Εάν δεν είχε προηγηθεί –την περασμένη Παρασκευή –η απόφαση του Ελληνικού Κέντρου Κινηματογράφου να κόψει τη χρηματοδότηση της ταινίας του «Suntan», ο Αργύρης Παπαδημητρόπουλος θα ήταν ο ευτυχέστερος των νέων ελλήνων σκηνοθετών. Τα γυρίσματα στην Αντίπαρο συνεχίζονται σε κλίμα απολύτως επαγγελματικό, αλλά και απρόσμενα παρεΐστικο.
«Εδώ είναι φοβερό αυτό που ζούμε» λέει ο σκηνοθέτης. «Εχουμε φτιάξει μια περίεργη συνθήκη παραγωγής, κάπως νομαδική. Εδώ και δυο-τρεις μήνες ζούμε όλοι, συνεργείο και ηθοποιοί, στο κάμπινγκ της Αντίπαρου. Σε σκηνές. Εχουμε φτιάξει ένα ωραίο χωριό. Και ξέρεις, αυτό ταιριάζει πολύ και με το τι θέλω να κάνω σε αυτή την ταινία: θέλω να απεικονίσω το νησί όπως ακριβώς είναι και όχι να φτιάξω μια φανταστική εικόνα. Γυρίζω σε παραλίες και ντισκοτέκ γεμάτες με κόσμο. Γίνεται μια κάποια ενημέρωση πριν, τους ζητούμε να προσέχουν με την κάμερα και τραβάμε εκεί, ανάμεσα στους ανθρώπους του νησιού και τους τουρίστες». Σκέφτομαι πόσο δύσκολο είναι το γύρισμα σε ψηφιακό το κατακαλόκαιρο, αλλά αμέσως με καθησυχάζουν: «Διευθυντής φωτογραφίας είναι ο μάστορας του φωτός Χρήστος Καραμάνης, ο οποίος δεν φοβάται τίποτα!».
Να, όμως, που ο θόρυβος από το ΔΣ του Ελληνικού Κέντρου Κινηματογράφου δεν θα μπορούσε να αφήσει ανέγγιχτο το «Suntan». Μαθαίνω πως η ταινία επρόκειτο να πάρει κάποια χρήματα, με προέγκριση του γενικού διευθυντή του Κέντρου (ο ικανότατος –και κυρίως, ενεργός –επαγγελματίας Γρηγόρης Καραντινάκης), τα οποία όμως και δεσμεύτηκαν τελικά από το νέο Διοικητικό Συμβούλιο. «Αυτόν τον καιρό γίνεται ένας πόλεμος τον οποίο δεν μπορώ να καταλάβω» δηλώνει απορημένος ο Παπαδημητρόπουλος. «Είναι η τρίτη ταινία που κάνω, και τα μόνα λεφτά που έχω πάρει από το Κέντρο είναι 20.000 ευρώ για το “Wasted Youth”, τα οποία και πήρα μόλις, χρόνια μετά την ολοκλήρωση της ταινίας. Τα γυρίσματα εδώ προχωρούν μια χαρά και όλοι αυτοί που γράφουν πως κάνω ταινία αποκλειστικά με χρήματα του Κέντρου ουσιαστικά “τρολάρουν”. Ε, δεν έχω καμία διάθεση να ασχοληθώ μαζί τους, άσ’ τους να λυσσάνε».

ΝΕΑ ΜΟΝΟΠΑΤΙΑ. Ο Αργύρης Παπαδημητρόπουλος είναι περισσότερο γνωστός ως σκηνοθέτης του «Bank Bang» αλλά και του ανεξάρτητου «Wasted Youth». Που μετά το μεγάλο σουξέ εκείνης της πρώτης κωμωδίας (από τις λίγες που κέρδισαν και το κοινό αλλά και την κριτική) αποφάσισε να ακολουθήσει νέους δρόμους, εντελώς διαφορετικούς. «Νομίζω πως το ελληνικό εμπορικό σινεμά χρόνια ψάχνει την ταυτότητά του» μου λέει. «Το “Bank Bang” έπαιζε με τα είδη, ήταν ρομαντική κομεντί από τη μια και περιπέτεια από την άλλη. Και το μεγάλο πρόβλημα είναι πως οι παραγωγοί τού εμπορικού σινεμά αυτό δεν το έχουν καταλάβει και νομίζουν πως όσο περισσότερα χάχανα βάλουν σε μια ταινία τόσο καλύτεραθα πάει. Ε, δεν είναι έτσι. Ασε που ξεχνούν πως όταν ο κόσμος πάει σινεμά να δει μια εμπορική ταινία, θέλει να δει και μια βαρβάτη παραγωγή από πίσω. Αν ήθελε να χαζέψει κοντινά ανθρώπων, θα καθόταν σπίτι του να δει τηλεόραση».

Μ’ αυτά και μ’ εκείνα, ξεκινήσαμε να μιλάμε για τη νέα του ταινία: «Είναι η ιστορία ενός γιατρού, γύρω στα σαράντα, ο όποιος παίρνει μετάθεση στην Αντίπαρο, περνά έναν μοναχικό χειμώνα και μετά έρχεται αντιμέτωπος με μια παρέα παιδιών, τα οποία θα του αλλάξουν τη ζωή». Παρατηρώ πως η ηλικία του ήρωά του είναι πολύ κοντά και στη δική του. Η απάντηση έρχεται αμέσως: «Ερχομαι τα τελευταία 22 χρόνια στην Αντίπαρο. Στην πραγματικότητα την έχω ζήσει και από τις δυο πλευρές μου. Δηλαδή και ως 16χρονος… κάφρος, αλλά και τώρα, που ουσιαστικά πλησιάζω την ηλικία του ήρωά μου. Η ταινία λοιπόν μιλάει για πράγματα που ξέρω».

Η ενηλικίωση κουβαλά το δικό της ζόρι βέβαια, και δεν είναι λίγοι οι σκηνοθέτες που γύρισαν ταινίες ακριβώς για να απαλλαχθούν από εκείνο ακριβώς το βάρος. Ο Αργύρης δεν είναι και τόσο βέβαιος: «Φτάνοντας στη μέση ηλικία αναγκάζεσαι να αλλάξεις τον τρόπο που βλέπεις τα πράγματα, αλλά δεν είναι και τόσο καταναγκαστικό αυτό –ο ίδιος απομακρύνεσαι από αυτές τις απολαύσεις, από την κραιπάλη, από τις ηδονές».

ΣΤΗ ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ. Παράλληλα με τις ιδιαίτερες ταινίες του, ο σκηνοθέτης εργάζεται σταθερά στη διαφήμιση –τα γυρισμένα σε φιλμ σποτάκια του ξεχωρίζουν αμέσως μέσα στον «πολτό» της συγκεκριμένης παραγωγής. Μια ενδιαφέρουσα περίπτωση δημιουργού! «Θέλω να κάνω διαφορετικές ταινίες αλλά επίσης αγαπάω πολύ και το σινεμά των ειδών, οπότε θέλω να έχω ένα πόδι σε κάθε περιοχή, αυτήν την περίοδο πιθανότατα, γιατί έτσι νιώθω. Τώρα βρίσκομαι στη φάση που θέλω να κάνω πιο προσωπικές ταινίες, αλλά ένα καλό σενάριο θα μπορούσε να με πείσει για τα πάντα. Δυστυχώς, στον λεγόμενο εμπορικό τομέα, δεν μου έχουν προταθεί σενάρια που να τα αγάπησα».