστηκε. Για χρόνια μέσα στη δεκαετία του ’70 «πολέμησε» στα μπουζουξίδικα και αναγνωρίζει τη βοήθεια κάποιων παλιών, όπως της Αννας Χρυσάφη. Μέχρι το 1981 που στη θρυλική Polyphone της Ομόνοιας κάνει τον πρώτο του προσωπικό δίσκο με τον τίτλο «Εσύ μιλάς στην καρδιά μου» κάνοντας αμέσως επιτυχία, σε τραγούδια του Τάκη Σούκα.
Κάτι για την Ομόνοια όμως που έχει την αξία του. Ηταν τότε αρχές του ’80 (και πιο πριν και πιο μετά) που ένας ολόκληρος κόσμος δρούσε πέριξ της ιστορικής πλατείας. Η αντιπολίτευση στις μεγάλες εταιρείες της εποχής ήταν διάφορα μικρά label εδώ με λαϊκοδημοτικά και αμιγώς λαϊκά, όπου και αναδείχθηκαν μεγάλες φωνές. Παιδί της Ομόνοιας και ο Μαργαρίτης, δεν άργησε να μεταπηδήσει στις μεγαλύτερες εταιρείες. Πάντα όμως μνημονεύει την ηρωική εποχή και προσεχώς, όπως μάθαμε, ετοιμάζει δίσκο – αναφορά στα τραγούδια της Ομόνοιας με την επιμέλεια του Αγγελου Σφακιανάκη, έμπειρου μουσικού και παραγωγού και «σκιάς» του τελευταία. Την εποχή της Polyphone έκανε και άλλους δίσκους. Kαι μετά έφτασε να συνεργάζεται με ονόματα όπως οι Βασίλης Βασιλειάδης, Αντώνης Ρεπάνης, Χρήστος Νικολόπουλος, Τάκης Μουσαφίρης. Η συνεργασία του βέβαια με τον Μπάμπη Μπακάλη και τον Ακη Πάνου (του τελευταίου ερμήνευσε έξι τραγούδια σε πρώτη εκτέλεση, ανάμεσά τους τον εμβληματικό «Τελευταίο πυρετό») ήταν σταθμός. Οπως και το περίφημο «Κελί 33» σε μουσική Γιώργου Μάμμου.
ΜΕ ΡΟΚ ΓΚΡΟΥΠ. Η συνεπής του γραμμή δεν μπορεί να αμφισβητηθεί. Ακόμη κι από αυτούς που παρατηρούν πως το τραγικό τροχαίο που στοίχισε τη ζωή του τραγουδιστή Κώστα Κόλλια το 1980 άνοιξε τον δρόμο στον Μαργαρίτη. Κι αυτό αφού οι φωνές και η παρουσία τους επικαλύπτονταν. Αλλοι πάλι (όπως ο γράφων) θεωρούν πως τίποτε που κάνει επιτυχία δεν είναι τυχαίο. Και ο Μαργαρίτης έφτασε ψηλά με τη δική του αφοσίωση.
Για τον Μαργαρίτη όλα άλλαξαν το 2001. Τότε, ύστερα από πρόταση του Θοδωρή Μανίκα, συνέπραξε για τον δίσκο «Ολα θα τα διαγράψω» με το ροκ γκρουπ 667. Εδώ μια μεγάλη επιτυχία έμελλε να διεμβολίσει οριζόντια το ακροατήριο και να δημιουργήσει θέμα στη ροκ κοινότητα: Το τραγούδι «Δρόμοι του πουθενά» έγινε μεγάλο σουξέ και ανανέωσε την πορεία του Μαργαρίτη. Ο ίδιος μετά θα συνεργαζόταν και με άλλους δημιουργούς της αντίπερα όχθης, όπως ο Λαυρέντης Μαχαιρίτσας («Πεθαίνω για σένα»), αλλά και πιο πρόσφατα με τον Σταμάτη Κραουνάκη, τον Δημήτρη Παπαδημητρίου και τον Λάκη Παπαδόπουλο. Με μια βασική σημείωση: Χωρίς ποτέ να υποδυθεί κάποιον άλλο, κράτησε μια στάση που κάνει πολλούς να τον αποκαλούν τον «τελευταίο των Μοϊκανών».
Λαϊκός (με την πιο ανεπιτήδευτη έννοια), καλόκαρδος, τυπικός. Αλλά και οικογενειάρχης ο «Μαγκάρετ» – συχνά πάει στο κτήμα του στο Πολυδένδρι Μαλακάσας και αράζει με τους φίλους του. Τον Παναγιώτη Καρασπάθα. Τους πρωτοπαλαιστές – θρύλους του κατς Γιώργο Γκουλιώβα ή Μασκοφόρο και Γιώργο Τρομάρα. Αλλά και τον (χωρίς συστάσεις) Βαγγέλη Ρωχάμη. Και όχι, δεν μιλούν για τον Γκίντερ Γκρας. Υπάρχουν και πιο ενδιαφέροντα πράγματα εκεί έξω.