Η πρόσφατη συζήτηση για την αποτέφρωση των νεκρών έφερε και πάλι στο προσκήνιο τα όρια της πολιτικής και του κράτους σε σχέση με την Εκκλησία. Αν και οκτώ χρόνια υπάρχει ψηφισμένο νομοθετικό πλαίσιο οι διαδικασίες ανέγερσης αποτεφρωτηρίων συνεχώς παρακωλύονται, με αποτέλεσμα ο νόμος να παραμένει ανενεργός. Μία ιδιότυπη συμμαχία θρησκευτικοεκκλησιαστικών παραγόντων με επιχειρηματικά συμφέροντα στερεί σε μία ευρωπαϊκή χώρα από κάθε πολίτη το αναφαίρετο δικαίωμα να αποφασίζει τη μετά θάνατο μοίρα του σώματός του.

Χωρίς το ορθόδοξο δόγμα να προσβάλλεται από την καύση νεκρών, ορισμένοι εκπρόσωποι της Εκκλησίας, μαινόμενοι, καταφέρονται κατά δημοτικών αρχόντων που εξεδήλωσαν τη πρόθεση να εφαρμόσουν τη δυνατότητα που τους παρέχει ο νόμος του 2006. Εφτασαν μάλιστα ακόμη και στο σημείο της ωμής παρέμβασης για την ακύρωση ειλημμένων αποφάσεων δημοτικών συμβουλίων, όπως συνέβη στο Μαρκόπουλο Αττικής, όπου το δημοτικό συμβούλιο εξαναγκάσθηκε να άρει την απόφασή του για τη δημιουργία αποτεφρωτηρίου ύστερα από υποκινούμενες από τον οικείο μητροπολίτη αντιδράσεις «αγανακτισμένων» πολιτών.

Οι αντιδράσεις που υποκινούνται από τη δήθεν προσβολή του θρησκευτικού συναισθήματος στην ουσία εκπορεύονται από τοπικιστικά αλλά ισχυρά συμφέροντα, που αναλαμβάνουν τις τελετές ταφής, σε αγαστή συνεργασία με «πρόθυμους» ιεράρχες της Εκκλησίας!

Η πολιτεία οφείλει να σέβεται και να διασφαλίζει τα αυτονόητα. Το δικαίωμα του καθενός, είτε είναι χριστιανός είτε ανήκει σε άλλο δόγμα ή είναι άθεος, να επιφυλάσσει τη μοίρα που θέλει στο σώμα του, δεν μπορεί να εμποδίζεται από ιδεοληψίες και συντεχνιακά συμφέροντα. Κανένα θρησκευτικό συναίσθημα δεν προσέβαλε η καύση της σορού της Μαρίας Κάλλας ή του σπουδαίου συνθέτη Δημήτρη Μητρόπουλου.

Η κυβέρνηση οφείλει άμεσα να προωθήσει προς ψήφιση σχετική νομοθετική διάταξη, που έχει τύχει επεξεργασίας από τον καθηγητή Ν. Αλιβιζάτο, ώστε το ζήτημα να επιλυθεί οριστικά.

Ο Νίκος Σηφουνάκης είναι βουλευτής του ΠαΣοΚ, πρώην υπουργός