Σκληρή κριτική τόσο κατά της ελληνικής κυβέρνησης όσο και κατά της τρόικας άσκησε ο πρώην υπουργός Οικονομικών Γιάννος Παπαντωνίου κατά τη διάρκεια συζήτησης στο LSE το βράδυ της Πέμπτης. Η συζήτηση στη φημισμένη σχολή οικονομικών επιστημών αφορούσε το κατά πόσο η ολοκλήρωση της ενιαίας αγοράς είναι το κλειδί για την τόνωση της ευρωπαϊκής ανταγωνιστικότητας.

Απαντώντας σε ερώτηση από το ακροατήριο για το αν ο ίδιος θα έλεγε «όχι» στις νέες απαιτήσεις της τρόικας αν ήταν υπουργός, ο Γιάννος Παπαντωνίου είπε ότι θα έλεγε ένα «διαβαθμισμένο όχι».

«Θα έπρεπε να παραδεχθώ ότι η Ελλάδα δεν είναι συνεπής με τις υποχρεώσεις της – δεν υπάρχει τρόπος απόκρυψης αυτού επειδή είχαμε μια σειρά πολύ κακών κυβερνήσεων τα τελευταία 4-5 χρόνια ή θα έλεγα τα τελευταία εννέα χρόνια μετά το 2004, αυτό είναι γεγονός. Αλλά δεν θα διαπραγματευόμουν με την τρόικα το μείγμα πολιτικών διότι αυτό είναι θέμα για την κυβερνητική ηγεσία. Δεν θα έκανα όπως η τωρινή κυβέρνηση, δηλαδή ότι ναι μεν θέλουμε να ακολουθήσουμε τα μέτρα σας αλλά δεν μπορούμε λόγω της ισχνής πλειοψηφίας στη Βουλή, διότι αυτή είναι μια πολύ κακή πολιτική και κανένας δεν τρώει το επιχείρημα αυτό», είπε χαρακτηριστικά ο Γιάννος Παπαντωνίου.

Ο ίδιος συνέχισε λέγοντας: «Θα προσπαθούσα να τους πείσω στο πλαίσιο όσων προανέφερα ότι η στρατηγική τους είναι λάθος. Φυσικά ίσως πείτε πώς θα μπορούσε η Ελλάδα να πείσει την κυρία Μέρκελ και τον κ. Σόιμπλε όταν ούτε ο κ. Μόντι δεν τα κατάφερε πριν από ένα χρόνο, όταν ικέτευε και ζητούσε απεγνωσμένα χείρα βοηθείας από την κυρία Μέρκελ. Ο κ. Μόντι δεν έλαβε βοήθεια και η κυβέρνησή του έπεσε. Ίσως να συμβεί το ίδιο και στην Ελλάδα, αλλά η προσπάθεια είναι επιβεβλημένη. Ο μόνος τρόπος να μιλήσεις στην κυρία Μέρκελ και στον κ. Σόιμπλε δεν είναι να τους παρακαλέσεις επικαλούμενος τη μικρή κοινοβουλευτική πλειοψηφία, αλλά να τους πείσεις μαζί με άλλους συμμάχους, όπως τον κ. Λέτα στην Ιταλία, τους Ισπανούς και τους Πορτογάλους ότι η στρατηγική τους είναι λάθος διότι τελικά και μεσοπρόθεσμα δεν είναι συμβατή με την επιβίωση του ευρώ. Αν πετύχει πέτυχε, αν όχι, ο χρόνος θα δείξει».

Κατά τη συζήτηση για την ενιαία αγορά ο πρώην υπουργός Οικονομικών επισήμανε ότι η μακροοικονομική προσπάθεια ολοκλήρωσης της ενιαίας αγοράς είναι απαραίτητο να βαδίζει παράλληλα με την προσπάθεια αποκατάστασης εμπιστοσύνης στο ενιαίο νόμισμα. Όπως είπε, όσο αυτή η εμπιστοσύνη παραμένει κλονισμένη είναι η περιφέρεια της ευρωζώνης που τιμωρείται με υπερβολικά υψηλά κόστη δανεισμού.

Ο Γιάννος Παπαντωνίου επέκρινε επίσης τις ελληνικές κυβερνήσεις των τελευταίων λίγων ετών για την «εντυπωσιακή αναποτελεσματικότητα» στην εφαρμογή μεταρρυθμίσεων. «Σε ό,τι αφορά τις μεταρρυθμίσεις η παρούσα κυβέρνηση και η προηγούμενη δεν έχουν κάνει πολλά. Το φορολογικό σύστημα παραμένει εξαιρετικά κακό, το μόνο που έχουν κάνει είναι να επιβάλλουν συνεχώς νέους φόρους. Η διοίκηση δεν έχει βελτιωθεί, δεν υπάρχει αξιοκρατία ούτε αποτελεσματικότητα στη διοίκηση, το δικαστικό σύστημα ακόμα δε λειτουργεί σωστά, τα πανεπιστήμια είναι σε άτακτη κατάσταση, το σύστημα υγείας αποσυντίθεται, επομένως συνολικά η διαδικασία μεταρρυθμίσεων δεν έχει προχωρήσει. Και αυτό φέρνει την ελληνική πλευρά σε πολύ αδύναμη θέση έναντι της τρόικα και κάνει δύσκολο το να πει όχι στην τρόικα», σχολίασε ο Γιάννος Παπαντωνίου, προσθέτοντας ότι η κυβέρνηση αντίθετα έχει επιδείξει «υπερβολικό ζήλο στην εφαρμογή των μέτρων λιτότητας».

Σε ό,τι αφορά την ολοκλήρωση της ενιαίας αγοράς ο γερμανός οικονομολόγος Σεμπάστιεν Ντούλιεν από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Διεθνών Σχέσεων (ECFR) εκτίμησε ότι οι προσδοκίες που έχουν δημιουργηθεί από την επίτευξή της είναι υπερβολικές. «Η ολοκλήρωση της ενιαίας αγοράς δε θα έχει καμία επίδραση στα ζητήματα που απασχολούν την ΕΕ», ανέφερε.

Από την πλευρά του ο καθηγητής Δικαίου Ευρωπαϊκής Ένωσης στο LSE Ντέιμιαν Τσάλμερς υποστήριξε ότι η έμφαση πρέπει να δοθεί στην αύξηση της ανταγωνιστικότητας και πως η ολοκλήρωση της ενιαίας αγοράς είναι χρήσιμη μόνο εφόσον συμβάλλει προς αυτό το σκοπό.