Οκτώ το βράδυ, Πλατεία Λέστερ –στο κέντρο του Λονδίνου δηλαδή. Γκλάμουρ σκηνικό. Κόκκινα χαλιά, λιμουζίνες,κυρίες με τουαλέτες, σεκιουριτάδες, κάμερες και γύρω από αυτούς ένα πλήθος κόσμου που έχει κλείσει και τις τέσσερις άκρες της πλατείας. Τα κορίτσια φωνάζουν αδιάκοπα.

«Ποιος είναι ρε παιδιά;», ρωτάω ένα από αυτά; «Δεν έχω ιδέα!», μου απαντά και συνεχίζει. Δοκιμασμένο το βρετανικό κοινό στην υστερία από τα χρόνια της μπιτλομανίας. Και αυτό φυσικά ευνοεί τοBFI London Film Festival, δηλαδή το κινηματογραφικό Φεστιβάλ της Βρετανικής Ακαδημίας Κινηματογράφου, που άρχισε δειλά για να εξελιχθεί σε πρώτης τάξεωςevent. Και γιατί όχι;

Αλλωστε, οι περισσότεροι δημιουργοί της Γηραιάς Αλβιώνας έχουν μετακομίσει στο Χόλιγουντ με τον έναν ή τον άλλο τρόπο. Το μαρτυρά και η –πρώτη –μεγάλη πρεμιέρα της διοργάνωσης, το «Captain Philips», που φέρει τη σκηνοθετική υπογραφή του Πολ Γκρίνγκρας, πραγματεύεται μια συναρπαστική αληθινή ιστορία (η κατάληψη ενός αμερικανικού φορτηγού από σομαλούς πειρατές) και διαθέτει και το star power του πρωταγωνιστή της, του Τομ Χανκς, που ήταν εδώ για να υποδεχθεί τα φλας και τους φεστιβαλιστές.

Η Κλερ Στιούαρτ είναι η διευθύντρια του φεστιβάλ και παρά τις όποιες καλλιτεχνικές προσδοκίες του δωδεκαήμερου με 235 ταινίες από όλο τον κόσμο, δεν έχει πρόβλημα να δηλώσει στην εφημερίδα πως όπως και να το κάνουμε οι κράχτες είναι απαραίτητοι.

«Φυσικά και θα αναζητήσω μια πρεμιέρα που θα έχει το μεγαλύτερο δυνατό εκτόπισμα στη κινηματογραφική αγορά. Το Φεστιβάλ του Λονδίνου άλλωστε φιλοδοξεί να γιγαντωθεί ακολουθώντας τις ανάγκες της αγοράς». Δεν έχει κι άδικο. Στα τρία μεγάλα φεστιβάλ που γνωρίζαμε (Κάννες, Βερολίνο, Βενετία) προστέθηκε πρόσφατα του Τορόντο και από ό,τι φαίνεται, ταινίες υπάρχουν πολλές για να καλύψουν άλλα τόσα.

Η ταινία, ένα ισχυρό σοκ στις αισθήσεις, στημένη με ντοκιμαντερίστικο ύφος (πειστικό και όχι «επί τούτου») που σε πιάνει από τον γιακά, που λένε. Τα ασφυκτικά κοντινά στους ήρωες της είναι από αυτά που σπανίως βλέπεις σε μια χολιγουντιανή παραγωγή τέτοιου μεγέθους. Θεατές και κριτικοί βγαίνουν από την αίθουσα παραμιλώντας.

«ΕΞΑΝΤΛΗΣΗ». «Η ιστορία είναι από μόνη της εκπληκτική», μας λέει ο Τομ Χανκς. «Ξέρετε, είναι κάποιοι άνδρες έτοιμοι να λυγίσουν ή να σκληρύνουν κι άλλο υπό το βάρος μιας ευθύνης. Και η εξάντληση που προέκυψε από τα γυρίσματα, είναι ένα από τα μεγάλα δώρα που κρατώ από αυτή την περιπέτεια».

Ο Χανκς βέβαια (που μας αποχαιρέτησε με ένα ελληνικότατο «καληνύχτα» μόλις ενημερώθηκε για την καταγωγή μας –το ξέρω, αναμενόμενο, αλλά… τα μιλάει ωραία) δεν παρέλειψε να μιλήσει για την προσωπική του περιπέτεια με τον… διαβήτη. Τι έχει συμβεί; Οι συνεχείς αλλαγές βάρους που προέκυπταν από την τελειομανία του, του έκαναν τελικά «δώρο» διαβήτη τύπου Β. «Από δω και μπρος θα είμαι πιο προσεκτικός, γιατί θα το βρω είτε στα γυρίσματα της επόμενης ταινίας μου είτε από τη γυναίκα μου», λέει με νόημα. Είπαμε, παντρεμένος με Ελληνίδα (τη Ρίτα Γουίλσον).

Τελικά το πλήθος του κόσμου που σας έλεγα στην αρχή αφορούσε το «Gravity», τη νέα διαστημική περιπέτεια του Αλφόνσο Κουαρόν («Τα παιδιά των ανθρώπων») με τη Σάντρα Μπούλοκ και τον Τζορτζ Κλούνι. Ο δεύτερος δεν τα κατάφερε, η πρώτη όμως ήταν στη Λέστερ εκείνη τη βραδιά. Με μαύρο φόρεμα που προκάλεσε εμφράγματα σε όσους την είδαν από κοντά (ομολογούμε πως κι εμείς κινδυνέψαμε), το οποίο, παρεμπιπτόντως, έφερε την υπογραφή της Στέλλας ΜακΚάρτνεϊ, της κόρης του πρώην Σκαθαριού που εδώ και χρόνια κάνει καριέρα ως σχεδιάστρια μόδας (είπαμε, στο Λονδίνο είμαστε).

ΔΕΟΣ. Και η ταινία; Δίχως υπερβολή, ό,τι πιο εντυπωσιακό έχω δει τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια, τουλάχιστον. Το «Gravity» σε γεμίζει δέος που μόνο με αυτό που ένιωσαν οι θεατές που πρωτοείδαν την «Οδύσσεια του Διαστήματος» θα μπορούσε να συγκριθεί. Μακριά από τα καρτουνίστικα ειδικά εφέ που μοιάζουν να κατασκευάστηκαν για τη γενιά που μεγάλωσε με Playstation, το «Gravity» με τις μεγάλες του σιωπές και τις αχανείς «μαύρες» περιοχές του τοποθετεί τον θεατή στο επίκεντρο μιας διαστημικής δίνης που όμοια της δεν έχει καταγραφτεί από κινηματογραφική κάμερα.

Εν μέσω όλων αυτών, μια γυναίκα ηρωίδα, «κάτι που δεν συμβαίνει και τόσο συχνά» όπως παραδέχτηκε στον Τύπο η 49χρονη πρωταγωνίστρια. «Η ταινία μοιάζει να γυρίζει σελίδα για το είδος της επιστημονικής φαντασίας. Αν είσαι τυχερή, τέτοια ευκαιρία παρουσιάζεται μόνο μία φορά σε μία καριέρα» λέει και έχει δίκιο.

Α, να έχετε κατά νου εσείς που τα διαβάζετε όλα αυτά πως εδώ οι συνθήκες προβολής δεν πέφτουν ποτέ κάτω από το τέλειο. Βλέποντας το φιλμ ένιωθα και μια μικρή θλίψη, σκεπτόμενος πώς θα δείχνει στις ελάχιστα φροντισμένες αθηναϊκές αίθουσες (φυσικά, και στις όπως όπως εκτυπωμένες κινηματογραφικές κόπιες του, πρόβλημα που δεν βαραίνει τις εταιρίες διανομής όσο τα εργαστήρια εμφάνισης φιλμ, που όσο περνά ο καιρός όλο και κόβουν τα έξοδά τους με ολοφάνερα αποτελέσματα). Αρκετά με την τεχνική φλυαρία όμως.