Λιγότερο από 60 χιλιόμετρα από τη Μοσούλη, όπου οι σουνίτες φανατικοί ισλαμιστές σφαγιάζουν τους εχθρούς τους σαν να βρίσκονται ακόμη στον Μεσαίωνα, επικρατεί εντελώς διαφορετική κατάσταση την οποία περιέγραψε πρόσφατα σε αναφορά της η ρωσική επενδυτική εταιρεία Renaissance Capital.

«Είδαμε Ferrari και Bentley τις οποίες οδηγούσαν φοιτητές του Αμερικανικού Πανεπιστημίου του Ιράκ στη Σουλεϊμανίγια και ο χώρος στάθμευσης του μοναδικού ξενοδοχείου 5 αστέρων στο Ερμπίλ (πρωτεύουσα της ημιαυτόνομης περιοχής του Κουρδιστάν στο Ιράκ) ήταν γεμάτος με καινούργιες BMW και Range Rover. Στα λίγα διεθνή εστιατόρια της πόλης ένα γεύμα κοστίζει περίπου 90 δολάρια το άτομο».

Στο εκκολαπτόμενο Κουρδιστάν τα πράγματα είναι διαφορετικά από ό,τι στη λοιπή χώρα. Οι Κούρδοι, έναν αιώνα αφότου έχασαν την ευκαιρία να αποκτήσουν κρατική υπόσταση κατά τη διάλυση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, είναι αυτοί που επωφελούνται από το χάος που επικρατεί στο Ιράκ. Κανένας δεν πρέπει να στοιχηματίσει κατά της πιθανότητας να δημιουργηθεί ανεξάρτητο κουρδικό κράτος την επόμενη δεκαετία.

Ωστόσο, η Συρία και το Ιράκ καταρρέουν και ήδη παρακλάδια της Αλ Κάιντα ελέγχουν μεγάλα τμήματά τους 13 χρόνια αφότου οι ΗΠΑ πήγαν στο Αφγανιστάν για να διαλύσουν το τζιχαντικό κράτος εν κράτει του Οσάμα μπιν Λάντεν. Η κατάσταση αυτή δεν αποτελεί την ιδανική κατάληξη για τους αμερικανικούς πολέμους μετά την 11η Σεπτεμβρίου. Το παιχνίδι των κατηγοριών βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη.

Η Αριστερά επιρρίπτει την ευθύνη για την καταστροφή στον πρόεδρο Μπους και στην αμερικανική εισβολή του 2003 που διέλυσε το ιρακινό κράτος και προκάλεσε την πτώση του Σαντάμ Χουσεΐν. Αν δεν είχε συμβεί αυτό, σήμερα οι φανατικοί του ΙΚΙΛ δεν θα βρίσκονταν στις παρυφές της Βαγδάτης. Λάθος, υποστηρίζει η Δεξιά. Την ευθύνη τη φέρει ο Ομπάμα διότι εγκατέλειψε το Ιράκ το 2011 δίχως να αφήσει πίσω μια δύναμη για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας. Και η αποτυχία του να στηρίξει τη συριακή αντιπολίτευση κατά τα πρώτα στάδια της εξέγερσης αποτέλεσε βασική αιτία για την κατάρρευση της Συρίας και τη μετατροπή της σε καταφύγιο φανατικών ισλαμιστών.

Ωστόσο, το παιχνίδι των κατηγοριών αποκρύπτει την ουσία. Το Ιράκ και η Συρία είχαν διαφθαρεί πολύ πριν από την ατυχή επέμβαση της Αμερικής, στην περίπτωση του Ιράκ, και την εξίσου ατυχή μη επέμβασή της στην περίπτωση της Συρίας. Οι σουνίτες στο Ιράκ και οι αλαουίτες στη Συρία, παρότι μειονότητες, πίστεψαν (και πιστεύουν ακόμη) ότι έχουν αποκλειστικό δικαίωμα στην εξουσία. Αλλά δεν το έχουν.

Ο πρόεδρος Ομπάμα πρέπει να αναλάβει δράση για να απωθήσει τους φονταμενταλιστές του ΙΚΙΛ. Αν οι τζιχαντιστές εδραιώσουν τη θέση τους, ο αντίκτυπος θα γίνει αισθητός και στην Ευρώπη και στις ΗΠΑ. Η κίνηση αυτή δεν θα επιλύσει τα προβλήματα του Ιράκ και της ευρύτερης περιοχής, αλλά η εναλλακτική επιλογή είναι πολύ χειρότερη. Θα αποτελούσε προδοσία των χιλιάδων Αμερικανών που έχουν χάσει τη ζωή τους από το 2001 και των εκατομμυρίων κατοίκων της Μέσης Ανατολής οι οποίοι θεωρούν ότι ο Μεσαίωνας έχει τελειώσει.